Ειδική έκθεση
αριθ.02 2018

Η αποτελεσματικότητα της διαχείρισης τραπεζικών κρίσεων από την ΕΚΤ

Σχετικά με την έκθεση: Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) ανέλαβε το 2014 την ευθύνη άσκησης τραπεζικής εποπτείας, στο πλαίσιο της συγκρότησης του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού. Από την άποψη αυτή, αποστολή της ΕΚΤ είναι να συμβάλλει στην ασφάλεια και την ευρωστία του τραπεζικού συστήματος. Στην άμεση αρμοδιότητά της υπάγονται περί τους 120 τραπεζικούς ομίλους στη ζώνη του ευρώ, ενώ άλλοι τραπεζικοί όμιλοι εποπτεύονται από εθνικούς εποπτικούς φορείς σε στενή συνεργασία μαζί της.
Στο πλαίσιο του εν προκειμένω ελέγχου, αξιολογήθηκε η αποτελεσματικότητα της διαχείρισης της ΕΚΤ όσον αφορά ένα συγκεκριμένο εποπτικό καθήκον, αυτό της διαχείρισης κρίσεων. Διαπιστώνουμε ότι η ΕΚΤ έχει θεσπίσει ένα ουσιαστικό πλαίσιο για τη διαχείριση κρίσεων. Εντούτοις, υπάρχουν ορισμένες αδυναμίες στον σχεδιασμό και ενδείξεις ανεπαρκούς εφαρμογής που χρήζουν αντιμετώπισης.
Διατυπώνουμε σειρά συστάσεων που αφορούν την καλύτερη αξιοποίηση των αξιολογήσεων των σχεδίων ανάκαμψης, την ανάπτυξη επιχειρησιακών κατευθυντήριων οδηγιών για τις δραστηριότητες διαχείρισης κρίσεων και την ενίσχυση των συστημάτων υποβολής εκθέσεων διαχείρισης.

Η παρούσα δημοσίευση είναι διαθέσιμη σε 23 γλώσσες, καθώς και στον ακόλουθο μορφότυπο:
PDF
PDF General Report

Σύνοψη

Τι είναι ο Ενιαίος Εποπτικός Μηχανισμός

I

Η χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 αποτέλεσε την αφετηρία μεγάλων αλλαγών στη ρύθμιση του χρηματοπιστωτικού τομέα στην ΕΕ. Το νομικό πλαίσιο για την εποπτεία των τραπεζών ενισχύθηκε και το 2014 συγκροτήθηκε ο Ενιαίος Εποπτικός Μηχανισμός (ΕΕΜ). Η εποπτεία των μεγάλων τραπεζών στη ζώνη του ευρώ αποτελεί πλέον αρμοδιότητα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ). Ο ΕΕΜ αποτελείται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) και τις εθνικές εποπτικές αρχές των συμμετεχουσών χωρών. Ένας από τους κύριους στόχους του είναι η ενίσχυση της σταθερότητας του τραπεζικού συστήματος στη ζώνη του ευρώ.

Τι ελέγξαμε

II

Στο πλαίσιο του ελέγχου αυτού εξετάστηκε η αποτελεσματικότητα της διαχείρισης από την ΕΚΤ ενός συγκεκριμένου εποπτικού καθήκοντος – της διαχείρισης κρίσεων. Πρόκειται για τη διαδικασία που εφαρμόζουν οι εποπτικές αρχές, προκειμένου να εντοπίζουν τράπεζες που αντιμετωπίζουν οικονομικές δυσχέρειες και να παρεμβαίνουν όταν είναι απαραίτητο. Στόχος της διαχείρισης κρίσεων είναι η διατήρηση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας και η μείωση της εξάρτησης από δημόσιους πόρους. Η διαχείριση κρίσεων προϋποθέτει εκ των προτέρων σχεδιασμό ανάκαμψης από πλευράς των τραπεζών, ώστε αυτές να είναι προετοιμασμένες για οιαδήποτε κατάσταση κρίσης. Ακόμη, προϋποθέτει ότι η εποπτική αρχή εντοπίζει τυχόν επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης μιας τράπεζας και, οσάκις αναγκαίο, κάνει χρήση των εξουσιών έγκαιρης παρέμβασης.

Τι διαπιστώσαμε

III

Συνολικά, στο πλαίσιο του εποπτικού της ρόλου, η ΕΚΤ έχει θεσπίσει ένα ουσιαστικό πλαίσιο διαδικασιών διαχείρισης κρίσεων. Παρά τις αδυναμίες του αρχικού σχεδιασμού και την ανάγκη καλύτερης κατανομής του προσωπικού στις πλέον επείγουσες καταστάσεις, κρίνονται ικανοποιητικά τόσο η οργανωτική δομή της ΕΚΤ, όσο και το επίπεδο των πόρων που διαθέτει για την αξιολόγηση των σχεδίων ανάκαμψης και για την εποπτεία των τραπεζών που βρίσκονται σε κρίση.

IV

Την περίοδο που διανύουμε, η ΕΚΤ επεξεργάζεται τις τελικές ρυθμίσεις εξωτερικής συνεργασίας και συντονισμού με άλλες εποπτικές αρχές και με το Ενιαίο Συμβούλιο Εξυγίανσης. Ωστόσο, τα εκκρεμή ζητήματα είναι πιθανόν να καθυστερήσουν και να περιορίσουν την ανταλλαγή πληροφοριών και να επηρεάσουν αρνητικά την αποτελεσματικότητα του συντονισμού.

V

Η διαδικασία που εφαρμόζει η ΕΚΤ για την αξιολόγηση των σχεδίων ανάκαμψης των τραπεζών είναι αποδοτική. Προβλέπονται διαδικασίες υποβολής και παρακολούθησης και οι αξιολογητές έχουν πρόσβαση σε χρήσιμα εργαλεία και σε καθοδήγηση, παρά το γεγονός ότι υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης, ιδίως όσον αφορά τους δείκτες των σχεδίων ανάκαμψης. Επιπλέον, τα αποτελέσματα των αξιολογήσεων των σχεδίων ανάκαμψης δεν χρησιμοποιούνται συστηματικά για τον εντοπισμό και την αντιμετώπιση κρίσεων. Επίσης, δεν μπορούμε να εξαγάγουμε συμπεράσματα ως προς την αποτελεσματικότητα της διαχείρισης της εν λόγω διαδικασίας στην πράξη, δεδομένου ότι η ΕΚΤ δεν μας παρέσχε τα σχετικά αποδεικτικά στοιχεία.

VI

Το επιχειρησιακό πλαίσιο της ΕΚΤ για τη διαχείριση κρίσεων πάσχει από ελαττώματα και υπάρχουν ενδείξεις αναποτελεσματικής εφαρμογής του. Οι κατευθυντήριες οδηγίες για τις αξιολογήσεις έγκαιρης παρέμβασης δεν είναι επαρκώς ανεπτυγμένες και δεν καθορίζουν αντικειμενικά κριτήρια ή δείκτες βάσει των οποίων θα μπορούσε να διαπιστωθεί αν μια τράπεζα έχει εισέλθει σε κατάσταση κρίσης. Δεν υπάρχουν κατευθυντήριες οδηγίες σχετικά με τη βέλτιστη χρήση των εξουσιών της ΕΚΤ ή σχετικά με τα καταλληλότερα προς εξέταση μέτρα σε συγκεκριμένα σενάρια. Δεν μας παρασχέθηκαν λεπτομερή στοιχεία σχετικά με την πραγματική χρήση των εξουσιών της και, συνεπώς, δεν μπορούμε να καταλήξουμε σε συμπέρασμα σχετικά με την αποτελεσματικότητα της διαχείρισής της στην πράξη. Οι κατευθυντήριες οδηγίες σχετικά με τις αξιολογήσεις ιδρυμάτων «που τελούν σε κατάσταση αφερεγγυότητας ή επαπειλούμενης φερεγγυότητας» είναι επίσης ελλιπείς όσον αφορά την εμβέλεια και τον βαθμό λεπτομέρειάς τους.

Πρόσβαση σε αποδεικτικά στοιχεία

VII

Η ΕΚΤ αρνήθηκε να παράσχει σημαντικά αποδεικτικά στοιχεία τα οποία ζητήσαμε στο πλαίσιο του ελέγχου μας, γεγονός που είχε αρνητικό αντίκτυπο στις ελεγκτικές εργασίες μας. Ως εκ τούτου, οι παρατηρήσεις και τα συμπεράσματά μας έχουν προσωρινό χαρακτήρα. Μπορούμε να συναγάγουμε γενικά συμπεράσματα σχετικά με τον σχεδιασμό των διαδικασιών της ΕΚΤ, δεν είμαστε όμως σε θέση να επιβεβαιώσουμε στην πράξη την αποτελεσματικότητα της διαχείρισης κρίσεων από πλευράς της ΕΚΤ.

Τι συνιστούμε

VIII

Διατυπώνουμε σειρά συστάσεων για τη βελτίωση της διαχείρισης κρίσεων από την ΕΚΤ.

IX

Στον τομέα της συνεργασίας, η ΕΚΤ πρέπει να βελτιώσει τον συντονισμό με τους εξωτερικούς φορείς και να εγκρίνει ένα εσωτερικό πλαίσιο για τη συμπληρωματική εποπτεία των χρηματοπιστωτικών ομίλων ετερογενών δραστηριοτήτων. Όσον αφορά τον σχεδιασμό της ανάκαμψης, η ΕΚΤ πρέπει να παράσχει πρόσθετες οδηγίες σχετικά με τη βαθμονόμηση των δεικτών των σχεδίων ανάκαμψης.

X

Όσον αφορά την αναγνώριση κρίσεων, η ΕΚΤ πρέπει να παράσχει πρόσθετο υλικό καθοδήγησης σχετικά με τις αξιολογήσεις έγκαιρης παρέμβασης και να ορίσει δείκτες για τη διαπίστωση της επιδείνωσης της χρηματοοικονομικής κατάστασης μιας τράπεζας. Στο πλαίσιο αυτό, πρέπει επίσης να αξιοποιεί συστηματικά τις πληροφορίες που προέρχονται από τις αξιολογήσεις σχεδίων ανάκαμψης.

XI

Στον τομέα της αντιμετώπισης κρίσεων, η ΕΚΤ πρέπει να διασφαλίσει τον ποσοτικό προσδιορισμό των προβλημάτων πριν από την εξέταση μέτρων για την αντιμετώπιση της κρίσης και να θεσπίσει σύστημα υποβολής στοιχείων για τη συστηματική παρακολούθηση της ποιότητας των στοιχείων ενεργητικού. Πρέπει επίσης να αναπτύξει περαιτέρω την επιχειρησιακή καθοδήγηση που παρέχει σχετικά με τις αξιολογήσεις έγκαιρης παρέμβασης, συμπεριλαμβανομένης της συστηματικής αξιοποίησης των γνώσεων που συλλέγει από την αξιολόγηση σχεδίων ανάκαμψης τραπεζών. Τέλος, η ΕΚΤ πρέπει να αναπτύξει περαιτέρω την επιχειρησιακή καθοδήγηση που παρέχει για την αξιολόγηση του κατά πόσον μια τράπεζα «τελεί σε κατάσταση αφερεγγυότητας ή επαπειλούμενης φερεγγυότητας».

Εισαγωγή

01

Ένα από τα διδάγματα που αντλήθηκαν από την οικονομική κρίση του 2008 ήταν ότι έπρεπε να ενισχυθεί το κανονιστικό πλαίσιο του τραπεζικού τομέα, ώστε να είναι δυνατή η καλύτερη διαχείριση των κρίσεων. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ), η ανάγκη αυτή αντιμετωπίστηκε με τη μεταφορά στην εθνική νομοθεσία της οδηγίας 2014/59/ΕΕ, η οποία είναι γνωστή ως «οδηγία για την ανάκαμψη και την εξυγίανση των τραπεζών» (οδηγία BRR). Με την οδηγία αυτή θεσπίζεται κοινό ευρωπαϊκό πλαίσιο για την ανάκαμψη και την εξυγίανση.

02

Σύμφωνα με τα νέα παγκόσμια πρότυπα, το πλαίσιο αυτό αποτελείται από τρεις πυλώνες: τον σχεδιασμό ανάκαμψης από πλευράς των τραπεζών, την έγκαιρη παρέμβαση των εποπτικών αρχών και την εξυγίανση, ως έσχατη λύση. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε επίσης εκτελεστικούς κανονισμούς οι οποίοι, σε συνδυασμό με τις κατευθυντήριες οδηγίες που εξέδωσε η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (ΕΑΤ), ερμηνεύουν και εξηγούν το κανονιστικό πλαίσιο και επιδιώκουν να διασφαλίσουν την ομοιόμορφη εφαρμογή του.

03

Στο πλαίσιο του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού (ΕΕΜ)1, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) ανέλαβε από τον Νοέμβριο του 2014 την ευθύνη να διασφαλίζει την αποτελεσματική διαχείριση των καθηκόντων που συνδέονται με την αξιολόγηση του σχεδιασμού ανάκαμψης των τραπεζών, καθώς και να εξασφαλίζει την έγκαιρη παρέμβαση για τις σημαντικές τράπεζες στη ζώνη του ευρώ. Από τον Ιούλιο του 2017, η ΕΚΤ έχει υπό την άμεση εποπτεία της 120 σημαντικές τράπεζες στη ζώνη του ευρώ, οι οποίες κατέχουν λίγο περισσότερο από το 80 % του ενεργητικού του τραπεζικού κλάδου, ήτοι περίπου 22 δισεκατομμύρια ευρώ. Η ΕΚΤ εκτιμά σε 490 εκατομμύρια ευρώ το συνολικό κόστος της προληπτικής εποπτείας του τραπεζικού συστήματος για το 2017, ποσό το οποίο χρηματοδοτήθηκε από εισφορές των ίδιων των τραπεζών.

04

Ο σχεδιασμός της ανάκαμψης και η έγκαιρη παρέμβαση έχουν ως στόχο τον περιορισμό της έντασης τυχόν κρίσεων, είτε από τις ίδιες τις τράπεζες είτε μέσω μέτρων εποπτείας. Για τις ανάγκες της παρούσας έκθεσης, ως κατάσταση κρίσης νοείται η επιδείνωση των συνθηκών σε μια τράπεζα σε σημείο που να απειλείται η χρηματοοικονομική της θέση. Η εν λόγω εποπτική ευθύνη προϋποθέτει την ύπαρξη πλαισίου διαχείρισης κρίσεων. Πρόκειται για τη διαδικασία προετοιμασίας για καταστάσεις κρίσης, καθώς και αναγνώρισής τους και αντίδρασης σε αυτές όταν επέρχονται.

05

Ο σχεδιασμός της ανάκαμψης αποτελεί νέα συνιστώσα του κανονιστικού πλαισίου. Στο πλαίσιο του καθεστώτος της οδηγίας BRR, οι τράπεζες είναι πλέον υποχρεωμένες να καταρτίζουν και να τηρούν ενημερωμένα σχέδια ανάκαμψης που περιλαμβάνουν τα μέτρα που προτίθενται να λάβουν για να αποκαταστήσουν τη χρηματοοικονομική τους θέση, ως πρώτη αντίδραση στην επιδείνωση. Οι εποπτικές αρχές των τραπεζών αξιολογούν την ποιότητα των εν λόγω σχεδίων και κρίνουν κατά πόσον αυτά είναι αξιόπιστα και εφικτά.

06

Κατά την άποψη της Επιτροπής Τραπεζικής Εποπτείας της Βασιλείας (BCBS), η έγκαιρη παρέμβαση μπορεί να αποτρέψει την εξέλιξη μιας εντοπισθείσας αδυναμίας σε απειλή για την ασφάλεια και την ευρωστία2. Πρόκειται για κρίσιμο στοιχείο της εποπτείας της διαχείρισης κρίσεων. Η οδηγία BRR εισήγαγε ένα πλήρες σύνολο εργαλείων έγκαιρης παρέμβασης, ενώ και ο κανονισμός της ΕΕ για τη θέσπιση του ΕΕΜ3 παρέσχε στην ΕΚΤ εξουσίες έγκαιρης παρέμβασης.

07

Επομένως, η αποτελεσματική διαχείριση των κρίσεων εξαρτάται πλέον πρωτίστως από την αποτελεσματική διαχείριση εκ μέρους της ΕΚΤ των εκτενών της εξουσιών. Αυτό προϋποθέτει ανάπτυξη της εποπτικής ικανότητας με στόχο την αναγνώριση των δυσμενών εξελίξεων και την αντίδραση σε αυτές σε πρώιμο στάδιο. Σημαίνει, επίσης, τη διασφάλιση επαρκούς ροής πληροφοριών, τόσο σε εσωτερικό όσο και σε εξωτερικό επίπεδο, και την έγκαιρη λήψη αποφάσεων. Ένα τελευταίο προαπαιτούμενο για την αποτελεσματική διαχείριση μιας κατάστασης κρίσης είναι η απρόσκοπτη ανταλλαγή πληροφοριών και ο αποδοτικός συντονισμός με άλλες εποπτικές και λοιπές αρμόδιες αρχές.

08

Η αξιολόγηση των σχεδίων ανάκαμψης και ο προσδιορισμός των καταστάσεων κρίσης συνιστούν ευαίσθητες αποφάσεις που πρέπει να βασίζονται σε άρτια διαδικασία. Το ίδιο ισχύει για την άσκηση των κατά διακριτική ευχέρεια αρμοδιοτήτων εποπτείας, καθώς τα μέτρα πρέπει να είναι τέτοια ώστε να αντιμετωπίζουν το πρόβλημα κατά τρόπο στοχευμένο και αναλογικό. Βασική πρόκληση αποτελεί ο καθορισμός κριτηρίων που διασφαλίζουν τη συνεπή αντιμετώπιση τραπεζών με διαφορετικά επιχειρηματικά μοντέλα, που λειτουργούν σε διαφορετικές αγορές και εποπτεύονται από ομάδες με διαφορετικό εποπτικό υπόβαθρο.

09

Επομένως, πρέπει να επιτευχθεί ισορροπία μεταξύ κριτηρίων γενικών και συνολικών και κριτηρίων που αφορούν ένα συγκεκριμένο ίδρυμα και να εξασφαλίζεται παράλληλα επαρκής ευελιξία όσον αφορά την εφαρμογή τους. Ταυτόχρονα, όλα τα κριτήρια πρέπει να είναι σαφή και αρκετά ολοκληρωμένα ώστε να διασφαλίζεται εποπτική συνέπεια και να παρέχονται εγγυήσεις έναντι της τάσης αδράνειας (ήτοι των σχετικών πλεονεκτημάτων της απραξίας) και της ρυθμιστικής ομηρίας (της προαγωγής των συμφερόντων της τράπεζας και όχι του δημόσιου συμφέροντος).

10

Περίπου τα δύο τρίτα των τραπεζών που υποβλήθηκαν στις διαδικασίες διαχείρισης κρίσεων της ΕΚΤ είχαν βαθμολογία τέσσερα στο πλαίσιο της διαδικασίας εποπτικού ελέγχου και αξιολόγησης (ΔΕΕΑ)4 [πρόκειται για τη χειρότερη κατηγορία στην κατάταξη πριν από την κατηγορία «τελεί σε κατάσταση αφερεγγυότητας ή επαπειλούμενης φερεγγυότητας» (FOLTF)], ενώ το ένα τρίτο είχε βαθμολογία τρία. Μόνο μία τράπεζα έλαβε βαθμολογία ΔΕΕΑ δύο. Οι περισσότερες βρίσκονταν σε κατάσταση διαχείρισης κρίσης επί τουλάχιστον ένα έτος – και ορισμένες για ολόκληρη την περίοδο. Τα στοιχεία για το 2016 δείχνουν ότι ποσοστό 11 % των τραπεζών στην Ευρώπη είχε βαθμολογία ΔΕΕΑ τέσσερα. Κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2016, η κεφαλαιακή βάση πέντε τραπεζών υπολειπόταν του μέγιστου διανεμητέου ποσού που είχε οριστεί ως στοιχείο ενεργοποίησης.

Μεθοδολογία και τρόπος προσέγγισης του ελέγχου

11

Εξετάσαμε κατά πόσον η ΕΚΤ, στο πλαίσιο του εποπτικού της ρόλου, κατόρθωσε να θεσπίσει ένα αποτελεσματικό πλαίσιο για τις διαδικασίες διαχείρισης κρίσεων5. Συγκεκριμένα εστιάσαμε στα εξής ζητήματα:

  1. αν οι εποπτικές μεθοδολογίες και οι σχετικές διαδικασίες της ΕΚΤ καθιστούν δυνατή την αποτελεσματική αναγνώριση της ουσιώδους επιδείνωσης της χρηματοοικονομικής θέσης μιας τράπεζας και την αντίδραση σε αυτήν· και
  2. αν οι επιχειρησιακές διαδικασίες και οι ρυθμίσεις συντονισμού και συνεργασίας, τόσο εντός της ΕΚΤ όσο και με άλλους σχετικούς φορείς, καθιστούν δυνατή την αποτελεσματική διαχείριση των κρίσεων.
12

Στο πλαίσιο αυτό, με τον έλεγχο επιδιώχθηκε να εξεταστούν τα εξής:

  1. η οργανωτική δομή της ΕΚΤ και οι διαδικασίες πρόσληψης και κατανομής του προσωπικού·
  2. οι διαδικασίες ανταλλαγής πληροφοριών, συντονισμού και συνεργασίας που εφαρμόζονται τόσο σε εσωτερικό όσο και σε εξωτερικό επίπεδο με άλλους ενδιαφερόμενους φορείς·
  3. οι διαδικασίες αξιολόγησης των σχεδίων ανάκαμψης, συμπεριλαμβανομένων των εργαλείων και των πρακτικών στήριξης·
  4. οι διαδικασίες για την εφαρμογή του πλαισίου έγκαιρης παρέμβασης, συμπεριλαμβανομένων των κριτηρίων και των μεθόδων που διασφαλίζουν την αναγνώριση των κρίσεων σε πρώιμο στάδιο και την κατάλληλη αντίδραση σε αυτές.
13

Τα κριτήρια ελέγχου αντλήθηκαν από τις ακόλουθες πηγές:

  1. τη σχετική νομοθεσία, ήτοι την οδηγία BRR, την οδηγία σχετικά με τις κεφαλαιακές απαιτήσεις (OKA IV)6 και τον κανονισμό για τον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό (κανονισμός ΕΕΜ),
  2. τους σχετικούς κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμούς της Επιτροπής και τις κατευθυντήριες γραμμές της ΕΑΤ,
  3. τα σχετικά παγκόσμια πρότυπα [της BCBS και του Συμβουλίου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΣΧΣ)]· και
  4. τους εσωτερικούς κανόνες και τις διαδικασίες της ΕΚΤ.
14

Τα αποδεικτικά στοιχεία ελέγχου που συγκεντρώσαμε προέρχονται από συσκέψεις και συνεντεύξεις με εποπτικό προσωπικό της ΕΚΤ σε καίριες θέσεις και από την εξέταση ορισμένων εσωτερικών εγγράφων και δημόσια διαθέσιμων στοιχείων. Επιπλέον των ελεγκτικών εργασιών μας στην ΕΚΤ, αποστείλαμε ερωτηματολόγιο σε όλες τις σημαντικές τράπεζες με σκοπό την εξασφάλιση ανατροφοδότησης ως προς την αποτελεσματικότητα της διαδικασίας σχεδιασμού της ανάκαμψης.

15

Ο έλεγχος επικεντρώθηκε μόνο στην αποτελεσματικότητα της διαχείρισης, από πλευράς της ΕΚΤ, των κρίσεων σε τράπεζες υπό την άμεση εποπτεία της [πρόκειται αποκλειστικά για τράπεζες γνωστές ως «σημαντικά ιδρύματα» (ΣΙ)]. Δεν κάλυψε δραστηριότητες διαχείρισης κρίσεων για τα «λιγότερο σημαντικά ιδρύματα» (ΛΣΙ) ή την αλληλεπίδραση της ΕΚΤ με τις αρχές εξυγίανσης, εκτός από την έγκαιρη ανταλλαγή πληροφοριών. Δεν ελέγξαμε την καταλληλότητα των επιμέρους εποπτικών αποφάσεων της ΕΚΤ, αλλά αν οι υφιστάμενες διαδικασίες επέτρεπαν την έγκαιρη λήψη αποφάσεων και αν οι αξιολογήσεις που διενεργήθηκαν πριν από τη λήψη των αποφάσεων κατέστησαν δυνατή τη λήψη εμπεριστατωμένων αποφάσεων.

16

Συνεχίσαμε να προσκρούουμε σε περιορισμούς ως προς την εμβέλεια του ελέγχου μας. Η ΕΚΤ μας παρείχε όντως εκτενή τεκμηρίωση απαραίτητη για τις ανάγκες του εν προκειμένω ελέγχου μας, και διέθεσε σημαντικούς πόρους για την υποστήριξή του, γεγονός που επέτρεψε τη διενέργειά του σύμφωνα με το προβλεπόμενο χρονοδιάγραμμα. Οι ρυθμίσεις συνεργασίας που συμφωνήθηκαν μεταξύ του ΕΕΣ και της ΕΚΤ εξασφάλισαν την προστασία των απόρρητων δεδομένων και την απρόσκοπτη ροή των εγγράφων. Ως εκ τούτου, συγκεντρώσαμε επαρκή αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με τον σχεδιασμό του συστήματος που μας επέτρεψαν να εξαγάγουμε τα κατάλληλα συμπεράσματα. Ωστόσο, τα στοιχεία που μας παρασχέθηκαν σχετικά με τις δοκιμασίες των δικλίδων ελέγχου και τις ελεγκτικές δοκιμασίες επαλήθευσης ήταν ανεπαρκή. Λεπτομερή στοιχεία παρατίθενται στο παράρτημα Ι. Αυτό σημαίνει ότι, όσον αφορά την αποτελεσματικότητα της διαχείρισης της εφαρμογής στην πράξη των αξιολογήσεων των σχεδίων ανάκαμψης και των λοιπών δραστηριοτήτων στο πλαίσιο της διαχείρισης κρίσεων, τα αποδεικτικά στοιχεία ελέγχου στα οποία είχαμε πρόσβαση ήταν περιορισμένα και ενίοτε δεν μας διατέθηκαν αμέσως. Ως εκ τούτου, ενώ ο όγκος της τεκμηρίωσης που λάβαμε ήταν σημαντικός, δεν καταφέραμε να δώσουμε απάντηση σε όλα τα ερωτήματα του ελέγχου κατά τρόπο που να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις ενός ελέγχου και, κατά συνέπεια, η παρούσα έκθεση πρέπει να θεωρείται προσωρινή ως προς αυτές τις πτυχές του ελέγχου.

Παρατηρήσεις

Οργανωτική δομή, προσλήψεις και κατανομή προσωπικού στις δραστηριότητες διαχείρισης κρίσεων

17

Για να είναι αποτελεσματικές, οι δραστηριότητες διαχείρισης κρίσεων της ΕΚΤ προϋποθέτουν οργανωτική δομή προσανατολισμένη στις επιδόσεις, καθώς και επάρκεια των ανθρώπινων πόρων. Η τελευταία προϋπόθεση σημαίνει τον προσδιορισμό των αναγκών σε ανθρώπινους πόρους, βάσει ρεαλιστικού προγραμματισμού, καθώς και την πρόσληψη και την απασχόληση επαρκούς αριθμού υπαλλήλων με τις κατάλληλες δεξιότητες. Πρέπει επίσης να υπάρχουν διαδικασίες για την κατά περίπτωση ανακατανομή των υπαλλήλων για την αντιμετώπιση καταστάσεων έκτακτης ανάγκης.

Συνολικά, η οργανωτική δομή είναι επαρκής …

18

Στο επίπεδο της ΕΚΤ, αρμόδιες για τη συνεχή εποπτεία, συμπεριλαμβανομένης της άσκησης εποπτικών δραστηριοτήτων σχετικά με την αξιολόγηση των σχεδίων ανάκαμψης των τραπεζών, αλλά και για τη διαχείριση κρίσεων, είναι μεικτές εποπτικές ομάδες (ΜΕΟ). Οι ΜΕΟ διευθύνονται πάντοτε από υπαλλήλους της ΕΚΤ. Απαρτίζονται από υπαλλήλους της, καθώς και από το προσωπικό που διαθέτουν οι εποπτικές αρχές των συμμετεχόντων κρατών μελών. Στο πλαίσιο προηγούμενου ελέγχου μας είχε διαπιστωθεί ότι η ΕΚΤ δεν έχει επαρκή έλεγχο επί του αριθμού και των δεξιοτήτων των εν λόγω υπαλλήλων7. Επιπλέον, για τη στήριξη των ΜΕΟ, η ΕΚΤ διαθέτει ειδικό τμήμα διαχείρισης κρίσεων (ΤΔΚ), ως ομάδα εμπειρογνωμόνων στο αντικείμενο αυτό. Η αλληλεπίδραση με το ΤΔΚ μπορεί επίσης να διασφαλίσει τη συνοχή των αποφάσεων που λαμβάνουν οι ΜΕΟ, καθώς και την αποτελεσματικότητα της διαχείρισης του έργου τους (βλέπε πλαίσιο 1).

Πλαίσιο 1

Ο ρόλος του ΤΔΚ

Οι τρεις βασικοί στόχοι του ΤΔΚ είναι οι εξής: α) να διασφαλίζει τη συνέπεια στον χειρισμό ζητημάτων που σχετίζονται με τη διαχείριση κρίσεων, β) να παρέχει καθοδήγηση και υποστήριξη από εμπειρογνώμονες, σχετικές πληροφορίες και διοικητική συνδρομή στις ΜΕΟ και στην υψηλού επιπέδου ομάδα διαχείρισης κρίσεων (CMT) του ΕΕΜ, γ) να παρέχει κατάρτιση στις ΜΕΟ και δ) να ενεργεί ως σημείο επαφής για τη συνεργασία με τις αρχές εξυγίανσης.

Για κάθε ΣΙ το ΤΔΚ έχει ορίσει ένα σημείο επαφής, το οποίο λειτουργεί ως συνδετικός κρίκος με τις ΜΕΟ. Κατά μέσο όρο, ένα σημείο επαφής υποστηρίζει εννέα ΜΕΟ στην άσκηση των καθηκόντων τους που αφορούν τη διαχείριση κρίσεων.

19

Εκτός από τα παραπάνω, το ΤΔΚ ορίζει και παρακολουθεί δείκτες σχετικούς με τις κρίσεις, οι οποίοι βασίζονται σε πληροφορίες για τους κινδύνους και τις αδυναμίες των ιδρυμάτων υπό την εποπτεία του ΕΕΜ. Λαμβάνει τις σχετικές πληροφορίες από το τμήμα ανάλυσης κινδύνου και από τα τμήματα διαχείρισης κρίσεων των εθνικών αρμόδιων αρχών (ΕΕΑ). Επίσης, συγκεντρώνει δεδομένα σχετικά με την εποπτεία από τη Γενική Διεύθυνση «Στατιστική» της ΕΚΤ (ΓΔ «Στατιστική»).

20

Η εν λόγω οργανωτική δομή ενισχύει την αποτελεσματικότητα της διαχείρισης των καθηκόντων. Υπάρχει σαφής διαχωρισμός αρμοδιοτήτων και καθηκόντων μεταξύ των ΜΕΟ και του ΤΔΚ και αυτό όχι μόνο συμβάλλει στην αποτελεσματική αλληλεπίδραση μεταξύ των δύο πλευρών, αλλά και την ενθαρρύνει. Οι ΜΕΟ έχουν σαφείς αρμοδιότητες για τη συνεχή εποπτεία και συμμετέχουν επίσης σε διάφορα στάδια της διαδικασίας διαχείρισης κρίσεων, όπως στις προπαρασκευαστικές δραστηριότητες, την έγκαιρη παρέμβαση ή τη διαδικασία FOLTF.

21

Η ΕΚΤ βελτίωσε περαιτέρω την αλληλεπίδραση αυτή με τις ΜΕΟ χωρίζοντας το ΤΔΚ σε δύο επιμέρους τμήματα, το τμήμα «Επιχειρήσεων διαχείρισης κρίσεων» και το τμήμα «Πολιτικής και συνεργασίας για την αντιμετώπιση κρίσεων». Το πρώτο είναι υπεύθυνο για την αλληλεπίδραση μεταξύ των επιμέρους τραπεζών και των ΜΕΟ, ενώ το δεύτερο είναι επιφορτισμένο με καθήκοντα που σχετίζονται με τον συντονισμό των πολιτικών σχετικά με το πλαίσιο διαχείρισης κρίσεων και τη συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές, τις αρχές εξυγίανσης και άλλα ενδιαφερόμενα μέρη.

… παρά τις αρχικές αδυναμίες σχεδιασμού

22

Η στήριξη από εμπειρογνώμονες που παρέχει το ΤΔΚ στις ΜΕΟ μπορεί να είναι καθοριστικής σημασίας για την αποτελεσματικότητα της διαχείρισης μιας κατάστασης κρίσης, καθώς δεν διασφαλίζεται ότι τα μέλη των ΜΕΟ διαθέτουν τις απαραίτητες για τη διαχείριση κρίσεων δεξιότητες.

23

Κατά τον αρχικό σχεδιασμό της στελέχωσης του ΤΔΚ δεν είχε προβλεφθεί ο συνδυασμός των διαφόρων δεξιοτήτων. Επιπλέον, στο πλαίσιο της συγκρότησης του ΕΕΜ, για την πρόσληψη του προσωπικού των ΜΕΟ δεν απαιτείτο ρητά εμπειρία στη διαχείριση κρίσεων. Επιπλέον, δεν εμπίπτει στην αρμοδιότητα της ΕΚΤ να διασφαλίζει ότι τα μέλη των ΜΕΟ που αποσπώνται από τις εθνικές αρχές διαθέτουν την απαιτούμενη εμπειρογνωμοσύνη. Το τμήμα ανθρωπίνων πόρων εξετάζει επί του παρόντος το ενδεχόμενο δημιουργίας μιας βάσης δεδομένων που θα περιέχει τις δεξιότητες και τα προσόντα που είναι επιθυμητά για τον ΕΕΜ.

Συνολικά, οι προσλήψεις στο ΤΔΚ έγιναν κατά τρόπο αποδοτικό …

24

Βάσει του δείγματος που εξετάσαμε, συμπεραίνουμε ότι οι προσλήψεις στο ΤΔΚ έγιναν σε γενικές γραμμές κατά τρόπο αποδοτικό, λαμβανομένης μάλιστα υπόψη της δυσκολίες εύρεσης υποψηφίων με την απαιτούμενη πείρα. Για την ολοκλήρωση της διαδικασίας της πρόσληψης απαιτούνταν από δύο έως έξι μήνες, και όλοι οι νεοπροσλαμβανόμενοι διέθεταν τα απαραίτητα προσόντα.

… η ΕΚΤ, ωστόσο, δεν διαθέτει ειδικές διαδικασίες για την επανεκτίμηση της κατανομής του προσωπικού στις ΜΕΟ σε καταστάσεις κρίσης και την αναδιάταξή του με σκοπό την αποτελεσματικότερη διαχείρισή του

25

Όπως αναλύεται στο σημείο 119 της ειδικής έκθεσής μας8, ο αριθμός και η εμβέλεια των εποπτικών καθηκόντων πρέπει να ορίζονται βάσει του βαθμού επικινδυνότητας της εποπτευόμενης οντότητας. Η ταχεία επιδείνωση της θέσης μιας τράπεζας θα μπορούσε να συνεπάγεται περιορισμό πόρων για την αντίστοιχη ΜΕΟ. Σε καταστάσεις κρίσης, οι ΜΕΟ μπορούν να μειώνουν ή να αναβάλλουν τα τακτικά καθήκοντά τους. Ωστόσο, δεν υπάρχει διαδικασία επανεκτίμησης των αναγκών σε προσωπικό ή ανακατανομής του προσωπικού, γεγονός που ενδεχομένως επηρεάζει αρνητικά την αποτελεσματικότητα της διαχείρισης σε καταστάσεις κρίσης.

Συνεργασία και συντονισμός όσον αφορά τη διαχείριση κρίσεων

26

Η αποτελεσματική διαχείριση κρίσεων απαιτεί αποτελεσματική συνεργασία και συντονισμό μεταξύ των ενδιαφερόμενων μερών. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τους διασυνοριακούς τραπεζικούς ομίλους, δεδομένου του σύνθετου χαρακτήρα τους.

27

Βάσει της νομοθεσίας της ΕΕ9, η ΕΚΤ οφείλει, στο πλαίσιο του χειρισμού μιας κατάστασης κρίσης σε μια τράπεζα, να ανταλλάσσει πληροφορίες και να συντονίζει τις δραστηριότητές της με άλλες αρχές. Σε αυτές μπορεί να συγκαταλέγονται άλλες αρμόδιες για την τραπεζική εποπτεία αρχές στο πλαίσιο σωμάτων εποπτών, εποπτικές αρχές στον τομέα των ασφαλίσεων, αρχές εξυγίανσης και αρχές μακροπροληπτικής εποπτείας.

28

Τα σώματα εποπτών αποτελούν διαύλους συνεργασίας και συντονισμού στον τομέα της εποπτείας, τόσο υπό κανονικές συνθήκες όσο και σε καταστάσεις κρίσης. Η αποτελεσματική διαχείριση των καθηκόντων των σωμάτων αυτών περιλαμβάνει την ανταλλαγή σχετικών πληροφοριών, τον συντονισμό των αξιολογήσεων των κρίσεων και τον συντονισμό της αντιμετώπισής τους.

29

Τα σώματα εποπτών πρέπει να βασίζονται σε γραπτές συμφωνίες που περιλαμβάνουν διατάξεις για την εμπιστευτικότητα, τη χρήση και την ανταλλαγή πληροφοριών και τον συντονισμό μεταξύ των μελών10. Ένα υπόδειγμα γραπτών ρυθμίσεων και εσωτερικών διαδικασιών της ΕΚΤ παρέχει καθοδήγηση στις ΜΕΟ σχετικά με τη σύναψη των γραπτών συμφωνιών με τις άλλες αρχές. Ωστόσο, όσον αφορά τις καταστάσεις κρίσης, οι διαδικασίες της ΕΚΤ δεν περιλαμβάνουν ειδικές οδηγίες ως προς το πεδίο αναφοράς και το εύρος των πληροφοριών που ανταλλάσσονται σχετικά με τραπεζικούς ομίλους. Στις γραπτές συμφωνίες που έχουν συναφθεί μέχρι στιγμής, οι πληροφορίες αυτές δεν καθορίζονται πάντοτε δεόντως. Η έλλειψη τέτοιων συμφωνιών μπορεί να υπονομεύσει την αποτελεσματική λειτουργία ενός σώματος εποπτών σε καταστάσεις κρίσης.

Η οργάνωση του συντονισμού και της συνεργασίας με άλλες αρχές δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί

30

Υπό την ιδιότητά της ως αρχής ενοποιημένης εποπτείας, η ΕΚΤ προεδρεύει 34 σωμάτων εποπτών, συμπεριλαμβανομένων τεσσάρων διεθνών σωμάτων στα οποία δεν μετέχουν άλλες εποπτικές αρχές από την ΕΕ πέραν της ΕΚΤ. Η ΕΚΤ βρίσκεται σε διαδικασία σύναψης γραπτών ρυθμίσεων συντονισμού και συνεργασίας (WCCA), προκειμένου να διευκολυνθεί η διαχείριση κρίσεων στους κόλπους των εν λόγω σωμάτων. Τον Ιούνιο του 2017, η ΕΚΤ είχε συνάψει WCCA μόνο για πέντε σώματα (βλέπε πίνακα 1). Η σύναψη WCCA με τα διάφορα σώματα εποπτών δεν ιεραρχήθηκε βάσει επικινδυνότητας. Οι διαπραγματεύσεις είναι σε ορισμένες περιπτώσεις δύσκολες, καθώς εξαρτώνται, μεταξύ άλλων, από την ανταπόκριση των αντισυμβαλλομένων. Η απουσία WCCA θα μπορούσε να περιορίσει την ικανότητα της ΕΚΤ να ανταποκριθεί εγκαίρως και αποτελεσματικά σε μια κρίση.

Πίνακας 1

Κατάσταση προόδου των WCCA

Κατάσταση προόδου Αριθμός ιδρυμάτων
Ολοκληρωμένες 5
Εν αναμονή έγκρισης από την ΕΚΤ 4
Υπό εσωτερική ανάλυση από την ΕΚΤ 18
Υπό εκπόνηση [συμπεριλαμβανομένων δύο παγκοσμίως συστημικά σημαντικών τραπεζών (G-SIB)] 3
Εν αναμονή εκπόνησης (διεθνή σώματα) 4

Πηγή: ΕΚΤ.

31

Τα έγγραφα που μας παρασχέθηκαν από την ΕΚΤ περιέχουν περιορισμένη επιχειρησιακή καθοδήγηση προς τις ΜΕΟ, προκειμένου αυτές μπορούν να διαχειρίζονται κατά τρόπο συνεπή και αποτελεσματικό τα καθήκοντά τους σε σχέση με τα εποπτικά σώματα σε περίπτωση κρίσης.

32

Επίσης, δεν υπάρχει εσωτερικό πλαίσιο κανόνων το οποίο να διασφαλίζει ότι αντιμετωπίζονται οι πρόσθετες προκλήσεις που προκύπτουν από τη συμπληρωματική εποπτεία της ΕΚΤ επί 29 χρηματοπιστωτικών ομίλων ετερογενών δραστηριοτήτων (FICO)11,12. Η έλλειψη ενός τέτοιου πλαισίου θα μπορούσε να έχει αντίκτυπο στην αποτελεσματικότητα και τον έγκαιρο χαρακτήρα της παρέμβασης σε περίπτωση που ένας FICO περιέλθει σε κρίση.

33

Για αυτούς τους δύο λόγους, το υπόδειγμα WCCA της ΕΚΤ έχει ιδιαίτερη σημασία για την αποτελεσματική διαχείριση διασυνοριακών κρίσεων. Ωστόσο, δεν περιλαμβάνει το απαιτούμενο ελάχιστο σύνολο πληροφοριών που πρέπει να ανταλλάσσονται μεταξύ των μελών των σωμάτων εποπτών σε περίπτωση κρίσης13. Στα στοιχεία που έχουμε στη διάθεσή μας δεν εντοπίσαμε παραδείγματα συμφωνίας της ΕΚΤ ως προς το ελάχιστο αυτό σύνολο πληροφοριών. Το τμήμα του προτύπου το οποίο αφορά την αλληλεπίδραση μεταξύ των σωμάτων εποπτών και των σωμάτων εξυγίανσης παρουσιάζει επίσης ελλείψεις, αφενός, λόγω της πρόσφατης σύστασης των σωμάτων εξυγίανσης και, αφετέρου, λόγω του γεγονότος ότι στην αρμοδιότητα του Ενιαίου Συμβουλίου Εξυγίανσης (ΕΣΕ) υπάγονται επί του παρόντος 19 διασυνοριακοί όμιλοι. Η ΕΚΤ έχει δηλώσει ότι προτίθεται να επανεξετάσει το σημείο αυτό αφότου οριστικοποιηθούν οι γραπτές ρυθμίσεις για τα σώματα εξυγίανσης και τις ομάδες διαχείρισης κρίσεων.

Η αλληλεπίδραση με το ΕΣΕ και τα άλλα ενδιαφερόμενα μέρη χρήζει βελτίωσης

34

Η αποτελεσματική αλληλεπίδραση με τις αρχές εξυγίανσης εν γένει, και ειδικότερα με το ΕΣΕ, ως το νέο όργανο της ΕΕ που είναι επιφορτισμένο με την εξυγίανση των τραπεζών που τελούν σε κατάσταση αφερεγγυότητας, αποτελεί πλέον μια νέα και καθοριστικής σημασίας συνιστώσα της διαχείρισης κρίσεων.

35

Η συνεργασία της ΕΚΤ με το ΕΣΕ περιλαμβάνει την κοινή χρήση και ανταλλαγή πληροφοριών σχετικών με τα καθήκοντα του ενός ή και των δύο οργάνων. Σε αυτά περιλαμβάνονται ο σχεδιασμός της εξυγίανσης, η επιβολή μέτρων έγκαιρης παρέμβασης και η πραγματοποίηση αξιολογήσεων FOLTF.

36

Ως πρώτο βήμα προς την κατεύθυνση της διασφάλισης αποτελεσματικής ροής πληροφοριών, τον Δεκέμβριο του 2015 η ΕΚΤ και το ΕΣΕ υπέγραψαν μνημόνιο συνεννόησης (ΜΣ). Επί του παρόντος, αυτό το ΜΣ βρίσκεται υπό επικαιροποίηση, προκειμένου να διευρυνθεί το πεδίο αναφοράς και το εύρος των πληροφοριών που παρέχονται στο ΕΣΕ για τον σχεδιασμό της εξυγίανσης και σε περιπτώσεις κρίσης, βάσει της πείρας της τελευταίας διετίας.

37

Από τον Απρίλιο του 2015, το ΕΣΕ απέκτησε εξ αποστάσεως πρόσβαση στο Darwin, το σύστημα διαχείρισης εγγράφων και αρχείων της ΕΚΤ, και, από τον Δεκέμβριο του 2016, στο IMAS, το σύστημα διαχείρισης πληροφοριών που χρησιμοποιείται στον ΕΕΜ. Η ποσότητα των πληροφοριών που ανταλλάσσονται με το ΕΣΕ σχετικά με καταστάσεις που δεν συνιστούν κρίση είναι περιορισμένη. Όσον αφορά τις καταστάσεις κρίσης, δεν υπάρχει επί του παρόντος προκαθορισμένο σύνολο πληροφοριών που πρέπει να παρέχονται στο ΕΣΕ. Ως εκ τούτου, η ΕΚΤ του παρέχει τις κατά την άποψή της χρήσιμες πληροφορίες και εάν το ΕΣΕ χρειάζεται περισσότερες πρέπει να τις ζητήσει.

38

Η εκ των προτέρων συμφωνία επί των ανταλλασσόμενων πληροφοριών θα διευκόλυνε την παροχή στοιχείων στο ΕΣΕ σε περίπτωση κρίσης, αποκαθιστώντας κατ’ αυτό τον τρόπο την αναποτελεσματικότητα της διαχείρισης που υπάρχει επί του παρόντος από την άποψη αυτή. Βέβαια, αυτό από μόνο του δεν εξασφαλίσει για το ΕΣΕ ότι θα λαμβάνει τις πληροφορίες αυτές σε πρώιμο στάδιο κατά την εκδήλωση μιας κρίσης. Το επίπεδο των πληροφοριών που διατίθενται δεν αυξάνεται αυτόματα με την επιδείνωση της χρηματοοικονομικής θέσης μιας τράπεζας, η οποία περιέρχεται σε κατάσταση κρίσης, αλλά μόνον εάν η ΕΚΤ εξετάσει το ενδεχόμενο έγκαιρης παρέμβασης και θέσει την αντίστοιχη σήμανση κατά το στάδιο IMAS ή εάν η ΕΚΤ κρίνει άλλως σκόπιμο.

39

Συνολικά, οι ελλείψεις αυτές επηρέαζαν αρνητικά την αποτελεσματικότητα της διαχείρισης του συστήματος. Αντί να διαβιβάζεται εξ αρχής ένα πληρέστερο σύνολο δεδομένων, το ΕΣΕ αναγκάζεται να υποβάλλει πολλά ad-hoc αιτήματα, σε σχέση με τα οποία πρέπει να συγκεντρωθούν, να εγκριθούν και να διαβιβαστούν διάφορα δεδομένα. Επιπλέον, η διαδικασία για την ανταλλαγή ευρύτερου συνόλου πληροφοριών όσο επιδεινώνεται η κατάσταση ενός ιδρύματος θα μπορούσε να βελτιωθεί περαιτέρω, ώστε να ενισχυθεί η αποτελεσματικότητα της διαχείρισης. Σε πρόσφατη ειδική έκθεσή μας για το ΕΣΕ περιλαμβάνονται περαιτέρω πληροφορίες σχετικά με τη συνεργασία των δύο οργάνων.

Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου (ΕΣΣΚ)
40

Το ΕΣΣΚ είναι υπεύθυνο για τη μακροπροληπτική επίβλεψη του χρηματοπιστωτικού συστήματος εντός της ΕΕ. Αναγνωρίζει και δίνει προτεραιότητα σε συστημικούς κινδύνους και εκδίδει προειδοποιήσεις και συστάσεις για διορθωτικές ενέργειες. Δεν διαπιστώσαμε να υπάρχουν διαδικασίες που να διασφαλίζουν ότι οι συστημικοί κίνδυνοι για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα που εντοπίζονται από το ΕΣΣΚ λαμβάνονται υπόψη στο πλαίσιο της διαχείρισης κρίσεων από την ΕΚΤ.

Συνεργασία με αρμόδιες αρχές
41

Η ΕΚΤ έχει καθιερώσει εσωτερικές διαδικασίες για την προετοιμασία, τη διαπραγμάτευση και την έγκριση συμφωνιών συνεργασίας ή ΜΣ με άλλες αρμόδιες αρχές με σκοπό τον συντονισμό σε κατάσταση κρίσης (βλέπε γράφημα 1). Έχει υπογράψει ΜΣ με την Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών (ESMA) και εξακολουθεί να εργάζεται προς την κατεύθυνση της σύναψης συμφωνιών συνεργασίας με αρχές εθνικών αγορών, εποπτικές αρχές κρατών μελών εκτός της ζώνης του ευρώ και εθνικές αρχές τρίτων χωρών.

Γράφημα 1

Τέσσερις τομείς εποπτείας που καλύπτονται από ΜΣ με άλλες αρμόδιες αρχές

Πηγή: ΕΚΤ

42

Η προτεραιότητα που δίδεται στη σύναψη συμφωνιών με τρίτες χώρες ΕΕ εξαρτάται από μια σειρά παραγόντων, όπως η ανάλυση των ανοιγμάτων και οι δομές των ομίλων. Ωστόσο, οι προτεραιότητες αυτές δεν αντικατοπτρίζονται σε κάποιο συνολικό σχέδιο δράσης εντός της ΕΚΤ. Ομοίως, κατά τη σύναψη συμφωνιών με αρχές εθνικών αγορών ή με κράτη μέλη εκτός ΕΕΜ, δεν γίνεται ιεράρχησή τους. Στην πράξη, η υπογραφή ΜΣ με αρχές εκτός ΕΕ εξαρτάται από την προθυμία του αντισυμβαλλόμενου μέρους να συνεργαστεί. Οι συμφωνίες που έχουν συναφθεί μέχρι σήμερα στον τομέα της συνεχούς εποπτείας, δεν περιέχουν ειδικές ρυθμίσεις σχετικά με τις δραστηριότητες διαχείρισης των κρίσεων.

43

Επιπροσθέτως, η ΕΚΤ οφείλει, βάσει της σχετικής νομοθεσίας, να ενημερώνει τα άλλα ενδιαφερόμενα μέρη σχετικά με πιθανές καταστάσεις κρίσης, ανάλογα με τη σοβαρότητά τους. Στα εν λόγω ενδιαφερόμενα μέρη περιλαμβάνονται η ΕΑΤ, οι εθνικές κεντρικές τράπεζες και η ίδια η νομισματική λειτουργία της ΕΚΤ.

Σχεδιασμός της ανάκαμψης

44

Βασική υποχρέωση της οδηγίας BRR είναι οι τράπεζες να καταρτίζουν και να διατηρούν σχέδια για την αποκατάσταση της χρηματοοικονομικής τους θέσης σε περίπτωση αιφνίδιας επιδείνωσης. Τα σχέδια αυτά είναι γνωστά ως σχέδια ανάκαμψης. Υπό την ιδιότητά της ως αρχής τραπεζικής εποπτείας, η ΕΚΤ οφείλει να αξιολογεί σε ετήσια βάση την ποιότητα των σχεδίων ανάκαμψης.

45

Η αποτελεσματική διαδικασία αξιολόγησης των σχεδίων ανάκαμψης προϋποθέτει την ύπαρξη συνεκτικών εργαλείων και σαφώς καθορισμένων ρόλων και αρμοδιοτήτων εντός της ΕΚΤ. Οι ΜΕΟ διενεργούν τις εκτιμήσεις τους και παρέχουν ανατροφοδότηση στις τράπεζες εντός συγκεκριμένων προθεσμιών, εξασφαλίζοντας για το ΕΣΕ τη δυνατότητα να διατυπώσει τις απόψεις του14.

46

Η αποτελεσματική διαδικασία επιτρέπει επίσης την άμεση επισήμανση τυχόν αδυναμιών και διασφαλίζει τη συνέπεια της αξιολόγησης των σχεδίων ανάκαμψης για το σύνολο του ΕΕΜ. Τέλος, τα αποτελέσματα των συνολικών αξιολογήσεων χρησιμοποιούνται συστηματικά ως βάση για την προετοιμασία της αντιμετώπισης κρίσεων και τη διαχείρισή τους.

Έπειτα από μια μεταβατική περίοδο, η ΕΚΤ όρισε ένα συνεκτικό χρονοδιάγραμμα για την υποβολή των σχεδίων ανάκαμψης …

47

Η ΕΚΤ αναγκάστηκε να επιλέξει τη σταδιακή υποβολή για όλες τις τράπεζες λόγω της καθυστερημένης μεταφοράς της οδηγίας BRR στο δίκαιο πολλών κρατών μελών. Η διαδικασία αναπροσαρμόστηκε και, για τον δεύτερο γύρο το 2016, εγκρίθηκε και εφαρμόστηκε μια νέα προσέγγιση για την υποβολή των σχεδίων, η οποία ενίσχυσε την αποτελεσματικότητα της διαχείρισης της διαδικασίας.

… όμως η λήψη κοινών αποφάσεων για τα σχέδια ανάκαμψης ομίλων συνέχισε να αποτελεί πρόκληση

48

Η ακριβής διαδικασία που πρέπει να εφαρμόζεται για την αξιολόγηση διαφοροποιείται ανάλογα με τη δομή της τράπεζας ή του τραπεζικού ομίλου. Παραδείγματος χάριν, στην περίπτωση των διασυνοριακών τραπεζικών ομίλων, το σώμα των εποπτών καλείται να λάβει κοινή απόφαση εκ μέρους όλων των μελών του. Στο παράρτημα II περιγράφεται το διάγραμμα ροής της διαδικασίας για την αξιολόγηση των σχεδίων ανάκαμψης από τα σώματα εποπτών.

49

Σύμφωνα με την ΕΚΤ, κατά τον πρώτο γύρο υποβολής σχεδίων σημειώθηκαν καθυστερήσεις για διάφορους λόγους. 71 από τις 106 τράπεζες (67 %) υπέβαλαν τα σχέδια ανάκαμψής τους εγκαίρως. Το ΕΣΕ δεν διατύπωσε σχόλια σχετικά με κανένα εξ αυτών κατά τον γύρο του 2015. Όπου η διαδικασία απαιτούσε τη συμμετοχή εποπτικού σώματος, η επίσημη διαδικασία λήψης κοινής απόφασης ολοκληρώθηκε, ήτοι κατέληξε στη λήψη κοινής απόφασης από όλα τα μέλη, μόνο σε 11 από τις 32 περιπτώσεις (34 %). Στο σύνολό τους, τα αποτελέσματα αυτά υποδηλώνουν ως έναν βαθμό την αναποτελεσματικότητα του έργου των σωμάτων εποπτών.

Η χρήση εθνικών εμπειρογνωμόνων μπορεί να προκαλέσει συγκρούσεις διακυβέρνησης

50

Η αρμόδια αρχή φέρει την ευθύνη της αξιολόγησης των σχεδίων ανάκαμψης15. Στην περίπτωση των ΣΙ, αρμόδια αρχή είναι η ΕΚΤ. Το ίδιο το εγχειρίδιο εποπτείας της ΕΚΤ16 επιτρέπει στους υπαλλήλους των ΕΑΑ να συμμετέχουν στην αξιολόγηση των σχεδίων ανάκαμψης – χωρίς, ωστόσο, να συμμετέχουν σε ΜΕΟ ή να υποβάλλουν εκθέσεις στον υποσυντονιστή της ΕΑΑ. Αντ’ αυτού, αναφέρονται στον επικεφαλής της αντίστοιχης εθνικής υπηρεσίας. Στην ειδική έκθεσή μας αριθ. 29/2016 (σημεία 140, 141 και 147), καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι οι συγκρουόμενες γραμμές λογοδοσίας και η μη αξιολόγηση των επιδόσεων μπορούν να έχουν δυνητικά αρνητικό αντίκτυπο στην απόδοση και την αποτελεσματικότητα της διαχείρισης της διαδικασίας αξιολόγησης. Σε αυτή την περίπτωση, η κατάσταση είναι ακόμη περισσότερο προβληματική, καθώς δεν υπάρχει σύνδεση με τη ΜΕΟ μέσω του υποσυντονιστή της ΕΑΑ, ούτε εξάλλου καμία τυπικά καθορισμένη διαδικασία παράδοσης. Επίσης, το εγχειρίδιο δεν παρέχει κατευθυντήριες οδηγίες για τη διαδικαστική αλληλεπίδραση μεταξύ του συντονιστή της ΜΕΟ και των ενδιαφερόμενων εθνικών εμπειρογνωμόνων.

Μολονότι το ΤΔΚ παρακολουθεί τη διαδικασία σχεδιασμού της ανάκαμψης και παρέχει γενική καθοδήγηση στις ΜΕΟ και τις τράπεζες, είναι αναγκαίες ορισμένες βελτιώσεις

51

Κατά τη διάρκεια δύο εσωτερικών αναλύσεων, το ΤΔΚ εντόπισε ορισμένα προβλήματα σχετικά με την αποτελεσματικότητα της διαχείρισης της διαδικασίας αξιολόγησης. Διαπιστώθηκε η ανάγκη περαιτέρω καθοδήγησης σχετικά με τις επιλογές, τα σενάρια και τους δείκτες ανάκαμψης, η οποία παρασχέθηκε στη συνέχεια στις εποπτικές αρχές σε πολλούς τομείς του σχεδιασμού ανάκαμψης. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την ανάπτυξη μιας περισσότερο εναρμονισμένης και αποδοτικής προσέγγισης των αξιολογήσεων.

52

Προκειμένου να βελτιωθεί η ποιότητα και η αξιοπιστία των σχεδίων ανάκαμψης και να διασφαλιστεί η αποτελεσματικότητα της διαδικασίας, είναι ζωτικής σημασίας τα ιδρύματα να υποβάλλουν με σαφή και συνεπή τρόπο τα βασικά στοιχεία που απαιτούνται από την οδηγία BRR. Για τον σκοπό αυτό, η ΕΚΤ παρέσχε στα ιδρύματα ένα συνοπτικό τυποποιημένο υπόδειγμα υποβολής εκθέσεων, το οποίο τους επιτρέπει να υποβάλλουν τα βασικά οικονομικά στοιχεία με τον ίδιο τρόπο. Το εργαλείο αυτό περιέχει προκαθορισμένες αξιολογήσεις και έχει το πλεονέκτημα ότι συνδέει πληροφορίες από δείκτες, σενάρια και επιλογές και ποσοτικοποιεί τον αντίκτυπό τους. Το υπόδειγμα χρησιμοποιήθηκε αρχικά για τον κύκλο του 2016. Είναι θετικό το γεγονός ότι έχει ήδη αναθεωρηθεί και επικαιροποιηθεί ελαφρώς ενόψει του επόμενου γύρου, με την ενσωμάτωση πρόσθετων οδηγιών τόσο προς τις τράπεζες όσο και προς τις εποπτικές αρχές.

53

Παρά την καθοδήγηση που έχει ήδη αναπτύξει το ΤΔΚ σε συνεργασία με το Δίκτυο Διαχείρισης Κρίσεων σε αρκετούς τομείς, οι ΜΕΟ επαλήθευσαν μέσω συνεντεύξεων -και πολλές τράπεζες επιβεβαίωσαν στο πλαίσιο της έρευνάς μας, (βλέπε σημείο 14)- την ανάγκη πρόσθετης βοήθειας, προκειμένου να βελτιωθεί η ποιότητα των πληροφοριών που παρέχονται στα σχέδια ανάκαμψης (βλέπε παράρτημα III για τις λεπτομερείς απαντήσεις). Ένας τομέας ιδιαίτερης σημασίας ήταν η βαθμονόμηση των ορίων των δεικτών, παραδείγματος χάριν με τον καθορισμό ορίων ενεργοποίησης για τα ποσοστά / τους δείκτες και με τον καθορισμό του επιλεγέντος περιθωρίου πάνω από τις απαιτήσεις του πυλώνα, για την οποία επισημαίνεται, ωστόσο, η ΕΑΤ παρείχε ήδη σχετική καθοδήγηση.

54

Στο πλαίσιο αυτό, η ΕΚΤ δεν έχει παράσχει στις ΜΕΟ λεπτομερείς κατευθυντήριες οδηγίες, πέραν εκείνων της ΕΑΤ17, σχετικά με τον τρόπο αξιολόγησης της ποιότητας των δεικτών (συγκεκριμένα του ενδεδειγμένου χαρακτήρα της βαθμονόμησης των ορίων για κάθε δείκτη), κάτι το οποίο θα βελτίωνε την αποτελεσματικότητα της διαχείρισης της διαδικασίας. Τον Ιούνιο του 2017, διαπιστώσαμε ότι η ΕΚΤ δεν έχει διενεργήσει ανάλυση έναντι ομοειδών τραπεζών με παρόμοια επιχειρηματικά μοντέλα και χαρακτηριστικά (κάτι το οποίο, σύμφωνα με την ΕΑΤ, μπορεί να οδηγήσει στον εντοπισμό κοινών τάσεων και βέλτιστων πρακτικών).

Μολονότι η ΕΚΤ έχει ενσωματώσει τις νομικές απαιτήσεις για την αξιολόγηση των σχεδίων ανάκαμψης σε ένα αποτελεσματικό και αρκετά ολοκληρωμένο εργαλείο …

55

Η ΕΚΤ και οι ΕΑΑ ένωσαν τις δυνάμεις τους για την ανάπτυξη ενός υποδείγματος το οποίο να καλύπτει το σύνολο των νομικών απαιτήσεων για την αξιολόγηση των σχεδίων ανάκαμψης. Το υπόδειγμα έχει απλουστεύσει το έργο των εποπτικών αρχών, έχει βελτιώσει την ποιότητα των αξιολογήσεων και έχει ενισχύσει την αποτελεσματικότητα της διαχείρισης της διαδικασίας. Οι συντονιστές των ΜΕΟ επιβεβαίωσαν προφορικά τη θετική τους άποψη για το εν λόγω απλουστευμένο υπόδειγμα.

56

Για την υποστήριξη της αξιολόγησης της αξιοπιστίας και της σκοπιμότητας των επιμέρους επιλογών ανάκαμψης, η ΕΚΤ σχεδίασε ένα εργαλείο σε μορφή excel. Το εργαλείο αυτό συνδυάζει ποιοτικά στοιχεία από τις αξιολογήσεις των σχεδίων ανάκαμψης με συγκεκριμένα ανά τράπεζα δεδομένα και δεδομένα της αγοράς και υπολογίζει τον αντίκτυπο ενός ευρέος φάσματος πιθανών μέτρων στο πλαίσιο διαφορετικών σεναρίων. Καθώς παρέχει πρόσβαση σε πληθώρα διαθέσιμων δεδομένων, ιστορικών και τρεχόντων, αναμένεται να συμβάλει στην ανάπτυξη μιας ρεαλιστικότερης εικόνας ως προς τη δυνατότητα εφαρμογής των επιμέρους μέτρων, ενισχύοντας από την άποψη αυτή την αποτελεσματικότητα της διαχείρισης των εν λόγω αξιολογήσεων.

57

Καθιερώθηκε διαδικασία για την επικαιροποίηση σε ετήσια βάση του εργαλείου αξιολόγησης των σχεδίων ανάκαμψης υπό την αιγίδα ειδικής ομάδας εμπειρογνωμόνων από το του δίκτυο διαχείρισης κρίσεων. Η ΕΚΤ μάς παρείχε στοιχεία τα οποία καταδεικνύουν τον τρόπο με τον οποίο γίνεται ο διασταυρωτικός έλεγχος του εργαλείου αξιολόγησης βάσει του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού της Επιτροπής (ΕΕ) αριθ. 2016/98, αλλά και τον τρόπο επικαιροποίησης και ενσωμάτωσης συγκεκριμένων στοιχείων στο εργαλείο αυτό. Το εργαλείο περιέχει επίσης παραπομπές στις σχετικές νομικές απαιτήσεις με σκοπό την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας.

58

Ωστόσο, παρατηρήσαμε ότι δεν υπήρχε επίσημη διαδικασία ανάλυσης των συγκριτικών εκθέσεων της ΕΑΤ18, ούτε τεκμηρίωση από την οποία να προκύπτει αν οι διαπιστώσεις και τα συμπεράσματά τους αντικατοπτρίζονται στο ίδιο το εργαλείο, κατά τρόπον ώστε να παρέχονται στον χρήστη πρόσθετες οδηγίες ή πρακτικά παραδείγματα. Τα στοιχεία αυτά θα βελτίωναν την αποτελεσματικότητα των αξιολογήσεων, δεδομένου ότι οι αξιολογητές δεν θα ήταν αναγκασμένοι να αναζητούν σχετική καθοδήγηση σε μια σειρά από διάσπαρτα έγγραφα.

59

Παρά το γεγονός ότι οι αξιολογητές έχουν συνήθως πρόσβαση στο IMAS, η ΕΚΤ δεν έχει θεσπίσει επίσημη διαδικασία για την παροχή καθοδήγησης σχετικά με την επαλήθευση των πληροφοριών που περιέχονται στα σχέδια ανάκαμψης σε σχέση με δεδομένα από άλλες πηγές (π.χ. Εκθέσεις για έργα ελέγχου, μητρώα, δεδομένα της ΔΕΕΑ, εκθέσεις επιτόπιων επιθεωρήσεων), συμπεριλαμβανομένων συνδέσμων προς τις εν λόγω πηγές. Η αποτελεσματικότητα θα μπορούσε να επηρεαστεί αρνητικά από αυτήν την έλλειψη καθοδήγησης, ιδίως όταν τα σχέδια ανάκαμψης αξιολογούνται από εθνικούς εμπειρογνώμονες των ΕΑΑ που δεν είναι μέλη της αντίστοιχης ΜΕΟ ή από λιγότερο έμπειρους υπαλλήλους.

… τα αποτελέσματα του σχεδιασμού της ανάκαμψης δεν χρησιμοποιούνται συστηματικά για την αναγνώριση ή τη διαχείριση κρίσεων

60

Η αξιολόγηση των σχεδίων ανάκαμψης ολοκληρώνεται με τη συμπλήρωση υποδείγματος αξιολόγησης και την αποστολή στην τράπεζα επιστολής ανατροφοδότησης, στην οποία περιγράφονται οι ελλείψεις του σχεδίου. Το εγχειρίδιο εποπτείας περιέχει γενικούς κανόνες για τη χρήση των πληροφοριών αυτών. Για την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας της διαχείρισης, τα αποτελέσματα των αξιολογήσεων των σχεδίων ανάκαμψης πρέπει επίσης να αποτελούν κεντρικό και συστηματικό στοιχείο της διαδικασίας συνεχούς εποπτείας της ΕΚΤ. Εντούτοις, δεν υπάρχει συγκεκριμένη σχετική διαδικασία, ούτε και έχει καθοριστεί τεκμηριωμένη εκροή, παραδείγματος χάριν μια συνοπτική έκθεση, που να απαιτεί από τις ΜΕΟ να συμπεριλαμβάνουν τις διάφορες πτυχές ενός σχεδίου ανάκαμψης στη συνεχή εποπτεία που ασκούν. Για μερικά παραδείγματα βλέπε πλαίσιο 2.

Πλαίσιο 2

Πώς μπορούν οι ΜΕΟ να χρησιμοποιήσουν τα αποτελέσματα της αξιολόγησης των σχεδίων ανάκαμψης στο πλαίσιο της συνεχούς εποπτείας

Παρακολούθηση των δεικτών

Παρακολούθηση του κατά πόσον οι τράπεζες έλαβαν τα μέτρα που προβλέπονται στο σχέδιο ανάκαμψης, χωρίς όμως να τα χαρακτηρίζουν έτσι

Επιτόπια επιθεώρηση (π.χ. προκειμένου να επαληθευθεί η σκοπιμότητα εάν οι παρεχόμενες πληροφορίες δεν είναι πειστικές, ή η ακρίβεια των υποκείμενων δεδομένων και παραδοχών)

Παρακολούθηση των περιπτώσεων οιονεί μη τήρησης των δεικτών του σχεδίου ανάκαμψης19

Κατάρτιση σύντομης έκθεσης σχετικά με πιθανά μέτρα παρέμβασης στο πλαίσιο της διαχείρισης κρίσεων στην τράπεζα

61

Τα αποτελέσματα των αξιολογήσεων των σχεδίων ανάκαμψης δεν αξιοποιούνται ακόμη στις συζητήσεις της ομάδας διαχείρισης κρίσεων συγκεκριμένου ιδρύματος (IS-CMT)20 ή στις συζητήσεις για πιθανή χρήση μέτρων έγκαιρης παρέμβασης. Από τις ανωτέρω πληροφορίες δεν προκύπτει σαφώς ότι πληροφορίες που έχουν ήδη αντληθεί από τη διαδικασία αξιολόγησης χρησιμοποιούνται με συστηματικό τρόπο. Παραδείγματος χάριν, δεν διασφαλίζεται η συστηματική παρακολούθηση της μη τήρησης των δεικτών ή της υλοποίησης των δράσεων ανάκαμψης. Οι αδυναμίες αυτές θα μπορούσαν να επηρεάσουν δυσμενώς την αποτελεσματική διαχείριση της αναγνώρισης κρίσεων, της έγκαιρης παρέμβασης και της αντιμετώπισης κρίσεων.

Οι εποπτευόμενες οντότητες αντιμετωπίζουν σε γενικές γραμμές θετικά τη διαδικασία του σχεδιασμού της ανάκαμψης

62

Στο πλαίσιο του ελέγχου διενεργήσαμε ηλεκτρονική έρευνα στο σύνολο των τραπεζών που είχαν υποβάλει σχέδια ανάκαμψης στην ΕΚΤ. Ζητήσαμε τις απόψεις τους σχετικά με τα πρότυπα που έχουν τεθεί για τον σχεδιασμό της ανάκαμψης και την αλληλεπίδρασή τους με την ΕΚΤ στο πλαίσιο αυτής της διαδικασίας. Το σχετικό ερωτηματολόγιο απεστάλη και στα 125 ΣΙ και η έρευνα πραγματοποιήθηκε τον Μάρτιο και τον Απρίλιο του 2017. Ελήφθησαν απαντήσεις από 64 οντότητες από 17 κράτη μέλη (για τις λεπτομερείς απαντήσεις, βλέπε παράρτημα III).

63

Σε γενικές γραμμές, οι τράπεζες απάντησαν θετικά στα σχετικά με τη διαδικασία σχεδιασμού της ανάκαμψης ερωτήματα, παρά το γεγονός ότι επεσήμαναν επίσης την ανάγκη για μεγαλύτερη σαφήνεια και καθοδήγηση, προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι εναπομένουσες ασάφειες σε ορισμένους τομείς. Μεταξύ των τελευταίων συγκαταλέγονταν ο καθορισμός των σημάτων έγκαιρης προειδοποίησης και των δεικτών των σχεδίων ανάκαμψης, η βαθμονόμηση των δεικτών και των κατάλληλων ορίων, η ευθυγράμμιση των δεικτών με τα επιχειρηματικά μοντέλα των τραπεζών και η μεθοδολογία που υιοθετείται για τις αντίστροφες ασκήσεις προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων για ολόκληρο το φάσμα των σεναρίων. Δέκα τράπεζες τόνισαν την αλληλοεπικάλυψη των αιτημάτων παροχής πληροφοριών και ζήτησαν σαφέστερη διάκριση μεταξύ των πληροφοριών που απαιτούνται για τα σχέδια ανάκαμψης και τα σχέδια εξυγίανσης, αντίστοιχα21.

64

Οι περισσότερες τράπεζες ανέφεραν θετική αλληλεπίδραση με την ΕΚΤ, αν και επτά δήλωσαν ότι οι επιστολές ανατροφοδότησης είχαν καθυστερήσει ή δεν τους είχαν καν αποσταλεί22. Δώδεκα τράπεζες διατύπωσαν την άποψη ότι οι ΜΕΟ πρέπει να είναι περισσότερο συγκεκριμένες στην παροχή τεχνικής βοήθειας στις τράπεζες. Την ίδια επιθυμία εξέφρασαν και ως προς την καθοδήγηση σχετικά με τον τρόπο ενσωμάτωσης των θυγατρικών στα σχέδια ανάκαμψης ομίλων. Τέλος, εννέα τράπεζες αμφισβήτησαν την εφαρμογή της αρχής της αναλογικότητας. Λεπτομερής ανάλυση των απαντήσεων σε κάθε ερώτημα παρατίθεται στο παράρτημα III.

Λόγω του περιορισμένου δείγματος που παρέσχε η ΕΚΤ, δεν κατέστη δυνατή η εξαγωγή συμπερασμάτων σχετικά με τις αξιολογήσεις των σχεδίων ανάκαμψης

65

Λόγω των περιορισμών που περιγράφηκαν ανωτέρω στο σημείο 16, χρειάστηκε να προσαρμόσουμε τις ελεγκτικές διαδικασίες μας και ήμαστε σε θέση μόνο να συγκρίνουμε τις πληροφορίες (με μερική απάλειψη στοιχείων) για επιλεγμένες πτυχές τριών σχεδίων ανάκαμψης με τα διαθέσιμα κριτήρια / τη διαθέσιμη καθοδήγηση και τις επακόλουθες εκτιμήσεις. Στόχος μας ήταν να αξιολογήσουμε, στο μέτρο του δυνατού, τη συνοχή και τη συνέπεια του εργαλείου αξιολόγησης που χρησιμοποιεί η διοίκηση. Για τον σκοπό αυτό εξετάσαμε, με όσα μέσα διαθέταμε, με ποιον τρόπο εφαρμόστηκαν οι αξιολογήσεις στην πράξη και κατά πόσον παρείχαν στις τράπεζες αποτελεσματική ανατροφοδότηση υπό μορφή πλήρους καταλόγου των διαπιστούμενων ανεπαρκειών.

66

Εντοπίσαμε ορισμένες ήσσονος σημασίας ασυνέπειες ως προς τα κριτήρια αξιολόγησης στο τμήμα σχετικά με τους δείκτες και τις συνακόλουθες αξιολογήσεις, καθώς και ως προς την ανατροφοδότηση προς τις τράπεζες. Επιπλέον, η διαδρομή των πληροφοριών ελέγχου επηρεάστηκε αρνητικά από το γεγονός ότι οι αξιολογητές δεν παρέπεμπαν στα σχετικά τμήματα του σχεδίου ανάκαμψης ή του φακέλου εποπτείας23. Ωστόσο, τα αποδεικτικά στοιχεία που μας παρασχέθηκαν δεν ήταν αρκετά προκειμένου να καταλήξουμε σε συμπέρασμα σχετικά με την αποτελεσματικότητα της εφαρμογής στην πράξη της διαδικασίας σχεδιασμού της ανάκαμψης. Για λεπτομερή ανάλυση των περιορισμών της εμβέλειας του ελέγχου, βλέπε παράρτημα I.

Αναγνώριση κρίσεων

67

Το ρυθμιστικό πλαίσιο της ΕΕ περιλαμβάνει ένα ευρύ φάσμα εξουσιών έγκαιρης παρέμβασης και άλλων εποπτικών αρμοδιοτήτων για τον χειρισμό τραπεζών που βρίσκονται σε κρίση. Ως εποπτική αρχή, η ΕΚΤ έχει θεσπίσει ένα πλαίσιο διαχείρισης κρίσεων, το οποίο, σε αντίστοιχη περίπτωση, πρέπει να ενεργοποιεί έγκαιρη και αποτελεσματική αντίδραση και να διασφαλίζει τη λήψη των κατάλληλων αποφάσεων.

68

Για να είναι αποτελεσματικό, το πλαίσιο αυτό πρέπει να διασφαλίζει ότι η ΕΚΤ ασκεί τις εξουσίες της σύμφωνα με τις σχετικές κατευθυντήριες γραμμές της ΕΑΤ και τους στόχους του ΕΕΜ. Η αποτελεσματικότητα της διαχείρισης των κρίσεων εξαρτάται από την ικανότητα της εποπτικής αρχής να αναγνωρίζει τις κρίσεις σε πρώιμο στάδιο. Αυτό προϋποθέτει ορθή κατανόηση της νομικής βάσης για την άσκηση της εξουσίας έγκαιρης παρέμβασης και των λοιπών εποπτικών αρμοδιοτήτων, με αντικειμενικά κριτήρια και βάσει της αρχής της αναλογικότητας. Στο πλαίσιο αυτό, είναι πολύ σημαντικό να υπάρχουν κατάλληλες διαδικασίες και ολοκληρωμένη και λεπτομερής καθοδήγηση για τους υπαλλήλους, δεδομένων των νομικών προκλήσεων που έχει διαπιστώσει η ΕΚΤ για την ομοιόμορφη άσκηση των αρμοδιοτήτων της.

Μολονότι η ΕΚΤ έχει κατανείμει τα καθήκοντα και έχει καθορίσει τη συνολική ροή εργασιών για την αναγνώριση και την αντιμετώπιση κρίσεων, δεν έχει αναπτύξει πλήρως τις κατευθυντήριες οδηγίες της για την εφαρμογή των σχετικών διατάξεων δεν έχουν αναπτυχθεί επαρκώς

69

Δύο από τα κύρια επιχειρησιακά έγγραφα της ΕΚΤ για τη διαχείριση κρίσεων είναι δύο κεφάλαια του εγχειριδίου του ΕΕΜ, καθώς και το σχέδιο δράσης έκτακτης ανάγκης (ΣΔΕΑ) του ΕΕΜ. Τα έγγραφα αυτά αναφέρονται στην άσκηση των εξουσιών έγκαιρης παρέμβασης και σε άλλες επιχειρησιακές πτυχές, όπως η συγκρότηση και η λειτουργία ομάδας διαχείρισης κρίσεων.

70

Το εγχειρίδιο του ΕΕΜ και το ΣΔΕΑ περιλαμβάνουν μόνο παραπομπές στις σχετικές νομικές διατάξεις και στις κατευθυντήριες οδηγίες της ΕΑΤ για τις εξουσίες έγκαιρης παρέμβασης, και όχι συγκεκριμένη καθοδήγηση σχετικά με τον τρόπο εφαρμογής τους. Σε σημείωμα με τίτλο «SREP Guidance for Early Intervention Assessment» (Οδηγίες ΔΕΕΑ για τις αξιολογήσεις έγκαιρης παρέμβασης), που επικαιροποιήθηκε τον Ιούλιο του 2016, πέραν των αναφορών στη σχετική νομοθεσία και τις κατευθυντήριες οδηγίες της ΕΑΤ, περιλαμβάνονται ορισμένα ερωτήματα ελέγχου και απαριθμούνται τα ζητήματα που χρήζουν τεκμηρίωσης. Ωστόσο, δεν περιγράφονται οι νομικές εξουσίες της ΕΚΤ, ούτε και οι προϋποθέσεις άσκησής τους, όπως προβλέπεται από την εθνική νομοθεσία και τον κανονισμό ΕΕΜ. Επιπλέον, το σημείωμα δεν παρέχει σαφή καθοδήγηση σχετικά με τα αντικειμενικά στοιχεία που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για την άσκηση της εποπτικής κρίσης και της διακριτικής ευχέρειας στο πλαίσιο αυτό.

71

Στις οδηγίες ΔΕΕΑ για τις αξιολογήσεις έγκαιρης παρέμβασης, έκδοση 2016, δεν προσδιορίζεται η ελάχιστη προβλεπόμενη κεφαλαιακή απαίτηση (δηλαδή εάν περιλαμβάνεται ο πυλώνας 1, ο πυλώνας 2 και τα κεφαλαιακά αποθέματα ασφαλείας), ούτε οι σχετικές απαιτήσεις ρευστότητας. Ομοίως, δεν αναφέρεται και σε άλλες απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας, ιδίως όσες αφορούν ρυθμίσεις για τη διακυβέρνηση και την επιχειρησιακή ικανότητα, οι οποίες θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη στο πλαίσιο αυτό. Δεν διευκρινίζεται, ακόμη, τι συνιστά παραβίαση των σχετικών κανονιστικών απαιτήσεων ή τι καθιστά πιθανή παραβίασή τους στο εγγύς μέλλον, αν και αυτό είναι θεμελιώδες προκειμένου η ΕΚΤ να κατανοήσει πότε πρέπει να ασκεί τις αρμοδιότητές της.

72

Εν κατακλείδι, ως εκ τούτου, τον Ιούνιο του 2017, οι υπάλληλοι της ΕΚΤ λαμβάνουν ελάχιστη υποστήριξη κατά την άσκηση της εποπτικής τους κρίσης και της διακριτικής ευχέρειας που διαθέτουν. Το γεγονός αυτό είναι πιθανόν να επηρεάσει δυσμενώς την αποτελεσματικότητα της διαχείρισης, εκ μέρους της ΕΚΤ, της αναγνώρισης και της αντιμετώπισης κρίσεων.

Μολονότι η ΕΚΤ διαθέτει διαδικασίες για την αναγνώριση κρίσεων, …

73

Τόσο το εγχειρίδιο του ΕΕΜ όσο και το ΣΔΕΑ αναφέρουν ότι οι δραστηριότητες διαχείρισης κρίσεων της ΕΚΤ θα πρέπει να ενεργοποιούνται όταν σημειώνεται «ουσιώδης επιδείνωση» της οικονομικής κατάστασης ενός ιδρύματος. Το εγχειρίδιο αναφέρει ότι η ουσιώδης επιδείνωση αναγνωρίζεται βάσει των ακόλουθων στοιχείων:

  1. γνωστοποίηση της πιθανής κατάστασης κρίσης από το ίδιο το ίδρυμα,
  2. αναγνώριση της επιδείνωσης από τις ΜΕΟ, ιδίως βάσει των παρατηρήσεων από το σύστημα αξιολόγησης κινδύνου (ΣΑΚ24) της ΕΚΤ.
  3. οριζόντια παρακολούθηση από το ΤΔΚ.
74

Η γνωστοποίηση πιθανής κατάστασης κρίσης από την εποπτευόμενη οντότητα αποτελεί μέχρι στιγμής την εξαίρεση και όχι τον κανόνα. Στην πράξη, η ΕΚΤ αναγνωρίζει τις καταστάσεις κρίσης στο πλαίσιο της συνεχούς εποπτείας της.

Πλαίσιο 3

Αναγνώριση των κρίσεων

Οι ΜΕΟ παρακολουθούν ένα ευρύ φάσμα οικονομικών και εποπτικών στοιχείων τόσο από την προοπτική του συγκεκριμένου ιδρύματος όσο και από οριζόντια προοπτική. Προκειμένου να αξιολογούνται η εγγενής επικινδυνότητα ενός ιδρύματος, η θέση του έναντι ομάδας ομοειδών ιδρυμάτων και η ευπάθειά του σε εξωγενείς παράγοντες, εφαρμόζεται εναρμονισμένη μεθοδολογία ΔΕΕΑ. Τουλάχιστον μία φορά τον χρόνο λαμβάνεται απόφαση ΔΕΕΑ για τη βαθμολόγηση κάθε εποπτευόμενης οντότητας. Οι βαθμολογίες ΔΕΕΑ δημιουργούνται αυτόματα με βάση συγκεκριμένα στοιχεία κανονιστικού και χρηματοοικονομικού περιεχομένου, καθώς και με βάση τις ποσοτικές και ποιοτικές αξιολογήσεις των ΜΕΟ για ένα προκαθορισμένο σύνολο κριτηρίων, μπορεί όμως να χρησιμοποιηθεί και «οριοθετημένη κρίση», προκειμένου να επέλθουν ορισμένες προσαρμογές στο συνολικό αποτέλεσμα.

Από επιχειρησιακής άποψης, το ΣΑΚ υποστηρίζει το καθημερινό εποπτικό έργο των ΜΕΟ. Χρησιμοποιείται για την αξιολόγηση των επιπέδων επικινδυνότητας και των δικλίδων ελέγχου των ιδρυμάτων από την άποψη του επιχειρηματικού τους μοντέλου, την εσωτερική διακυβέρνηση, την κεφαλαιακή επάρκεια και την επάρκεια ρευστότητας σε συνεχή βάση. Το ΣΑΚ τροφοδοτείται με τακτική υποβολή εκθέσεων και στοιχεία περί ποιότητας, περιλαμβάνει δε επίσης ad hoc πληροφορίες που περιέρχονται στις ΜΕΟ από διάφορες πηγές (συμπεριλαμβανομένων βραχυπρόθεσμων ασκήσεων, εκθέσεων εξωτερικού ελέγχου και συναντήσεων). Το αποτέλεσμα του ΣΑΚ είναι μια ανάλυση κινδύνου βάσει βαθμολογίας. Οι εκτιμήσεις των ΜΕΟ εκτελούνται και τεκμηριώνονται στο IMAS σε συνεχή βάση.

… δεν υπάρχει κοινό σύνολο δεικτών με σαφή ελάχιστα όρια για τον προσδιορισμό της επιδείνωσης και το βασικό μέσο αναγνώρισης έχει αρκετά μειονεκτήματα …

75

Η οδηγία BRR απαιτεί την έγκαιρη παρέμβασης και την άσκηση άλλων εποπτικών εξουσιών, όταν μια τράπεζα παραβιάζει ή, λόγω της ταχέως επιδεινούμενης οικονομικής κατάστασης διαπιστούμενης βάσει συγκεκριμένων στοιχείων ενεργοποίησης, είναι πιθανό να παραβιάσει τις κανονιστικές απαιτήσεις, όπως την κεφαλαιακή βάση. Οι κατευθυντήριες οδηγίες της ΕΑΤ για τη χρήση μέτρων έγκαιρης παρέμβασης25 παρέχουν στην ΕΚΤ πρόσθετα εργαλεία προκειμένου να διαπιστωθεί κατά πόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις για έγκαιρη παρέμβαση.

76

Σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες της ΕΑΤ, στα συγκεκριμένα ανά τράπεζα στοιχεία ενεργοποίησης περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, η βαθμολογία από την εφαρμογή της ΔΕΕΑ, ουσιώδεις αλλαγές ή ανωμαλίες που εντοπίζονται κατά την παρακολούθηση βασικών χρηματοοικονομικών και μη χρηματοοικονομικών δεικτών στο πλαίσιο της ΔΕΕΑ (π.χ. δείκτες κεφαλαίων και ρευστότητας), καθώς και σημαντικά γεγονότα με πιθανό αντίκτυπο ως προς την προληπτική εποπτεία. Εάν οι αρμόδιες αρχές επιλέξουν την παρακολούθηση των βασικών δεικτών στο πλαίσιο της ΔΕΕΑ, οφείλουν, σύμφωνα με την ΕΑΤ, να καθορίσουν τους δείκτες και να θέσουν τα όρια που ανταποκρίνονται στις ιδιαιτερότητες της εκάστοτε τράπεζας ή του εκάστοτε ομίλου τραπεζών με ομοειδή χαρακτηριστικά. Στα πιθανά κριτήρια για την αναγνώριση της ουσιώδους επιδείνωσης περιλαμβάνονται μετρήσιμα κριτήρια για ενδεχόμενη παραβίαση των κανονιστικών απαιτήσεων που θα μπορούσαν να συνδέονται με τα στοιχεία ενεργοποίησης που καθορίζονται στο σχέδιο ανάκαμψης του ιδρύματος. Αυτό θα συνέβαλλε στη διασφάλιση της αποτελεσματικότητας της διαχείρισης από την άποψη της αναγνώρισης και της αντιμετώπισης των κρίσεων.

77

Η επιχειρησιακή καθοδήγηση που παρέχει η ΕΚΤ σχετικά με την έγκαιρη παρέμβαση επιλαμβάνεται του θέματος στο πλαίσιο της ΔΕΕΑ. Υπογραμμίζει τη σημασία της βαθμολογίας ΔΕΕΑ ως ένδειξη πιθανής κατάστασης κρίσης που πρέπει να ενεργοποιήσει την εποπτική αξιολόγηση του κατά πόσον υπάρχει ανάγκη άσκησης των εξουσιών έγκαιρης παρέμβασης που αυτή διαθέτει. Επιπλέον, οι οδηγίες αναφέρονται στην ισχύουσα νομοθεσία και τις σχετικές κατευθυντήριες οδηγίες της ΕΑΤ. Η ΕΚΤ αναφέρει ότι χρησιμοποιεί όλα τα είδη των προαναφερόμενων στοιχείων ενεργοποίησης, ήτοι τη βαθμολογία ΔΕΕΑ, τις ουσιώδεις αλλαγές ή ανωμαλίες που εντοπίζονται στους βασικούς δείκτες και τα σημαντικά γεγονότα, ιδίως τις πραγματικές παραβιάσεις των κανονιστικών ελάχιστων απαιτήσεων. Ωστόσο, η ΕΚΤ δεν έχει καθορίσει ειδικά ανά ίδρυμα όρια, πέραν των ελάχιστων απαιτήσεων, που δυνητικά θα σηματοδοτούσαν μελλοντική («πιθανή») παραβίαση. Άλλως ειπείν, βάσει του συγκεκριμένου συστήματος, δείκτης για την έγκαιρη παρέμβαση είναι η τελική παραβίαση μιας εποπτικής απαίτησης. Επίσης, η ΕΚΤ δεν κάνει συστηματική χρήση, για την ανάκαμψη, των δεικτών και των στοιχείων ενεργοποίησης που έχει εγκρίνει για την αναγνώριση της κρίσης σε συγκεκριμένη τράπεζα στο πλαίσιο του σχεδιασμού της ανάκαμψης, ούτε των αντικειμενικών στοιχείων που μπορεί να υποδηλώνουν κατάσταση FOLTF σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες της ΕΑΤ (βλέπε επίσης σημείο 84). Όσον αφορά δε τα σημαντικά γεγονότα, η καθοδήγηση της ΕΚΤ δεν είναι περισσότερο συγκεκριμένη από την ήδη υπάρχουσα στις κατευθυντήριες οδηγίες της ΕΑΤ.

78

Κατά συνέπεια, το μοναδικό συστηματικό στοιχείο ενεργοποίησης που διαθέτει η ΕΚΤ για την επιχειρησιακή διαχείριση των δραστηριοτήτων της όσον αφορά την αντιμετώπιση κρίσεων είναι η συνολική βαθμολογία ΔΕΕΑ, η οποία υποδηλώνει ότι μια τράπεζα βρίσκεται σε κατάσταση υψηλού κινδύνου26. Η βαθμολογία αυτή απονέμεται μόνο μία φορά τον χρόνο, μέσω της ετήσιας διαδικασίας ΔΕΕΑ που εφαρμόζεται κάθε Σεπτέμβριο. Η ΕΚΤ έχει τονίσει ότι η βαθμολογία μπορεί να επικαιροποιείται συχνότερα βάσει της δικής της συνεχούς παρακολούθησης των δεικτών κινδύνου. Δεν μας παρασχέθηκαν συγκεκριμένα παραδείγματα βαθμολογιών ΔΕΕΑ που είχαν συμβάλει στην αναγνώριση μιας ταχέως εξελισσόμενης κατάστασης ή που είχαν επικαιροποιηθεί ουσιαστικά στο πλαίσιο μιας κατάστασης κρίσης. Η καθοδήγηση προωθεί τη διενέργεια αξιολόγησης έγκαιρης παρέμβασης στο πλαίσιο της ετήσιας διαδικασίας λήψης αποφάσεων ΔΕΕΑ.

79

Η απουσία επίσημων στοιχείων ενεργοποίησης δεν σημαίνει ότι, για τη αναγνώριση των κρίσεων, η ΕΚΤ δεν χρησιμοποιεί καμία περισσότερο ολιστική αξιολόγηση που να βασίζεται σε λιγότερο τυποποιημένα κριτήρια. Οι ΜΕΟ παρακολουθούν τακτικά ένα ευρύ φάσμα δεικτών στο πλαίσιο της ΔΕΕΑ, μολονότι δεν διασφαλίζεται ότι αυτό γίνεται με συνέπεια από όλες τις ΜΕΟ, ούτε ότι όλες οι αξιολογήσεις υπόκεινται στην έγκριση της διοίκησης. Η ΕΚΤ δεν έχει αναλύσει διεξοδικά ποιοι δείκτες ή άλλα συμβάντα συνέβαλαν κυρίως στην αναγνώριση των τραπεζών που είχαν περιέλθει σε κατάσταση κρίσης.

… και τα συστήματα παρακολούθησης χρειάζονται ενίσχυση

80

Τα στοιχεία ενεργοποίησης των σχεδίων ανάκαμψης βάσει συγκεκριμένων ανά ίδρυμα εκθέσεων δεν έχουν ενσωματωθεί στο σύστημα ΤΠ που χρησιμοποιείται από την ΕΚΤ. Πρέπει να παρακολουθούνται με μη αυτοματοποιημένο τρόπο από κάθε ΜΕΟ -αν βέβαια παρακολουθούνται- και οι παραβιάσεις (και οι οιονεί παραβιάσεις) δεν επισημαίνονται αυτόματα. Αυτό επηρεάζει δυσμενώς την αποτελεσματικότητα της διαχείρισης της αναγνώρισης κρίσεων.

81

Στην επιχειρησιακή διαχείριση της αναγνώρισης κρίσεων συμβάλλουν διάφορες μονάδες της ΕΚΤ. Αυτές παράγουν ένα ευρύ φάσμα υλικού με πληροφορίες σχετικές με την αναγνώριση αυτή, συμπεριλαμβανομένων εκθέσεων για τις παραβιάσεις των κανονιστικών απαιτήσεων και της παρακολούθησης κρίσιμων ορίων για συγκεκριμένους κινδύνους. Ωστόσο, δεν καταφέραμε να διαπιστώσουμε αν υπάρχει μια σαφώς καθορισμένη διαδικασία για τη συλλογή, την αξιολόγηση, την υποβολή εκθέσεων προς τα ανώτερα κλιμάκια της ιεραρχίας και την ανάληψη δράσης βάσει των εν λόγω πληροφοριών. Δεν μπορέσαμε επίσης να προσδιορίσουμε εάν και σε ποιο βαθμό οι ΜΕΟ ή τα ανώτερα διευθυντικά στελέχη χρησιμοποιούν συστηματικά τις αναφορές αυτές για την αναγνώριση κρίσεων.

82

Επιπλέον, δεν διαπιστώσαμε κανένα στοιχείο που να μαρτυρά την ύπαρξη συστημάτων πληροφοριών διαχείρισης που να σηματοδοτούν ουσιώδη επιδείνωση σε περίπτωση που οι ΜΕΟ δεν αναγνωρίσουν ή/και δεν αναφέρουν τέτοιου είδους περιπτώσεις. Επίσης, δεν υπάρχει συγκεκριμένη διαδικασία που να διασφαλίζει ότι οι παραβιάσεις των κανονιστικών απαιτήσεων θα ωθήσουν την αρμόδια ΜΕΟ να εξετάσει αν έχει σημειωθεί ουσιώδης επιδείνωση της χρηματοοικονομικής κατάστασης ή εάν είναι απαραίτητη η διεξαγωγή αξιολόγησης FOLTF.

83

Συγκεκριμένα, διαπιστώσαμε ελλείψεις στη διαδικασία παρακολούθησης των παραβιάσεων των δεικτών που περιέχονταν στα σχέδια ανάκαμψης. Η αποτελεσματική παρακολούθηση, ωστόσο, θα μπορούσε να ενισχύσει την επιχειρησιακή ικανότητα αναγνώρισης δυνητικών κρίσεων σε πρώιμο στάδιο. Σε περισσότερες από το 40% των περιπτώσεων, οι παραβιάσεις αναφέρονταν από τις τράπεζες με καθυστέρηση τουλάχιστον τεσσάρων εβδομάδων27. Οι παραβιάσεις αυτές αφορούσαν τους κεφαλαιακούς δείκτες (περίπου 30 %), τους δείκτες κερδοφορίας (26 %), τους δείκτες ποιότητας στοιχείων ενεργητικού (17%) και, σε μικρότερο βαθμό, τους δείκτες ρευστότητας και άλλους δείκτες βάσει στοιχείων της αγοράς.

84

Επιπλέον, υπήρχαν στοιχεία που υποδήλωναν ότι οι ΜΕΟ δεν τηρούν τις διαδικασίες διαχείρισης κρίσεων της ΕΚΤ σε όλες τις περιπτώσεις. Παραδείγματος χάριν, ορισμένες παραβιάσεις των δεικτών του σχεδίου ανάκαμψης δεν είχαν αναφερθεί στο ΤΔΚ, όπως έπρεπε να είχε γίνει. Δεν ήμαστε σε θέση να επιβεβαιώσουμε ότι οι δραστηριότητες διαχείρισης κρίσεων, όπως οι επίσημες αξιολογήσεις της έγκαιρης παρέμβασης, ελήφθησαν υπόψη, ακόμη και σε περιπτώσεις παραβιάσεων σημαντικών ρυθμιστικών κανόνων, μολονότι, σε ορισμένες περιπτώσεις που εξετάσαμε, μας αναφέρθηκε ότι εφαρμόζονταν ήδη εποπτικά μέτρα ή μέτρα έγκαιρης παρέμβασης για τον περιορισμό του αναφυόμενου προβλήματος.

85

Επίσης, δεν υπήρχαν στοιχεία που να αποδεικνύουν την υιοθέτηση μιας συστηματικής προσέγγισης που να διασφαλίζει ότι λαμβάνονται υπόψη οι πιθανές μικροπροληπτικές επιπτώσεις των μακροοικονομικών εξελίξεων και η συσσώρευση συστημικού κινδύνου, ούτως ώστε να ενισχυθεί η αποτελεσματικότητα της αναγνώρισης των κρίσεων. Οι εποπτικές και νομισματικές λειτουργίες της ΕΚΤ ανταλλάσσουν πληροφορίες σχετικά με τις μακροπροληπτικές και μικροπροληπτικές εξελίξεις. Ωστόσο, δεν διαπιστώσαμε στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι οι εν λόγω εξελίξεις λαμβάνονται συγκεκριμένα υπόψη από την ΕΚΤ για την άσκηση της εποπτείας της, παραδείγματος χάριν μέσω της προσαρμογής ορισμένων παραγόντων κινδύνου στο ΣΑΚ, ή ότι αξιολογούνται συστηματικά στο πλαίσιο της ΔΕΕΑ. Επίσης, δεν μας παρουσιάστηκε καμία διαδικασία για τη συστηματική παρακολούθηση των συστημικών κινδύνων που εντοπίζονται από το ΕΣΣΚ ή άλλους φορείς μακροπροληπτικής εποπτείας.

86

Η έλλειψη κεντρικής παρακολούθησης των δεικτών είναι επίσης πιθανό να επηρεάζει αρνητικά την αποτελεσματικότητα της διαχείρισης. Δεν μπορέσαμε να εντοπίσουμε στοιχεία που να μαρτυρούν ότι τα συστήματα πληροφοριών διαχείρισης της ΕΚΤ παρέχουν στην ανώτερη ιεραρχία μια ολοκληρωμένη και επικαιροποιημένη επισκόπηση όλων των ιδρυμάτων που βρίσκονται υπό διαχείριση κρίσης. Τέτοιου είδους σύνολο δεδομένων θα βοηθούσε τη διοίκηση να εκπληρώσει τα καθήκοντά της και, επομένως, θα συνέβαλλε στην αποτελεσματικότητα της διαχείρισης. Δεν υπάρχει σύστημα «αναφοράς κατά παρέκκλιση» που να διασφαλίζει ότι οι πληροφορίες διαβιβάζονται αυτόματα στα κατάλληλα ιεραρχικά επίπεδα, εφόσον πληρούνται κάποια προκαθορισμένα κριτήρια. Δεν φαίνεται να υπάρχει σαφώς καθορισμένη διαδικασία παρακολούθησης.

87

Σύμφωνα με έκθεση εσωτερικού ελέγχου, οι ΜΕΟ δεν χρησιμοποιούν αποτελεσματικά το σύστημα παρακολούθησης της ΕΚΤ στο πλαίσιο της συνεχούς εποπτείας, η δε παρακολούθηση της συντριπτικής πλειοψηφίας των απαιτήσεων που τίθενται στις αποφάσεις των εποπτικών συμβουλίων δεν τεκμηριωνόταν καν (σε δείγμα εσωτερικού ελέγχου, το 81 % των περιπτώσεων δεν είχαν καταγραφεί στο σύστημα και για το 17 % δεν υπήρχε τεκμηρίωση της σχετικής ενέργειας).

Οι εποπτικές ομάδες αποφασίζουν ως επί το πλείστον πότε πρέπει να προβούν σε αξιολογήσεις έγκαιρης παρέμβασης και πώς θα τις παρουσιάσουν

88

Τα στοιχεία που συγκεντρώσαμε σχετικά με την αποτελεσματικότητα της διαχείρισης της ΕΚΤ ως προς την αναγνώριση κρίσεων δεν ήταν ούτε επαρκή ούτε αντιπροσωπευτικά. Παρά ταύτα, ανεδείκνυαν ορισμένες αδυναμίες του σχεδιασμού.

89

Από την τεκμηρίωση και τις συνεντεύξεις διαπιστώσαμε ότι οι αξιολογήσεις έγκαιρης παρέμβασης διενεργούνται κυρίως στο πλαίσιο της ετήσιας εφαρμογής της ΔΕΕΑ, ήτοι την ίδια εποχή κάθε χρόνο. Κατ’ αρχήν, οι επίσημες αξιολογήσεις έγκαιρης παρέμβασης πρέπει και αυτές να ενεργοποιούνται λόγω σημαντικών συμβάντων που λαμβάνουν χώρα κατά τη διάρκεια ενός έτους. Η ΕΚΤ επέμεινε ότι όντως υπάρχουν τέτοιες περιπτώσεις, κάτι που δεν ήταν προφανές στο δείγμα μας. Πράγματι, από τα περιορισμένα αποδεικτικά στοιχεία που μας παρασχέθηκαν προκύπτει ότι, σε ορισμένες περιπτώσεις, προδήλως σημαντικές κανονιστικές παραβιάσεις δεν οδήγησαν σε επίσημη αξιολόγηση έγκαιρης παρέμβασης, πέραν της εφαρμογής της ΔΕΕΑ, μολονότι αυτό δεν αποκλείει την πιθανότητα η ΕΚΤ να εξέτασε, παρ’ όλα αυτά, το ενδεχόμενο λήψης ενδεδειγμένων εποπτικών μέτρων ή μέτρων έγκαιρης παρέμβασης.

90

Όπως απαιτείται από τις κατευθυντήριες γραμμές της ΕΑΤ και τις οδηγίες της ΕΚΤ, στις αξιολογήσεις έγκαιρης παρέμβασης που μας παρασχέθηκαν από την ΕΚΤ περιλαμβάνονταν γενικώς δηλώσεις σχετικά με το εάν οι κανονιστικές απαιτήσεις είχαν παραβιαστεί ή ήταν πιθανό να παραβιαστούν. Όλες οι περιπτώσεις σχετίζονταν με παραβιάσεις (ή ενδεχόμενες παραβιάσεις) των κεφαλαιακών απαιτήσεων, και καμία με παραβιάσεις (ή ενδεχόμενες παραβιάσεις) των απαιτήσεων ρευστότητας. Δεν υπήρχε αναφορά σε παραβιάσεις άλλων κανονιστικών απαιτήσεων, συγκεκριμένα σε σοβαρές αδυναμίες στη διακυβέρνηση και στη διαχείριση κινδύνου από το ίδρυμα στο πλαίσιο της συνεχούς εποπτείας της ΕΚΤ, ούτε και καμία συστηματική αναφορά προηγούμενων παραβιάσεων.

91

Συνολικά, δεν ήμαστε σε θέση να επιβεβαιώσουμε ότι όλες οι σχετικές περί εποπτείας διαπιστώσεις αντανακλώνται στα έγγραφα των επίσημων αξιολογήσεων έγκαιρης παρέμβασης. Τα συμπεράσματα που είδαμε σχετικά με παραβιάσεις ή πιθανές παραβιάσεις βασίζονταν κυρίως στα αριθμητικά στοιχεία και τις προβλέψεις που ανέφεραν οι τράπεζες, ακόμη και σε περιπτώσεις που η ΕΚΤ είχε αποδείξεις ότι τα δηλωθέντα στοιχεία ήταν αμφίβολα, μολονότι αναγνωρίζουμε ότι ο σχετικός κίνδυνος περιορίστηκε, σε ορισμένες περιπτώσεις, από αναλύσεις ευαισθησίας που προέβλεπαν μια σειρά πιθανών επακολούθων για τις συγκεκριμένες τράπεζες ή από άλλες ενέργειες.

Αντιμετώπιση των κρίσεων

92

Όταν αναγνωρίζεται ότι μια τράπεζα βρίσκεται σε κρίση, οι ΜΕΟ αναμένεται να αυξήσουν τον εποπτικό τους έλεγχο και αναλαμβάνουν τον καθορισμό της κατάλληλης αντίδρασης σε στενή συνεργασία με το ΤΔΚ. Αυτό σημαίνει, μεταξύ άλλων, ότι προτείνουν την άσκηση των εξουσιών έγκαιρης παρέμβασης και άλλων εποπτικών αρμοδιοτήτων και, ανάλογα με τη σοβαρότητα της κρίσης, τη διενέργεια αξιολόγησης FOLTF.

Κάθε ΜΕΟ ορίζει τη φύση και τον βαθμό έντασης της εποπτικής δραστηριότητας

93

Η ΕΚΤ δεν μας παρέσχε στοιχεία σχετικά με την ύπαρξη τυχόν επίσημης καθοδήγησης για την ενίσχυση του εποπτικού ελέγχου (με ποιο τρόπο, σε ποιο βαθμό και με ποιες επιλογές). Μας αναφέρθηκε ότι η συνήθης πρακτική είναι η αύξηση της αλληλεπίδρασης με τα ανώτερα στελέχη της τράπεζας και η απαίτηση υποβολής συχνότερων και λεπτομερέστερων αναφορών πριν από την επίσημη ενεργοποίηση των δραστηριοτήτων διαχείρισης κρίσεων.

Έχουν αναπτυχθεί εργαλεία παρακολούθησης της ρευστότητας …

94

Η διαθεσιμότητα ολοκληρωμένων και επικαιροποιημένων δεδομένων περί ρευστότητας είναι απαραίτητη για την αποτελεσματικότητα της διαχείρισης μιας τράπεζας που έχει περιέλθει σε κρίση. Ως εκ τούτου, η ΕΚΤ έχει σχεδιάσει υπόδειγμα αναφοράς στοιχείων περί ρευστότητας προς χρήση από τράπεζες σε καταστάσεις κρίσης. Το υπόδειγμα αυτό καλύπτει την παροχή βασικών πληροφοριών σχετικά με τη χρηματοδότηση και τη ρευστότητα. Επιπλέον, τα ιδρύματα καλούνται να παράσχουν τη δική τους αξιολόγηση και να εξηγήσουν τις προσδοκίες τους.

95

Ωστόσο, οι τράπεζες δεν υποχρεούνται να έχουν τις ίδιες βασικές παραδοχές. Ένα άλλο πιθανό μειονέκτημα είναι το γεγονός ότι τα δεδομένα συλλέγονται σε επίπεδο ομίλου μόνο, κάτι που μπορεί να σημαίνει ότι μια κρίση σε επίπεδο θυγατρικής θα μπορούσε να μειώσει τη χρησιμότητά τους ως προς την παροχή κρίσιμων πληροφοριών που χρειάζεται η ΕΚΤ για την αποτελεσματική διαχείριση της κατάστασης.

… αλλά, για να είναι αποτελεσματικά, η διαδικασία θα πρέπει να ποσοτικοποιεί τις προκληθείσες ή τις ενδεχόμενες ζημίες

96

Εξίσου σημαντικός για την αποτελεσματική διαχείριση των κρίσεων είναι ο προσδιορισμός και η αξιολόγηση των επιπτώσεων των δυσμενών εξελίξεων επί των ιδίων κεφαλαίων. Με δεδομένο ότι η έγκαιρη παρέμβαση έχει ως στόχο την αποκατάσταση της βιωσιμότητας μιας τράπεζας, είναι απαραίτητο να υπάρχει μια εικόνα των μη αναγνωρισμένων και των ενδεχόμενων ζημιών, αλλά και άλλων παραγόντων που δεν αντικατοπτρίζονται ακόμη στα στοιχεία της τράπεζας. Με βάση τα αποδεικτικά στοιχεία που εξετάσαμε, δεν μπορούμε να επιβεβαιώσουμε ότι έχει θεσπιστεί αποτελεσματική διαδικασία που να περιλαμβάνει οδηγίες προς τις ΜΕΟ, κατά τρόπον ώστε να διασφαλίζεται ότι, πριν από την εξέταση των μέτρων αντιμετώπισης της κρίσης, αξιολογείται το μέγεθος του συγκεκριμένου προβλήματος. Η περιγραφή της διαδικασίας από την ΕΚΤ επίσης δεν αντικατοπτρίζει την ανάγκη να εξεταστεί το ενδεχόμενο να απαιτηθεί από τις τράπεζες να εφαρμόζουν ειδική πολιτική προβλέψεων για τα ίδια κεφάλαια ή να ενισχυθεί η απαίτηση του πυλώνα 2 βάσει της ποσοτικής αξιολόγησης σε παρόμοιες περιπτώσεις, εκτός της ετήσιας διαδικασίας λήψης αποφάσεων ΔΕΕΑ.

97

Η διαχείριση μιας κατάστασης κρίσης απαιτεί επίσης διεξοδικότερες πληροφορίες. Η ΕΚΤ διαθέτει ένα πρότυπο εργαλείο για την παρακολούθηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ), το οποίο παρέχει κάποια διαφωτιστικά στοιχεία. Σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες της ΕΑΤ, στις περιπτώσεις κατά τις οποίες η χαμηλότερη βαθμολογία ΔΕΕΑ συνοδεύεται από ανησυχίες σχετικά με την ποιότητα του ενεργητικού, η ΕΚΤ θα πρέπει να εξετάζει το ενδεχόμενο συλλογής πληροφοριών για την αποτίμηση των περιουσιακών στοιχείων της τράπεζας, μεταξύ άλλων μέσω επιτόπιων επιθεωρήσεων στο πλαίσιο της αξιολόγησης έγκαιρης παρέμβασης. Ωστόσο, δεν διαπιστώσαμε στοιχεία τέτοιου είδους διαδικασίας στην ΕΚΤ. Σε περιπτώσεις που απαιτείται επείγουσα λήψη αποφάσεων, η έλλειψη τέτοιου είδους πληροφοριών μπορεί να επηρεάσει αρνητικά την αποτελεσματικότητα των διαχειριστικών πράξεων.

98

Η ΕΚΤ έχει διαθέσιμες περιορισμένες ομάδες για επιτόπιες επιθεωρήσεις, με σκοπό τη λεπτομερή ανάλυση της ποιότητας του ενεργητικού των τραπεζών που έχουν περιέλθει σε κρίση. Ακόμη και όταν μια ΜΕΟ έχει εντοπίσει προβλήματα στο χαρτοφυλάκιο των περιουσιακών στοιχείων, η τακτική διαδικασία της επιτόπιας επιθεώρησης μπορεί να διαρκέσει έως και ένα έτος. Αυτό περιορίζει την επιχειρησιακή ικανότητα γρήγορης αντίδρασης στην κρίση.

99

Ορισμένες τράπεζες έχουν υψηλή βαθμολογία ΔΕΕΑ λόγω του υψηλού ποσοστού ΜΕΔ ή άλλων προβλημάτων ποιότητας του ενεργητικού που έχουν εντοπιστεί μέσω ειδικών ενεργειών της ΕΚΤ. Η διοίκηση της ΕΚΤ δεν διαθέτει συνοπτικές πληροφορίες σχετικά με τον βαθμό στον οποίο τα προβλήματα αυτά έχουν αξιολογηθεί μέσω επιτόπιων επιθεωρήσεων ή άλλως, ούτε κάποια προορατική διαδικασία για τη συλλογή πληροφοριών με τον τρόπο αυτό.

Απαιτούνται περισσότερες οδηγίες για τις νομικές εξουσίες και τα πρακτικά μέτρα …

100

Προκειμένου να διασφαλιστεί η αποτελεσματικότητα της διαχείρισης κατά την αντιμετώπιση κρίσεων, η ΕΚΤ χρειάζεται

  1. σαφή κατανόηση των νομικών εξουσιών που διαθέτει και καθοδήγηση σχετικά με την άσκησή τους·
  2. σαφή κατανόηση του φάσματος των διαθέσιμων πρακτικών μέτρων για κάθε δεδομένο σενάριο·
  3. ένα μέσο που να διασφαλίζει ότι τα συμπεράσματα της αξιολόγησης του σχεδίου ανάκαμψης λαμβάνονται δεόντως υπόψη·
  4. καθοδήγηση, εργαλεία και κατάρτιση.
101

Η πρώτη προϋπόθεση για την αποτελεσματική διαχείριση κρίσεων είναι η σαφής κατανόηση των εξουσιών που διαθέτει η ΕΚΤ και των νομικών προϋποθέσεων για την άσκησή τους. Η ΕΚΤ διαθέτει γενικές διαδικασίες για την άσκηση των εποπτικών εξουσιών της, η οποία εκτείνεται έως την επιβολή μέτρων σε κατάσταση κρίσης. Διαθέτει επίσης υπόδειγμα σχεδίου απόφασης και ερωτηματολόγιο ελέγχου με τις ερωτήσεις που πρέπει να απαντηθούν κατά την αξιολόγηση της έγκαιρης παρέμβασης. Ωστόσο, τα εργαλεία αυτά δεν παρέχουν στις επιμέρους εποπτικές αρχές καθοδήγηση σχετικά με τη χρήση της εποπτικής τους εκτίμησης σε κατάσταση κρίσης.

102

Επιπλέον, υπάρχει μια σειρά συγκεκριμένων ζητημάτων που τίθενται όσον αφορά την επιβολή του κανονιστικού πλαισίου σε κατάσταση κρίσης. Η διατύπωση του κανονισμού ΕΕΜ και της οδηγίας BRR δεν είναι συνεπής, υπάρχουν πιθανές αλληλοεπικαλύψεις, και δεν υπάρχει σαφής ιεράρχηση των επιμέρους μέτρων. Επιπλέον, υπάρχει κίνδυνος οι διαφορές στον τρόπο με τον οποίο η οδηγία BRR μεταφέρθηκε στην εθνική νομοθεσία των συμμετεχουσών χωρών να έχουν επιδεινώσει τις υφιστάμενες ασυνέπειες. Διαπιστώνοντας αυτά τα προβλήματα, στις αρχές του 2016 η ΕΚΤ διενήργησε έρευνα στις ΕΑΑ και ανέφερε στην Επιτροπή το συμπέρασμά της, ήτοι ότι, προκειμένου να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική χρήση της έγκαιρης παρέμβασης, η νομοθεσία πρέπει να αποσαφηνίσει περαιτέρω τόσο το μέτρο αυτό όσο και τη σχέση του με τα συνήθη εποπτικά μέτρα. Ωστόσο, δεν αναπτύχθηκαν διαδικασίες ή οδηγίες ως αποτέλεσμα αυτής προκειμένου να βοηθήσουν το προσωπικό της ΕΚΤ που ασχολείται με τις προκλήσεις που προσδιορίστηκαν.

103

Η ΕΚΤ δεν έχει συντάξει ολοκληρωμένο κατάλογο των συγκεκριμένων δράσεων που θα μπορούσαν να αναληφθούν υπό ειδικές περιστάσεις και των νομικών εξουσιών στις οποίες θα μπορούσαν να βασίζονται. Επιπλέον, η ΕΚΤ δεν έχει αναλύσει ποια μέτρα έγκαιρης παρέμβασης ή άλλα μέτρα είναι τα πλέον κατάλληλα για χρήση. Αυτό αυξάνει τον κίνδυνο να μην ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα. Οι ενέργειες αυτές θα μπορούσαν να βελτιώσουν τη συνέπεια της διαδικασίας λήψης αποφάσεων της ΕΚΤ κατά την άσκηση των εν λόγω αρμοδιοτήτων της, βελτιώνοντας την αποδοτικότητα στον τρόπο διαχείρισης της διαδικασίας. Επηρεάζεται συνεπώς αρνητικά η αποτελεσματικότητα στη διαχείριση της ανταπόκρισης.

104

Δεν υπάρχουν ενδείξεις θέσπισης διαδικασίας για τη διασφάλιση της αξιοποίησης των πορισμάτων από την εκτίμηση των σχεδίων ανάκαμψης όσον αφορά τις μελέτες αξιοπιστίας και σκοπιμότητας των τραπεζών.

… για την παρακολούθηση της εφαρμογής των μέτρων εποπτείας …

105

Όταν επιβάλλονται μέτρα εποπτείας, οι ΜΕΟ αναμένεται να παρακολουθούν την εφαρμογή τους και να αξιολογούν τα αποτελέσματα. Δεν υπάρχουν συγκεκριμένες επιχειρησιακές οδηγίες εκ μέρους της ΕΚΤ στον τομέα αυτό. Παραδείγματος χάριν, δεν υπάρχει ρητή περιγραφή της συχνότητας των απαραίτητων επικαιροποιήσεων, των μέτρων που θα χρειαστούν κλιμάκωση κατά την παρακολούθησή τους, ή της παράτασης των προθεσμιών.

106

Σε έκθεση εσωτερικού ελέγχου επισημάνθηκαν σημαντικές αδυναμίες στο γενικό σύστημα παρακολούθησης των προβλεπόμενων μέτρων περιορισμού των εποπτικών κινδύνων ή των απαιτήσεων που καθορίζονται για τη συνεχή εποπτεία (βλέπε σημείο 87), γεγονός που εγείρει αμφιβολίες ως προς τη συστηματικότητα της συνέχειας που δίδεται.

… για τη σαφήνεια της καθοδήγησης σχετικά με τις αξιολογήσεις FOLTF

107

Εάν η κατάσταση επιδεινωθεί περαιτέρω, παραδείγματος χάριν επειδή τα μέτρα αποδεικνύονται αναποτελεσματικά, η ΕΚΤ μπορεί να χρειαστεί να προβεί σε αξιολόγηση FOLTF της εν λόγω τράπεζας. Στο άρθρο 32, παράγραφος 4, της οδηγίας BRR απαριθμούνται οι περιπτώσεις κατά τις οποίες μια τράπεζα θα πρέπει να θεωρείται ότι τελεί σε κατάσταση αφερεγγυότητας ή επαπειλούμενης φερεγγυότητας. Σε κατευθυντήρια γραμμή της ΕΑΤ σχετικά με τις αξιολογήσεις FOLTF καθορίζεται μια σειρά από αντικειμενικά στοιχεία επί των οποίων θα πρέπει να βασίζεται η εν λόγω εποπτική απόφαση.

108

Η ΕΚΤ έχει εκπονήσει τη δική της εσωτερική καθοδήγηση σχετικά με την εφαρμογή της συγκεκριμένης κατευθυντήριας οδηγίας. Ωστόσο, το αποτέλεσμα είναι πολύ περισσότερο περιορισμένο ως προς το πεδίο εφαρμογής και τις λεπτομέρειες από την αρχική κατευθυντήρια οδηγία. Ειδικότερα, δεν γίνεται καμία συζήτηση σχετικά με τα αντικειμενικά στοιχεία τα οποία αναφέρουν οι κατευθυντήριες οδηγίες της ΕΑΤ όσον αφορά την αξιολόγηση, ούτε και παρέχονται οδηγίες στο προσωπικό σχετικά με τον τρόπο χρήσης τους28. Κατά την άποψή μας, η ΕΚΤ δεν προσδιορίζει επίσης τις πιθανές παραβιάσεις των ρυθμίσεων εταιρικής διακυβέρνησης οι οποίες πρέπει να εξετάζονται στο πλαίσιο αυτό, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες της ΕΑΤ.

109

Δεδομένου ότι η εσωτερική καθοδήγηση της ΕΚΤ αποσκοπεί μεν στο να αποσαφηνίσει τις απαιτήσεις των κατευθυντήριων οδηγιών της ΕΑΤ από επιχειρησιακή άποψη, αλλά δεν το επιτυγχάνει εντελώς, ο σχεδιασμός της διαδικασίας διαχείρισης των αξιολογήσεων FOLTF δεν μπορεί να θεωρείται πλήρως αποτελεσματικός.

… και για τις επιμορφωτικές δραστηριότητες και τις ασκήσεις προσομοίωσης με σκοπό την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας της διαχείρισης

110

Το ΤΔΚ διοργανώνει σεμινάρια κατάρτισης για τη διαχείριση κρίσεων και η συνολική ανατροφοδότηση από τους συμμετέχοντες είναι θετική. Ωστόσο, πρέπει να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση στην επιμόρφωση σχετικά με το πλαίσιο της έγκαιρης παρέμβασης. Η συμμετοχή του προσωπικού των ΕΑΑ σε ορισμένες ΜΕΟ ήταν περιορισμένη σε τομείς που σχετίζονται με τη διαχείριση κρίσεων. Επιπλέον, η ΕΚΤ δεν έχει καθιερώσει συστηματοποιημένες συνόδους ανατροφοδότησης με τις ΜΕΟ για τον προσδιορισμό των επιμορφωτικών αναγκών επιπλέον των όσων προαναφέρθηκαν.

111

Στο πλαίσιο της προετοιμασίας για την αντιμετώπιση κρίσεων, το ΤΔΚ είναι υπεύθυνο, σε στενή συνεργασία με τις ΕΑΑ, για τη διοργάνωση ασκήσεων προσομοίωσης της διαχείρισης κρίσεων. Ωστόσο, τέτοιου είδους ασκήσεις δεν έχουν καλύψει μέχρι στιγμής τα αρχικά στάδια μιας πιθανής κρίσης ή το στάδιο της έγκαιρης παρέμβασης. Δεν υπήρχε τεκμηρίωση που να δείχνει ότι η ΕΚΤ έχει εκπονήσει σχετικά συγκεκριμένη μεθοδολογία ή καθοδήγηση ή ότι σχεδιάζει να προβεί σε κάτι τέτοιο στο εγγύς μέλλον.

Η τεκμηρίωση που αφορά την αντίδρασης σε κρίσεις στις αξιολογήσεις έγκαιρης παρέμβασης χρήζει βελτίωσης

112

Η τεκμηρίωση και οι πληροφορίες που μας παρείχε η ΕΚΤ και από τις οποίες θα μπορούσαμε να αντλήσουμε διαφωτιστικά στοιχεία για τις διαδικασίες που εφαρμόζονται όσον αφορά τη διαχείριση των ενεργειών έγκαιρης παρέμβασης ήταν περιορισμένες και περιείχαν απαλοιφές στοιχείων. Ως εκ τούτου, δεν είμαστε σε θέση εξαγάγουμε συνολικό συμπέρασμα που να επιβεβαιώνει ότι η ΕΚΤ έχει θεσπίσει μια λειτουργικά αποτελεσματική διαδικασία διαχείρισης, η οποία να διασφαλίζει ότι ασκεί τις εξουσίες έγκαιρης παρέμβασης που διαθέτει σύμφωνα με το κανονιστικό πλαίσιο και τις σχετικές κατευθυντήριες οδηγίες της ΕΑΤ. Ωστόσο, εντοπίσαμε περιπτώσεις κατά τις οποίες η επιχειρησιακή καθοδήγηση της ΕΚΤ σχετικά με τις αξιολογήσεις έγκαιρης παρέμβασης δεν είχε τηρηθεί.

113

Τα αποδεικτικά στοιχεία δεν περιελάμβαναν παραδείγματα συζήτησης επί της νομικής βάσης κάποιου προτεινόμενου μέτρου, είτε βάσει του κανονισμού ΕΕΜ είτε βάσει της εθνικής νομοθεσίας, όπως απαιτείται από τις οδηγίες της ΕΚΤ. Κάτι τέτοιο φέρεται να εξετάζεται σε άλλα έγγραφα, τα οποία δεν μας υποβλήθηκαν.

114

Οι αξιολογήσεις έγκαιρης παρέμβασης που εξετάσαμε δεν περιείχαν επίσης καμία συζήτηση επί των διαθέσιμων μέτρων στο πλαίσιο μιας αποτελεσματικής διαδικασίας για την επιλογή του καταλληλότερου από αυτά. Στις περισσότερες περιπτώσεις, δεν ήταν σαφές από την ίδια την αξιολόγηση με ποιον τρόπο το προτεινόμενο μέτρο θα αντιμετώπιζε την παραβίαση ή τις πιθανές παραβιάσεις.

115

Η επιχειρησιακή καθοδήγηση της ΕΚΤ σχετικά με τα μέτρα έγκαιρης παρέμβασης αναφέρει ότι πρέπει να εξετάζεται κατά πόσον ένα μέτρο είναι αναγκαίο, κατάλληλο και επαρκές. Βάσει των στοιχείων που εξετάσαμε, οι πτυχές αυτές δεν αξιολογούνταν. Επίσης, απουσίαζε συζήτηση επί προηγούμενων μέτρων, ακόμη και όταν αυτά ήταν παρόμοια με τις νέες προτάσεις. Το γεγονός αυτό έρχεται σε αντίθεση με ρητή απαίτηση που περιέχεται στην καθοδήγηση της ΕΚΤ.

116

Τα έγγραφα που μας παρασχέθηκαν δεν εξηγούσαν σαφώς και κατηγορηματικώς γιατί οι ΜΕΟ θεωρούσαν ότι τα προτεινόμενα μέτρα θα συνέβαλλαν στην αντιμετώπιση των διαπιστούμενων αδυναμιών εντός εύλογου χρονικού διαστήματος. Επίσης, δεν διαπιστώσαμε στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι η ΕΚΤ είχε εξετάσει ρητά, υπό το πρίσμα αυτό, το ενδεχόμενο να αναλάβει ενέργειες ανάκαμψης ή άλλα μέτρα που αναφέρονται στο σχέδιο ανάκαμψης, ή ότι ήταν διατεθειμένη να επιστήσει την προσοχή σε περιπτώσεις όπου θεώρησε ότι καμία από τις προτεινόμενες επιλογές ανάκαμψης δεν μπορούσε να οδηγήσει στην επίλυση του προβλήματος.

117

Στις περισσότερες περιπτώσεις παρέμεινε ασαφές αν η ΕΚΤ είχε όντως επιχειρήσει να ποσοτικοποιήσει το μέγεθος ενός διαπιστωθέντος προβλήματος πριν από την αντίδρασή της στην κρίση. Συγκεκριμένα, δεν υπήρχε διαδικασία για τη στόχευση των επιτόπιων επιθεωρήσεων στον ποσοτικό προσδιορισμό του αντικτύπου μη αναγνωρισμένων και ενδεχόμενων ζημιών και άλλων παραγόντων που δεν αντικατοπτρίζονται ακόμη στα στοιχεία της τράπεζας. Οι εκτιμήσεις που εξετάσαμε δεν ήταν σαφείς ως προς το κατά πόσον η παραβίαση ή η πιθανή παραβίαση θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί έγκαιρα από τα προτεινόμενα μέτρα, μολονότι αυτό αποτελεί ρητή απαίτηση στις οδηγίες της ΕΚΤ.

118

Με βάση τα στοιχεία που εξετάσαμε, δεν ήμαστε σε θέση να επιβεβαιώσουμε ότι η ΕΚΤ παρακολουθεί αποτελεσματικά την εφαρμογή των μέτρων έγκαιρης παρέμβασης. Συγκεκριμένα, δεν μπορέσαμε να διαπιστώσουμε αν υπάρχει ταχεία παρακολούθηση, είτε με τη μορφή συμπληρωματικών μέτρων είτε αξιολόγησης FOLTF, όπως προβλέπεται στις διαδικασίες διαχείρισης κρίσεων της ΕΚΤ.

119

Τα στοιχεία που μας παρασχέθηκαν μας επέτρεψαν μόνο να ελέγξουμε επιλεγμένες πτυχές της αποτελεσματικότητας της αντίδρασης της ΕΚΤ σε περίπτωση κρίσης. Περιοριστήκαμε στα έγγραφα που η ΕΚΤ επέλεξε να μας παράσχει, μολονότι αυτά δεν ήταν επαρκή για να καταλήξουμε σε συνολικό συμπέρασμα σχετικά με την εφαρμογή των επιχειρησιακών διαδικασιών διαχείρισης κρίσεων.

Συμπεράσματα και συστάσεις

120

Στο πλαίσιο του εποπτικού της ρόλου, η ΕΚΤ έχει θεσπίσει ένα ουσιαστικό πλαίσιο για τις διαδικασίες διαχείρισης κρίσεων, απαιτούνται ωστόσο σημαντικές βελτιώσεις:

  1. Η οργανωτική δομή είναι ικανοποιητική και διασφαλίζει, συνολικά, επαρκή ροή πληροφοριών εντός της ΕΚΤ. Οι διαδικασίες εξωτερικής συνεργασίας και συντονισμού μπορούν να βελτιωθούν περαιτέρω.
  2. Εντοπίσαμε ορισμένες ελλείψεις στο επιχειρησιακό πλαίσιο της διαχείρισης κρίσεων, καθώς και ενδείξεις ανεπαρκούς εφαρμογής οι οποίες αναλύονται στα συμπεράσματα που ακολουθούν.

Οργανωτική δομή

121

Η οργανωτική δομή είναι ικανοποιητική, παρά τις αδυναμίες στην αρχική φάση σχεδιασμού (σημεία 17 έως 23). Συνολικά, η πρόσληψη προσωπικού στο ΤΔΚ ήταν αποτελεσματική (σημεία 24 έως 25). Επί του παρόντος, η ΕΚΤ δεν διαθέτει διαδικασίες επανεξέτασης των αναγκών σε προσωπικό και ανακατανομής υπαλλήλων στις ΜΕΟ που αντιμετωπίζουν κατάσταση κρίσης (σημείο 25).

Συνεργασία και συντονισμός όσον αφορά τη διαχείριση κρίσεων

122

Η οργάνωση του συντονισμού και της συνεργασίας με άλλες αρχές δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί. Ελάχιστη είναι η επιχειρησιακή καθοδήγηση που διατίθεται προκειμένου να εξασφαλίζεται ότι, σε συγκεκριμένη κατάσταση κρίσης, οι ΜΕΟ μπορούν να διαχειριστούν τα σχετικά καθήκοντα των αντίστοιχων σωμάτων εποπτών κατά τρόπο συνεπή και αποτελεσματικό (βλέπε σημεία 29 έως 31). Επιπλέον, δεν υπάρχει ακόμη εσωτερικό πλαίσιο κανόνων για τη συμπληρωματική εποπτεία των χρηματοοικονομικών ομίλων ετερογενών δραστηριοτήτων (σημείο 32).

123

Η συνεργασία της ΕΚΤ με το ΕΣΕ βασίζεται στην κοινή χρήση και ανταλλαγή πληροφοριών σχετικών με την εκπλήρωση των καθηκόντων τους. Το ΕΣΕ λαμβάνει το δικαίωμα πρόσβασης στο ευρύτερο σύνολο πληροφοριών κατά το στάδιο της έγκαιρης παρέμβασης, όταν αυτό κρίνεται σκόπιμο από την ΕΚΤ ή όταν το ζητεί το ίδιο το ΕΣΕ. Ωστόσο, το επίπεδο των διαθέσιμων πληροφοριών δεν αυξάνεται αυτομάτως όταν επιδεινώνεται η οικονομική κατάσταση μιας τράπεζας (σημεία 34 έως 39).

Σύσταση 1

Η ΕΚΤ οφείλει να ενισχύσει τη συνεργασία της με εξωτερικούς φορείς:

  1. συνεχίζοντας τις προσπάθειές της για τη σύναψη WCCA για όλα τα σώματα εποπτών για τα οποία η ΕΚΤ συνιστά την αρχή ενοποιημένης εποπτείας και βελτιώνοντας την ανταλλαγή πληροφοριών με το ΕΣΕ· το τελευταίο πρέπει να συζητηθεί κατά την τρέχουσα διαδικασία αναθεώρησης του μνημονίου συνεννόησης μεταξύ των δύο οργάνων·
  2. εγκρίνοντας εσωτερικό πλαίσιο για τη συμπληρωματική εποπτεία των FICO.

Ημερομηνία-στόχος για την υλοποίηση της σύστασης: τέταρτο τρίμηνο του 2018.

Σχεδιασμός της ανάκαμψης

124

Η ΕΚΤ έχει σχεδιάσει διαδικασίες εσωτερικής παρακολούθησης που είναι αναγκαίες για τη διαδικασία αξιολόγησης του σχεδίου ανάκαμψης (σημείο 51) και έχει ορίσει ένα συνεπές χρονοδιάγραμμα για την υποβολή των σχεδίων ανάκαμψης (σημείο 47). Εξακολουθούν να υπάρχουν ορισμένες εγγενείς προκλήσεις στο πλαίσιο των σωμάτων εποπτών (σημεία 48 έως 49). Η αξιολόγηση των σχεδίων ενδέχεται να απαιτεί τη συμμετοχή εθνικών εμπειρογνωμόνων, κάτι που μπορεί να σημαίνει κινδύνους διακυβέρνησης (σημείο 50). Έχει παρασχεθεί επαρκής καθοδήγηση για τις περισσότερες πτυχές, με εξαίρεση τους δείκτες σχεδιασμού της ανάκαμψης (σημεία 51 έως 54). Η ΕΚΤ έχει ενσωματώσει όλες τις νομικές απαιτήσεις σε ένα αποτελεσματικό εργαλείο αξιολόγησης, δεν διαπιστώσαμε όμως συμπληρωματική συνοπτική έκθεση ή συστηματική διαδικασία για τη χρησιμοποίηση των αξιολογήσεων στα εν εξελίξει εποπτικά καθήκοντα αναγνώρισης και διαχείρισης κρίσεων (σημεία 55 έως 61). Συνολικά, η ανατροφοδότηση που ελήφθη από τις εποπτευόμενες οντότητες ήταν θετική (σημεία 62 έως 64). Ωστόσο, λόγω των περιορισμών στην τεκμηρίωση που μπορέσαμε να συγκεντρώσουμε, δεν μπορούμε να καταλήξουμε σε συμπέρασμα όσον αφορά την πρακτική αποτελεσματικότητα της διαδικασίας αξιολόγησης των σχεδίων ανάκαμψης (σημεία 65 έως 66).

Σύσταση 2

Για τον σχεδιασμό της ανάκαμψης, η ΕΚΤ οφείλει:

  1. να βελτιώσει τη συνέπεια της προσέγγισής της σε σχέση με τράπεζες με παρόμοια επιχειρηματικά μοντέλα ή/και που δραστηριοποιούνται σε κοινές δικαιοδοσίες μέσω πρόσθετων οδηγιών, μεταξύ άλλων για τη βαθμονόμηση των δεικτών·
  2. να επιδιώξει πρόσθετες εκροές υπό μορφή συνοπτικών εκθέσεων και να προβεί σε διευθετήσεις ώστε οι ΜΕΟ να χρησιμοποιούν συστηματικά τις αξιολογήσεις των σχεδίων ανάκαμψης κατά τη αναγνώριση και τη διαχείριση κρίσεων.

Ημερομηνία-στόχος για την υλοποίηση της σύστασης: τέταρτο τρίμηνο του 2018.

Αναγνώριση των κρίσεων

125

Οι τρέχουσες οδηγίες σχετικά με τον προσδιορισμό κρίσεων δεν είναι επαρκώς αναπτυγμένες και δεν καθορίζουν αντικειμενικά κριτήρια που θα συνέβαλλαν στην αποτελεσματικότητα της διαχείρισης (σημεία 67 έως 72). Υπάρχουν διαδικασίες αναγνώρισης των κρίσεων, δεν υπάρχει ωστόσο σύνολο δεικτών με σαφή όρια για τον προσδιορισμό της επιδείνωσης μιας εποπτευόμενης οντότητας. Το γεγονός αυτό επηρεάζει επίσης αρνητικά την αποτελεσματικότητα της διαχείρισης κρίσεων (σημεία 73 έως 79). Η αποτελεσματικότητα της διαχείρισης της αναγνώρισης των κρίσεων εκ μέρους της ΕΚΤ επηρεάζεται περαιτέρω από το γεγονός ότι οι αξιολογήσεις έγκαιρης παρέμβασης πραγματοποιούνται κυρίως στο πλαίσιο του ετήσιου κύκλου ΔΕΕΑ και όχι ως αντίδραση σε στοιχεία που αποδεικνύουν ουσιώδη επιδείνωση της χρηματοοικονομικής κατάστασης μιας τράπεζας (σημεία 89 έως 91), η δε υποκείμενη τεκμηρίωση δεν συμμορφώνεται πλήρως με τα στοιχεία που προβλέπονται στις υφιστάμενες οδηγίες.

Σύσταση 3

Η ΕΚΤ οφείλει:

  1. να αναπτύξει περαιτέρω την καθοδήγηση που παρέχει σχετικά με τις αξιολογήσεις έγκαιρης παρέμβασης και να καθορίσει ένα σύνολο δεικτών με σαφή όρια για τον προσδιορισμό μιας ενδεχόμενης επιδείνωσης της χρηματοοικονομικής κατάστασης μιας τράπεζας, αξιοποιώντας ορισμένους από τους δείκτες και τα στοιχεία ενεργοποίησης που έχουν κριθεί κατάλληλα στο πλαίσιο της αξιολόγησης του σχεδίου ανάκαμψης της τράπεζας, καθώς και να τα συνδέσει με σαφείς διαδικασίες κλιμάκωσης ώστε να καταστεί δυνατή η αποτελεσματική χρήση των διαθέσιμων πληροφοριών·
  2. να προωθήσει την ταχεία και συστηματική χρήση των αξιολογήσεων έγκαιρης παρέμβασης αμέσως μόλις υπάρχουν ενδείξεις ουσιώδους επιδείνωσης της χρηματοοικονομικής κατάστασης μιας τράπεζας·
  3. να δώσει έμφαση στη διασφάλιση της ποιότητας των αξιολογήσεων έγκαιρης παρέμβασης, προκειμένου να εξασφαλίζεται ότι ακολουθούνται οι εσωτερικές διαδικασίες και η καθοδήγησή της.

Ημερομηνία-στόχος για την υλοποίηση της σύστασης: δεύτερο τρίμηνο του 2018.

126

Η ΕΚΤ δεν διαθέτει σαφώς καθορισμένες διαδικασίες και συστήματα για τη συλλογή, την αξιολόγηση, την υποβολή εκθέσεων προς τα ανώτερα κλιμάκια της ιεραρχίας και την ανάληψη δράσης βάσει της πληθώρας των πληροφοριών που διαθέτει κατά τρόπο ολοκληρωμένο, η δε κεντρική παρακολούθηση και συνέχεια που δίδεται στις διαπιστώσεις δεν τεκμηριώνεται συστηματικά (σημεία 80 έως 86).

Σύσταση 4

Η ΕΚΤ οφείλει να εξορθολογίσει τις διαδικασίες που εφαρμόζει όσον αφορά την εξέταση όλων των πληροφοριών (συμπεριλαμβανομένης της πληροφόρησης σχετικά με τους συστημικούς κινδύνους), ώστε να μεγιστοποιηθεί η ικανότητά της να εντοπίζει εγκαίρως τις τράπεζες που περιέρχονται σε κρίση. Για τον σκοπό αυτό, πρέπει να καθιερωθεί σύστημα πληροφοριών διαχείρισης για τη συστηματική αναφορά των παραβιάσεων και των οιονεί παραβιάσεων των κανονιστικών απαιτήσεων και να εισαχθεί η διενέργεια κεντρικών ελέγχων.

Ημερομηνία-στόχος για την υλοποίηση της σύστασης: πρώτο τρίμηνο του 2019.

Αντιμετώπιση των κρίσεων

127

Η τρέχουσα προσέγγιση της ΕΚΤ όσον αφορά την επιχειρησιακή διαχείριση της αντίδρασης σε κρίσεις δεν περιλαμβάνει διαδικασία για την ποσοτικοποίηση του μεγέθους ενός συγκεκριμένου προβλήματος πριν από την εξέταση του ενδεχομένου λήψης εποπτικών μέτρων. Ειδικότερα, η ΕΚΤ δεν έχει άμεσα διαθέσιμες ομάδες επιτόπιας επιθεώρησης ώστε να προβαίνει σε λεπτομερή ανάλυση της ποιότητας του ενεργητικού των τραπεζών που έχουν περιέλθει σε κρίση (σημεία 96 έως 99).

Σύσταση 5

Η ΕΚΤ οφείλει:

  1. να αναπτύξει περαιτέρω την καθοδήγηση περί έγκαιρης παρέμβασης, προκειμένου να διασφαλίσει την ποσοτικοποίηση όλων των συναφών εποπτικών διαπιστώσεων πριν από την εξέταση του ενδεχομένου λήψης μέτρων αντιμετώπισης·
  2. να καθιερώσει σαφείς διαδικασίες για τη διασφάλιση της ποιότητας των περιουσιακών στοιχείων των ιδρυμάτων των οποίων η χρηματοοικονομική κατάσταση έχει επιδεινωθεί σημαντικά, όταν εξακολουθεί να υπάρχει αβεβαιότητα σχετικά με την αποτίμηση αυτών των περιουσιακών στοιχείων· ειδικότερα, οφείλει να έχει άμεσα διαθέσιμες ομάδες επιτόπιας επιθεώρησης ώστε να προβαίνει σε λεπτομερή ανάλυση της ποιότητας του ενεργητικού των τραπεζών που έχουν περιέλθει κρίση·
  3. να υποβάλλει τακτικά εκθέσεις προόδου στην ανώτερη ιεραρχία κατά τρόπο συστηματικό, ολοκληρωμένο και μακροπρόθεσμο όσον αφορά το πώς αντιμετωπίζονται με επιτόπιες επιθεωρήσεις ή άλλα μέσα οι τράπεζες με αναγνωρισμένα προβλήματα στην ποιότητα του ενεργητικού τους.

Ημερομηνία-στόχος για την υλοποίηση της σύστασης: τέταρτο τρίμηνο του 2018.

128

Η ΕΚΤ έχει εντοπίσει δυσκολίες στην εφαρμογή των μέτρων έγκαιρης παρέμβασης (περιλαμβανομένης της αλληλοεπικάλυψης με άλλα μέτρα) που διαθέτει για την αντιμετώπιση των κρίσεων. Έχει προσεγγίσει τον νομοθέτη επιδιώκοντας νομικές αλλαγές, δεν έχει όμως παράσχει οδηγίες προς τους υπαλλήλους της, ώστε να τους παράσχει τρόπους αντιμετώπισης των εν λόγω δυσκολιών. Επίσης, δεν υπάρχει περιγραφή συγκεκριμένων δράσεων που θα μπορούσαν να ληφθούν υπόψη ως πιθανό σενάριο, ούτε της νομικής βάσης επί της οποίας αυτές θα μπορούσαν να βασιστούν. Από την άποψη αυτή, η ΕΚΤ δεν εκμεταλλεύεται την πολύτιμη γνώση που έχει αποκτήσει από προηγούμενες αξιολογήσεις σχεδίων ανάκαμψης και καταστάσεις κρίσης κατά τον προσδιορισμό των αρμοδιοτήτων και των μέτρων που πρέπει να εξετασθούν σε ένα δεδομένο σενάριο. Η προσεκτική χρήση των εν λόγω γνώσεων θα μπορούσε να αυξήσει σημαντικά την αποτελεσματικότητα, διασφαλίζοντας ότι όλα τα μέτρα που εφαρμόζονται είναι κατάλληλα και αναλογικά (σημεία 101 έως 104).

Σύσταση 6

Η ΕΚΤ οφείλει να αναπτύξει περαιτέρω την επιχειρησιακή καθοδήγηση όσον αφορά τις αξιολογήσεις έγκαιρης παρέμβασης με σκοπό:

  1. την αντιμετώπιση των δυσκολιών που ανακύπτουν κατά την άσκηση των εξουσιών της, καλώντας την Επιτροπή να εξετάσει το ενδεχόμενο νομοθετικών αλλαγών για την αντιμετώπιση των πιθανών αδυναμιών του υφιστάμενου πλαισίου·
  2. την εισαγωγή ολοκληρωμένης περιγραφής συγκεκριμένων δράσεων που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη ως πιθανό σενάριο και της νομικής βάσης που προϋποθέτει η εφαρμογή τους. Για τον σκοπό αυτό, θα πρέπει να αξιοποιεί συστηματικά τις γνώσεις που έχει αποκτήσει από την αξιολόγηση των σχεδίων ανάκαμψης τραπεζών και από προηγούμενες καταστάσεις κρίσης.

Ημερομηνία-στόχος για την υλοποίηση της σύστασης: τέταρτο τρίμηνο του 2018.

129

Η καθοδήγηση της ΕΚΤ σχετικά με την εφαρμογή των κατευθυντήριων οδηγιών περί FOLTF της ΕΑΤ είναι εξαιρετικά περιορισμένη ως προς το πεδίο εφαρμογής και τις λεπτομέρειές της και δεν καθορίζει με σαφήνεια τον τρόπο αξιοποίησης των αντικειμενικών στοιχείων που περιγράφονται στις κατευθυντήριες οδηγίες της ΕΑΤ στο πλαίσιο της αξιολόγησης FOLTF (σημεία 107 έως 109).

Σύσταση 7

Η ΕΚΤ οφείλει να αναπτύξει περαιτέρω την επιχειρησιακή καθοδήγηση που παρέχει σχετικά με τις αξιολογήσεις FOLTF, ιδίως αποσαφηνίζοντας περαιτέρω την αξιοποίηση των αντικειμενικών στοιχείων που περιγράφονται στις κατευθυντήριες οδηγίες της ΕΑΤ.

Ημερομηνία-στόχος για την υλοποίηση της σύστασης: πρώτο τρίμηνο του 2018.

130

Η ΕΚΤ μάς αρνήθηκε την πρόσβαση σε έγγραφα και πληροφορίες που ήταν απαραίτητες για την εκτέλεση του ελεγκτικού έργου μας. Βάσει των εγγράφων που λάβαμε, μπορέσαμε να αξιολογήσουμε πόσο συνέβαλλαν στην επιχειρησιακή αποτελεσματικότητα ο σχεδιασμός της αξιολόγησης των σχεδίων ανάκαμψης και οι δραστηριότητες διαχείρισης κρίσεων. Ωστόσο, τα στοιχεία που μας παρέσχε η ΕΚΤ σχετικά με την υλοποίηση των εν λόγω δραστηριοτήτων ήταν εξαιρετικά περιορισμένα και, συνεπώς, δεν μας επέτρεψαν να εξαγάγουμε συμπεράσματα σχετικά με την αποτελεσματικότητά τους ως προς τη διαχείριση των κρίσεων στην πράξη (βλέπε παράρτημα I).

Σύσταση 8

Η ΕΚΤ οφείλει να παρέχει στο Ελεγκτικό Συνέδριο πρόσβαση σε όλα τα έγγραφα ή τις πληροφορίες που της ζητεί και που είναι αναγκαία για την εκτέλεση του ελεγκτικού έργου του, προς το συμφέρον της λογοδοσίας.

Ημερομηνία-στόχος για την υλοποίηση της σύστασης: πάραυτα.

Η παρούσα έκθεση εγκρίθηκε από το Τμήμα IV, του οποίου προεδρεύει ο Baudilio TOMÉ MUGURUZA, Μέλος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, στο Λουξεμβούργο, κατά τη συνεδρίασή του της 12ης Δεκεμβρίου 2017.

Για το Ελεγκτικό Συνέδριο

Klaus-Heiner LEHNE
Πρόεδρος

Παραρτήματα

Παράρτημα I

Περιορισμός πεδίου εφαρμογής

Τι ζητήσαμε Τι μας έδειξε η ΕΚΤ Τι έλειπε Τι συνεπάγετο για τον έλεγχο της αποτελεσματικότητας της διαχείρισης Περιορισμός πεδίου εφαρμογής
Δειγματοληψία των σχεδίων ανάκαμψης
Πλήρη σχέδια ανάκαμψης και αξιολογήσεις των ΜΕΟ (πρότυπο, επιστολές ανατροφοδότησης και κοινές αποφάσεις) για 8 τράπεζες σε τυχαία δειγματοληψία Επεξεργασμένα τμήματα για «δείκτες», «επιλογές» και «σενάρια», το καθένα για 3 σχέδια ανάκαμψης, αλλά όχι περισσότερο από ένα τμήμα από οποιοδήποτε σχέδιο. Επίσης, οι αξιολογήσεις των ΜΕΟ που σχετίζονται με αυτά τα τμήματα, καθώς και επεξεργασμένες επιστολές ανατροφοδότησης και κοινές αποφάσεις Το τελικό μέγεθος του δείγματος δεν ήταν αντιπροσωπευτικό, αφορούσε λιγότερο από 1% του πληθυσμού. Όλα τα ποσοτικά στοιχεία είχαν υποβληθεί σε επεξεργασία. Οι πληροφορίες δεν κάλυπταν όλους τους τομείς του σχεδιασμού ανάκαμψης, και κανένα σχέδιο δεν παρασχέθηκε πλήρως. Δεν μας παρασχέθηκαν συνεπώς επαρκείς πληροφορίες για να εκτελέσουμε ελέγχους παρακολούθησης της πορείας, ελέγχους τεκμηρίωσης και δοκιμές των ελέγχων. Δεν είχαμε τη δυνατότητα να εξετάσουμε εάν στην πράξη το εργαλείο αξιολόγησης επιτρέπει ολοκληρωμένες, συνεκτικές και λειτουργικά αποτελεσματικές εκτιμήσεις σε ολόκληρο τον ΕΕΜ. Δεν ήταν δυνατό να επαληθεύσουμε (α) εάν η αρχική καθοδήγηση (γενικά κριτήρια για κάθε ερώτηση) και οι μεταγενέστερες προσθήκες ήταν συνεκτικές και εύκολα κατανοητές από τις επιμέρους ΜΕΟ έτσι ώστε οι ερωτήσεις στο εργαλείο να μπορούν να απαντηθούν με συνέπεια και αποτελεσματικότητα ανά πάσα στιγμή και (β) εάν οι πρόσθετες λειτουργίες και αποδελτιώσεις στο εργαλείο καταγράφουν αποτελεσματικά όλες τις ελλείψεις που διαπιστώνονται κατά την αξιολόγηση για λόγους ανατροφοδότησης προς τις τράπεζες. Τα έγγραφα που διατέθηκαν για τη δειγματοληψία δεν μας επέτρεψαν τη διεξαγωγή ουσιαστικών και κατάλληλων διαδικασιών ελέγχου προκειμένου να εξακριβωθεί εάν στην πράξη οι οδηγίες/τα κριτήρια στο εργαλείο αξιολόγησης είναι συνεκτικά και εφαρμόζονται με συνέπεια και αποτελεσματικότητα. Δεν ήταν δυνατό να εξαχθούν συμπεράσματα σχετικά με τη χρήση του εργαλείου αξιολόγησης και, ως εκ τούτου, δεν μπορούμε να εκφέρουμε γνώμη σχετικά με την αποτελεσματικότητα στην πράξη της αξιολόγησης των σχεδίων ανάκαμψης.
Δειγματοληψία των τραπεζών σε κρίση
Πλήρης πρόσβαση στα αρχεία εποπτείας (π.χ. σημειώσεις, αξιολογήσεις, επιχειρησιακές πράξεις, σχέδια αποφάσεων και τελικές αποφάσεις, επικοινωνία/διαβούλευση με εσωτερικούς και εξωτερικούς φορείς, θέματα ημερήσιας διάταξης και πρακτικά) σε 5 τράπεζες σε διαφορετικούς βαθμούς κρίσης, τυχαία επιλεγμένες ώστε να καλύπτονται όλα τα στάδια της διαδικασίας διαχείρισης κρίσεων της ΕΚΤ Περιορισμένη επιλογή εγγράφων για 3 τράπεζες, η καθεμία να καλύπτει ένα μόνο στάδιο της διαχείρισης κρίσεων της ΕΚΤ και χωρίς να έχει οργανωθεί χρονολογικά. Τα έγγραφα είχαν υποβληθεί σε εκτεταμένη επεξεργασία (οι ημερομηνίες, τα πλέον σχετικά ρυθμιστικά δεδομένα, οι συντάκτες, οι αποδέκτες και τμήματα της αιτιολογίας είχαν σκιαστεί) Το δείγμα ήταν μη αντιπροσωπευτικό, με μόνο ένα παράδειγμα για κάθε στάδιο, επομένως δεν υπήρχε τεκμηρίωση ολόκληρης της διαδικασίας από την αρχή μέχρι το τέλος για καμία απολύτως τράπεζα. Τα έγγραφα είχαν προεπιλεγεί και υποβληθεί σε εκτεταμένη επεξεργασία, επομένως δεν είχαμε πλήρη πρόσβαση σε αρχεία. Οι πληροφορίες ήταν ανεπαρκείς για την παρακολούθηση της πορείας από τον προσδιορισμό μιας κρίσης μέχρι το τέλος της. Το δείγμα αυτό ήταν κρίσιμης σημασίας για την αξιολόγησή μας όσον αφορά ορισμένες βασικές διαδικασίες (δοκιμές των ελέγχων και λεπτομέρειες), ειδικά δεδομένου ότι η τεκμηρίωση του συστήματος και η καθοδήγηση ήταν συχνά ελλιπείς.
Δεν ήταν δυνατή η διεξαγωγή δοκιμών παρακολούθησης της πορείας για την επαλήθευση της αποτελεσματικότητας της διαχείρισης της προετοιμασίας, του προσδιορισμού, της παρακολούθησης και της αντίδρασης στην κρίση για όλη τη διάρκεια της διαδικασίας. Ακόμη και στα λίγα προεπιλεγμένα έγγραφα που έχουμε συγκεντρώσει, η επεξεργασία και η μη διαθεσιμότητα των σχετικών στοιχείων περιόρισαν σημαντικά την ικανότητά μας να αξιολογήσουμε την αποτελεσματικότητα της διαχείρισης.
Δεν είχαμε τη δυνατότητα να διενεργήσουμε δοκιμές παρακολούθησης της πορείας, ολοκληρωμένες δοκιμές των ελέγχων ή ουσιαστικές δοκιμές προκειμένου να επαληθεύσουμε την αποτελεσματικότητα των δραστηριοτήτων διαχείρισης κρίσεων της ΕΚΤ (π.χ. εσωτερική και εξωτερική επικοινωνία με τα εποπτικά σώματα και το ΕΣΕ, προσδιορισμό και αντιμετώπιση της κρίσης). Έπρεπε να βασιστούμε στις πληροφορίες που μας παρασχέθηκαν και δεν διαθέταμε καθόλου τις βασικές πληροφορίες που χρειαζόμασταν για να αξιολογήσουμε τις διαδικασίες. Δεν μπορούμε να εκφράσουμε την άποψή μας σχετικά με την αποτελεσματικότητα των δραστηριοτήτων διαχείρισης κρίσεων στην πράξη.

Παράρτημα II

Διαδικαστικά βήματα που πρέπει να ακολουθούνται κατά την αξιολόγηση σχεδίων ανάκαμψης στο πλαίσιο εποπτικών σωμάτων

Παράρτημα III

Έρευνα των εποπτευομένων οντοτήτων

Οι ερωτήσεις 1 έως 5 αφορούν αιτήματα παροχής πληροφοριών σχετικά με τα στοιχεία επικοινωνίας των οντοτήτων: τη χώρα της έδρας, την επωνυμία της οντότητας και τα στοιχεία του σημείου επαφής, τη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και τον αριθμό τηλεφώνου.

1. Πρότυπα που παρέχονται από την ΕΑΤ

Ερώτηση 6: Πόσο χρήσιμο είναι το έγγραφο EBA-GL-2015-02 (κατευθυντήριες οδηγίες της ΕΑΤ για τον ελάχιστο κατάλογο ποιοτικών και ποσοτικών δεικτών των σχεδίων ανάκαμψης);

Ερώτηση 7: Δώστε λεπτομέρειες για τυχόν τομείς στους οποίους βρήκατε τις κατευθυντήριες οδηγίες ατελείς (βλέπε πλαίσιο 1.1).

Εξαιρετικά χρήσιμες 4 6%
Πολύ χρήσιμα 27 42%
Χρήσιμα 27 42%
Ελάχιστα χρήσιμα 5 8%
Καθόλου χρήσιμα 0 0%
Δεν απαντώ 1 2%
Σύνολο 64 100%

Ερώτηση 8: Πόσο χρήσιμο είναι το έγγραφο EBA/RTS/2014/11 (τελικό σχέδιο των ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων της ΕΑΤ σχετικά με το περιεχόμενο των σχεδίων ανάκαμψης);

Ερώτηση 9: Δώστε λεπτομέρειες για τυχόν τομείς στους οποίους βρήκατε τα πρότυπα ατελή (βλέπε πλαίσιο 1.1).

Εξαιρετικά χρήσιμα 4 6%
Πολύ χρήσιμα 26 41%
Χρήσιμα 30 47%
Ελάχιστα χρήσιμα 3 5%
Καθόλου χρήσιμα 0 0%
Δεν απαντώ 1 2%
Σύνολο 64 100%

Ερώτηση 10: Πόσο χρήσιμο είναι το έγγραφο EBA/GL/2014/06 (σχέδιο των ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων της ΕΑΤ σχετικά με το φάσμα των σεναρίων που πρέπει να χρησιμοποιούνται στα σχέδια ανάκαμψης);

Ερώτηση 11: Δώστε λεπτομέρειες για τυχόν τομείς στους οποίους βρήκατε τα πρότυπα ατελή (βλέπε πλαίσιο 1.1).

Εξαιρετικά χρήσιμα 2 3%
Πολύ χρήσιμα 16 25%
Χρήσιμα 35 55%
Ελάχιστα χρήσιμα 9 14%
Καθόλου χρήσιμα 1 2%
Δεν απαντώ 1 2%
Σύνολο 64 100%

Ερώτηση 12: Πόσο χρήσιμο είναι το έγγραφο EBA/RTS/2014/12 (τελικό σχέδιο των ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων της ΕΑΤ σχετικά με την αξιολόγηση των σχεδίων ανάκαμψης);

Ερώτηση 13: Δώστε λεπτομέρειες για τυχόν τομείς στους οποίους βρήκατε τα πρότυπα ατελή (βλέπε πλαίσιο 1.1).

Εξαιρετικά χρήσιμα 1 2%
Πολύ χρήσιμα 9 14%
Χρήσιμα 28 44%
Ελάχιστα χρήσιμα 17 27%
Καθόλου χρήσιμα 0 0%
Άνευ αντικειμένου 2 3%
Δεν απαντώ 7 11%
Σύνολο 64 100%

Ερώτηση 14 - Θεωρείτε ότι η αρχική καθοδήγηση EBA (EBA/REC/2013/02) σχετικά με την ανάπτυξη σχεδίων ανάκαμψης ήταν επαρκής στους ακόλουθους τομείς;

α) Δείκτες σχεδίων ανάκαμψης και επίπεδα βαθμονόμησης

Εξαιρετικά 1 2%
Καλά 13 21%
Επαρκή 13 21%
Ελλιπή 20 32%
Άκρως ελλιπή 3 5%
Δεν απαντώ 13 21%
Σύνολο 63 100%

β) Σενάρια και επιλογές των σχεδίων ανάκαμψης

Εξαιρετικά 2 3%
Καλά 14 22%
Επαρκή 16 25%
Ελλιπή 16 25%
Άκρως ελλιπή 2 3%
Δεν απαντώ 13 21%
Σύνολο 63 100%

γ) Προσδιορισμός κρίσιμων λειτουργιών και βασικών επιχειρηματικών τομέων

Εξαιρετικός 1 2%
Καλός 8 13%
Επαρκής 19 30%
Ελλιπής 18 29%
Άκρως ελλιπής 4 6%
Δεν απαντώ 13 21%
Σύνολο 63 100%

Ερώτηση 15: Τι θα μπορούσε να γίνει για την περαιτέρω βελτίωση των πτυχών που εξετάζονται στις ανωτέρω ερωτήσεις (βλέπε πλαίσιο 1.1);

2. Συνολική καθοδήγηση που παρέχεται από την ΕΑΤ ή σε αλληλεπίδραση με την ΕΚΤ (π.χ. ΜΕΟ)

Ερώτηση 16: Εάν υποβάλατε ερωτήσεις στην ΕΚΤ, λάβατε απαντήσεις εντός εύλογου διαστήματος;

Πολύ γρήγορα 5 8%
Γρήγορα 7 11%
Εντός του αναμενόμενου 24 39%
Αργά 9 15%
Δεν απαντώ 1 2%
Άνευ αντικειμένου 12 19%
Καμία απάντηση στην ερώτηση 4 6%
Σύνολο 62 100%

Ερώτηση 17: Είναι οι απαντήσεις της ΕΚΤ σαφείς και κατανοητές;

Πάντοτε 4 6%
Συχνά 22 35%
Ενίοτε 17 27%
Σπανίως 3 5%
Ποτέ 0 0%
Άνευ αντικειμένου 13 21%
Δεν απαντώ 3 5%
Σύνολο 62 100%

Ερώτηση 18: Οι απαντήσεις της ΕΚΤ βελτιώνουν την ποιότητα του σχεδίου ανάκαμψης;

Πάντοτε 11 18%
Συχνά 17 28%
Ενίοτε 17 28%
Σπανίως 2 3%
Ποτέ 0 0%
Άνευ αντικειμένου 12 20%
Δεν απαντώ 2 3%
Σύνολο 61 100%

Ερώτηση 19: Συνάδουν οι απαντήσεις της ΕΚΤ ή η καθοδήγηση πριν από την υποβολή του σχεδίου ανάκαμψης με την επιστολή ανατροφοδότησης που αποστέλλεται στο τέλος του κύκλου υποβολής;

Ερώτηση 20: Εάν όχι, περιγράψτε τυχόν προβλήματα και προτείνετε βελτιώσεις (βλέπε πλαίσιο 1.2).

Ναι 33 53%
Όχι 2 3%
Άνευ αντικειμένου 19 31%
Δεν απαντώ 8 13%
Σύνολο 62 100%
Καθοδήγηση σχετικά με το τμήμα στα σχέδια ανάκαμψης περί δομής και επιχειρήσεων του ιδρύματος

Ερώτηση 21: Ποιος ήταν ο βαθμός της αλληλεπίδρασης με τη ΜΕΟ όσον αφορά το τμήμα περί δομής και επιχειρήσεων του ιδρύματος που περιλαμβάνεται στα σχέδια ανάκαμψης;

Υψηλός 6 10%
Μέτριος 29 47%
Χαμηλός 19 31%
Καμία αλληλεπίδραση 3 5%
Δεν απαντώ 5 8%
Σύνολο 62 100%

Ερώτηση 22: Από μια συνολική προοπτική (π.χ. έργο της ΜΕΟ και καθοδήγηση της ΕΑΤ), σας δόθηκαν σαφείς οδηγίες σχετικά με το τμήμα περί δομής και επιχειρήσεων του ιδρύματος στα σχέδια ανάκαμψης στους ακόλουθους τομείς;

α) Συνολική παγκόσμια επιχειρηματική στρατηγική και στρατηγική κινδύνου, επιχειρηματικό μοντέλο και επιχειρηματικό σχέδιο

Πολύ καλές 4 7%
Καλές 27 44%
Ικανοποιητικές 20 33%
Ελλιπείς 3 5%
Άκρως ελλιπείς 0 0%
Άνευ αντικειμένου 5 8%
Δεν απαντώ 2 3%
Σύνολο 61 100%

β) Προσδιορισμός και χαρτογράφηση των βασικών επιχειρηματικών τομέων και των κρίσιμων λειτουργιών

Πολύ καλοί 6 10%
Καλοί 17 28%
Ικανοποιητικοί 21 35%
Ελλιπείς 10 17%
Άκρως ελλιπείς 0 0%
Άνευ αντικειμένου 5 8%
Δεν απαντώ 1 2%
Σύνολο 60 100%

γ) Εσωτερική και εξωτερική αλληλοσύνδεση

Πολύ καλή 3 5%
Καλή 18 30%
Ικανοποιητική 20 33%
Ελλιπής 13 21%
Άκρως ελλιπής 0 0%
Άνευ αντικειμένου 4 7%
Δεν απαντώ 3 5%
Σύνολο 61 100%

Ερώτηση 23: Τι θα μπορούσε να γίνει για την περαιτέρω βελτίωση των πτυχών της διάρθρωσης και των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων που εξετάζονται στην προηγούμενη ερώτηση (βλέπε πλαίσιο 1.2);

Καθοδήγηση σχετικά με το τμήμα περί διακυβέρνησης των σχεδίων ανάκαμψης

Ερώτηση 24: Ποιος ήταν ο βαθμός της αλληλεπίδρασης με τη ΜΕΟ όσον αφορά το τμήμα περί διακυβέρνησης των σχεδίων ανάκαμψης;

Υψηλός 12 20%
Μέτριος 29 48%
Χαμηλός 11 18%
Καμία αλληλεπίδραση 4 7%
Δεν απαντώ 5 8%
Σύνολο 61 100%

Ερώτηση 25: Από μια συνολική προοπτική (π.χ. έργο της ΜΕΟ και καθοδήγηση της ΕΑΤ), σας δόθηκαν σαφείς οδηγίες σχετικά με το τμήμα περί διακυβέρνησης των σχεδίων ανάκαμψης στους ακόλουθους τομείς;

α) Ανάπτυξη, συντήρηση και ενημέρωση του σχεδίου ανάκαμψης

Πολύ καλές 9 15%
Καλές 35 57%
Ικανοποιητικές 9 15%
Ελλιπείς 2 3%
Άκρως ελλιπείς 3 5%
Άνευ αντικειμένου 2 3%
Δεν απαντώ 1 2%
Σύνολο 61 100%

β) Ενσωμάτωση και συνοχή του σχεδίου ανάκαμψης με τη διακυβέρνηση και τις εσωτερικές διαδικασίες του ιδρύματος

Πολύ καλές 11 18%
Καλές 26 43%
Ικανοποιητικές 16 26%
Ελλιπείς 4 7%
Άκρως ελλιπείς 1 2%
Άνευ αντικειμένου 2 3%
Δεν απαντώ 1 2%
Σύνολο 61 100%

γ) Διαδικασίες κλιμάκωσης για την ενεργοποίηση και την εφαρμογή του σχεδίου ανάκαμψης

Πολύ καλές 10 16%
Καλές 29 48%
Ικανοποιητικές 13 21%
Ελλιπείς 6 10%
Άκρως ελλιπείς 0 0%
Άνευ αντικειμένου 2 3%
Δεν απαντώ 1 2%
Σύνολο 61 100%

Ερώτηση 26: Τι θα μπορούσε να γίνει για την περαιτέρω βελτίωση των πτυχών της διακυβέρνησης που εξετάζονται στην προηγούμενη ερώτηση (βλέπε πλαίσιο 1.2);

Καθοδήγηση σχετικά με τους δείκτες των σχεδίων ανάκαμψης

Ερώτηση 27: Ποιος ήταν ο βαθμός επίπεδο της αλληλεπίδρασης με τη ΜΕΟ όσον αφορά τους δείκτες των σχεδίων ανάκαμψης;

Υψηλός 20 33%
Μέτριος 25 41%
Χαμηλός 10 16%
Καμία αλληλεπίδραση 1 2%
Δεν απαντώ 5 8%
Σύνολο 61 100%

Ερώτηση 28: Από μια συνολική προοπτική (π.χ. έργο της ΜΕΟ και καθοδήγηση της ΕΑΤ), σας δόθηκαν σαφείς οδηγίες σχετικά με τους δείκτες των σχεδίων ανάκαμψης στους ακόλουθους τομείς;

α) Το σύνολο ή το πλαίσιο δεικτών

Πολύ καλές 7 11%
Καλές 32 52%
Ικανοποιητικές 17 28%
Ελλιπείς 2 3%
Άκρως ελλιπείς 1 2%
Άνευ αντικειμένου 1 2%
Δεν απαντώ 1 2%
Σύνολο 61 100%

β) Με ποιον τρόπο πρέπει να βαθμονομηθούν οι δείκτες (σε σχέση με το επιχειρηματικό μοντέλο του ιδρύματος, το μέγεθος και την πολυπλοκότητά του, τις κανονιστικές απαιτήσεις και άλλες εκτιμήσεις) ώστε να ενεργοποιηθούν οι επιλογές ανάκαμψης

Πολύ καλές 3 5%
Καλές 15 25%
Ικανοποιητικές 27 44%
Ελλιπείς 12 20%
Άκρως ελλιπείς 1 2%
Άνευ αντικειμένου 2 3%
Δεν απαντώ 1 2%
Σύνολο 61 100%

γ) Ενσωμάτωση και συνοχή των δεικτών με το γενικό πλαίσιο διαχείρισης κινδύνων του ιδρύματος με σκοπό την αποτελεσματική διαχείριση κινδύνων και κρίσεων

Πολύ καλές 4 7%
Καλές 23 38%
Ικανοποιητικές 24 39%
Ελλιπείς 7 11%
Άκρως ελλιπείς 0 0%
Άνευ αντικειμένου 1 2%
Δεν απαντώ 2 3%
Σύνολο 61 100%

Ερώτηση 29: Τι θα μπορούσε να γίνει για την περαιτέρω βελτίωση των πτυχών των δεικτών στα σχέδια ανάκαμψης που εξετάζονται στην προηγούμενη ερώτηση (βλέπε πλαίσιο 1.2);

Καθοδήγηση σχετικά με τις επιλογές ανάκαμψης

Ερώτηση 30: Ποιος ήταν ο βαθμός της αλληλεπίδρασης με τη ΜΕΟ όσον αφορά τις επιλογές ανάκαμψης;

Υψηλός 15 25%
Μέτριος 30 49%
Χαμηλός 9 15%
Καμία αλληλεπίδραση 1 2%
Δεν απαντώ 6 10%
Σύνολο 61 100%

Ερώτηση 31: Από μια συνολική προοπτική (π.χ. έργο της ΜΕΟ και καθοδήγηση της ΕΑΤ), σας δόθηκαν σαφείς οδηγίες σχετικά με τις επιλογές ανάκαμψης στους ακόλουθους τομείς;

α) Αξιολόγηση των επιλογών ανάκαμψης του ιδρύματος

Πολύ καλές 4 7%
Καλές 27 44%
Ικανοποιητικές 22 36%
Ελλιπείς 5 8%
Άκρως ελλιπείς 1 2%
Άνευ αντικειμένου 1 2%
Δεν απαντώ 1 2%
Σύνολο 61 100%

β) Ανάλυση της αξιοπιστίας, των επιπτώσεων και της σκοπιμότητας των επιλογών ανάκαμψης

Πολύ καλές 5 8%
Καλές 23 38%
Ικανοποιητικές 22 36%
Ελλιπείς 8 13%
Άκρως ελλιπείς 1 2%
Άνευ αντικειμένου 1 2%
Δεν απαντώ 1 2%
Σύνολο 61 100%

Ερώτηση 32: Τι θα μπορούσε να γίνει για την περαιτέρω βελτίωση των πτυχών των επιλογών ανάκαμψης που εξετάζονται στην προηγούμενη ερώτηση (βλέπε πλαίσιο 1.2);

Καθοδήγηση σχετικά με το θέμα των σεναρίων

Ερώτηση 33: Ποιος ήταν ο βαθμός της αλληλεπίδρασης με τη ΜΕΟ σχετικά με το θέμα των σεναρίων;

Υψηλός 10 16%
Μέτριος 30 49%
Χαμηλός 15 25%
Καμία αλληλεπίδραση 1 2%
Δεν απαντώ 5 8%
Σύνολο 61 100%

Ερώτηση 34: Από μια συνολική προοπτική (π.χ. έργο της ΜΕΟ και καθοδήγηση της ΕΑΤ), σας δόθηκαν σαφείς οδηγίες σχετικά με το θέμα των σεναρίων στους ακόλουθους τομείς;

α) Καταλληλότητα των επιλεχθέντων σεναρίων

Πολύ καλές 4 7%
Καλές 21 34%
Ικανοποιητικές 26 43%
Ελλιπείς 6 10%
Άκρως ελλιπείς 2 3%
Άνευ αντικειμένου 1 2%
Δεν απαντώ 1 2%
Σύνολο 61 100%

β) Επιπτώσεις και σκοπιμότητα των επιλογών ανάκαμψης στα σενάρια

Πολύ καλές 2 3%
Καλές 22 36%
Ικανοποιητικές 24 39%
Ελλιπείς 8 13%
Άκρως ελλιπείς 2 3%
Άνευ αντικειμένου 1 2%
Δεν απαντώ 2 3%
Σύνολο 61 100%

Ερώτηση 35: Τι θα μπορούσε να γίνει για την περαιτέρω βελτίωση των πτυχών των σεναρίων που εξετάζονται στην προηγούμενη ερώτηση (βλέπε πλαίσιο 1.2);

3. Σαφήνεια των επιστολών ανατροφοδότησης

Ερώτηση 36: Θεωρείτε ότι οι επιστολές ανατροφοδότησης που απεστάλησαν ως απάντηση στον δεύτερο γύρο σχεδίων ανάκαμψης παρείχαν αξιόπιστη πληροφόρηση στους ακόλουθους τομείς;

α) Δείκτες σχεδίων ανάκαμψης και επίπεδα βαθμονόμησης

Πάντοτε 7 12%
Συχνά 20 33%
Ενίοτε 15 25%
Σπανίως 5 8%
Ποτέ 0 0%
Άνευ αντικειμένου 8 13%
Δεν απαντώ 5 8%
Σύνολο 60 100%

β) Σενάρια και επιλογές των σχεδίων ανάκαμψης

Πάντοτε 5 8%
Συχνά 23 38%
Ενίοτε 15 25%
Σπανίως 4 7%
Ποτέ 0 0%
Άνευ αντικειμένου 8 13%
Δεν απαντώ 5 8%
Σύνολο 60 100%

γ) Προσδιορισμός κρίσιμων λειτουργιών και βασικών επιχειρηματικών τομέων

Πάντοτε 5 8%
Συχνά 20 33%
Ενίοτε 11 18%
Σπανίως 4 7%
Ποτέ 3 5%
Άνευ αντικειμένου 12 20%
Δεν απαντώ 5 8%
Σύνολο 60 100%

Ερώτηση 37: Θεωρείτε ότι οι επιστολές ανατροφοδότησης ικανοποίησαν τις ανάγκες σας όσον αφορά τη σαφήνεια των ζητημάτων που τέθηκαν;

Ερώτηση 38: Εάν απαντήσατε από «Ποτέ» έως «Ενίοτε» στην προηγούμενη ερώτηση, τι θα μπορούσε να βελτιωθεί (βλέπε πλαίσιο 1.3);

Πάντοτε 4 7%
Συχνά 26 44%
Ενίοτε 12 20%
Σπανίως 4 7%
Ποτέ 0 0%
Άνευ αντικειμένου 8 14%
Δεν απαντώ 5 8%
Σύνολο 59 100%

Ερώτηση 39: Εάν μια επιστολή ανατροφοδότησης περιείχε συστάσεις / προτεινόμενες αλλαγές στο σχέδιο ανάκαμψης, σας δόθηκε αρκετός χρόνος για την εφαρμογή των εν λόγω σχολίων / για την αντιμετώπιση των εν λόγω αδυναμιών πριν από την υποβολή του επόμενου σχεδίου ανάκαμψης ή μια ad hoc επικαιροποίησή του;

Πάντοτε 19 31%
Συχνά 20 33%
Ενίοτε 11 18%
Σπανίως 1 2%
Ποτέ 1 2%
Άνευ αντικειμένου 5 8%
Δεν απαντώ 4 7%
Σύνολο 61 100%

Ερώτηση 40: Έχετε έναν σαφώς καθορισμένο δίαυλο επικοινωνίας με την ΕΚΤ;

Πάντοτε 49 80%
Συχνά 9 15%
Ενίοτε 2 3%
Σπανίως 0 0%
Ποτέ 0 0%
Άνευ αντικειμένου 0 0%
Δεν απαντώ 1 2%
Σύνολο 61 100%

Ερώτηση 41: Είναι τα μέλη της ΕΚΤ διαθέσιμα να παράσχουν διευκρινίσεις σχετικά με τις διαπιστώσεις που αφορούν το ίδρυμά σας;

Πάντοτε 27 44%
Συχνά 19 31%
Ενίοτε 8 13%
Σπανίως 1 2%
Ποτέ 0 0%
Άνευ αντικειμένου 3 5%
Δεν απαντώ 3 5%
Σύνολο 61 100%

Ερώτηση 42: Εάν απαντήσατε από «Ποτέ» έως «Ενίοτε» στην προηγούμενη ερώτηση, τι θα μπορούσε να βελτιωθεί (βλέπε πλαίσιο 1.3);

4. Συζήτηση με την ΕΚΤ για θέματα που εγείρονται στις επιστολές ανατροφοδότησης

Ερώτηση 43: Προτού υποβάλετε εκ νέου το σχέδιο ανάκαμψης, σας παρασχέθηκε εύλογος χρόνος προκειμένου να σχολιάσετε τις παρατηρήσεις της ΕΚΤ και να τις συζητήσετε μαζί της;

Ερώτηση 44: Εάν όχι, παρακαλείσθε να περιγράψετε τυχόν προβλήματα και να προτείνετε βελτιώσεις (βλέπε πλαίσιο 1.4).

Πάντοτε 21 34%
Συχνά 18 30%
Ενίοτε 4 7%
Σπανίως 4 7%
Ποτέ 2 3%
Άνευ αντικειμένου 8 13%
Δεν απαντώ 4 7%
Σύνολο 61 100%

Ερώτηση 45: Πιστεύετε ότι η διαδικασία αντιμετώπισης/εφαρμογής των ζητημάτων ή των μέτρων που αναφέρονται στην ανατροφοδότηση είναι αποτελεσματική;

Ερώτηση 46: Εάν απαντήσατε από «Ποτέ» έως «Ενίοτε» στην προηγούμενη ερώτηση, τι θα μπορούσε να βελτιωθεί (βλέπε πλαίσιο 1.4);

Πάντοτε 13 21%
Συχνά 24 39%
Ενίοτε 12 20%
Σπανίως 2 3%
Ποτέ 0 0%
Άνευ αντικειμένου 5 8%
Δεν απαντώ 5 8%
Σύνολο 61 100%
5. Επικαιροποίηση των σχεδίων ανάκαμψης

Ερώτηση 47: Είναι εύκολο να επικοινωνήσετε με την εποπτική αρχή προκειμένου να συζητήσετε ζητήματα σχετικά με την επικαιροποίηση των σχεδίων ανάκαμψης;

Πάντοτε 27 44%
Συχνά 19 31%
Ενίοτε 4 7%
Σπανίως 0 0%
Ποτέ 0 0%
Άνευ αντικειμένου 7 11%
Δεν απαντώ 4 7%
Σύνολο 61 100%

Ερώτηση 48: Εάν με την αξιολόγηση του σχεδίου ανάκαμψης εντοπίστηκαν ουσιώδεις ανεπάρκειες ή κωλύματα, είναι επαρκές το διάστημα των 2+1 μηνών που παρέχεται για την υποβολή αναθεωρημένου σχεδίου ανάκαμψης;

Ερώτηση 49: Εάν απαντήσατε από Ποτέ έως Ενίοτε στην προηγούμενη ερώτηση, τι θα μπορούσε να βελτιωθεί (βλέπε πλαίσιο 1.5);

Πάντοτε 0 0%
Συχνά 6 10%
Ενίοτε 9 15%
Σπανίως 12 20%
Ποτέ 3 5%
Άνευ αντικειμένου 28 46%
Δεν απαντώ 3 5%
Σύνολο 61 100%

Ερώτηση 50: Έχει ζητήσει η ΕΚΤ πληροφορίες για την αξιολόγησή της όσον αφορά αναθεωρημένο σχέδιο ανάκαμψης οι οποίες έχουν ήδη παρασχεθεί στο πλαίσιο της αξιολόγησης του αρχικού σχεδίου ανάκαμψης;

Ερώτηση 51: Παράσχετε περαιτέρω λεπτομέρειες και προτείνετε βελτιώσεις (βλέπε πλαίσιο 1.5).

Πάντοτε 2 3%
Συχνά 0 0%
Ενίοτε 8 13%
Σπανίως 6 10%
Ποτέ 15 25%
Άνευ αντικειμένου 26 43%
Δεν απαντώ 4 7%
Σύνολο 61 100%
6. Συνολική αξιολόγηση του σχεδιασμού ανάκαμψης

Ερώτηση 52: Από μια συνολική προοπτική, η διαδικασία σχεδιασμού της ανάκαμψης προσέθεσε αξία όσον αφορά την κατανόηση και την ετοιμότητά σας για την αντιμετώπιση κρίσεων;

Σε πολύ μεγάλο βαθμό 10 17%
Σε μεγάλο βαθμό 31 52%
Έως έναν βαθμό 13 22%
Πολύ λίγο 4 7%
Καθόλου 0 0%
Άνευ αντικειμένου 1 2%
Δεν απαντώ 1 2%
Σύνολο 60 100%

Ερώτηση 53: Πόσο τυπική θεωρείτε τη συνολική διαδικασία (δηλαδή κατά πόσον εστιάζει περισσότερο στις διατυπώσεις λιγότερο στους κινδύνους);

Πολύ πρακτική 2 3%
Πρακτική 9 15%
Ικανοποιητική 26 43%
Τυπική 13 22%
Πολύ τυπική 7 12%
Άνευ αντικειμένου 1 2%
Δεν απαντώ 2 3%
Σύνολο 60 100%

Ερώτηση 54: Θεωρείτε ότι συζητούνταν μαζί σας οι βασικοί κίνδυνοι;

Οι βασικοί κίνδυνοι εξετάζονταν προσεκτικά 16 27%
Οι βασικοί κίνδυνοι εξετάζονταν συχνά 20 33%
Οι βασικοί κίνδυνοι εξετάζονταν έως έναν βαθμό 10 17%
Οι βασικοί κίνδυνοι εξετάζονταν σε περιορισμένο βαθμό 3 5%
Οι βασικοί κίνδυνοι δεν εξετάζονταν καθόλου 0 0%
Άνευ αντικειμένου 4 7%
Δεν απαντώ 7 12%
Σύνολο 60 100%

Ερώτηση 55: Υποδείξτε τυχόν περαιτέρω βελτιώσεις που δεν περιλαμβάνονται ήδη στις παραπάνω απαντήσεις σας και οι οποίες θα μπορούσαν να επηρεάσουν τη συνολική ποιότητα του σχεδιασμού της ανάκαμψης (βλέπε πλαίσιο 1.6).

 

 

Πλαίσιο 1 - Έρευνα των εποπτευομένων οντοτήτων

Όσον αφορά το τι θα μπορούσε να βελτιωθεί, επιμέρους σημαντικές εποπτευόμενες οντότητες σχολίασαν ότι:

1. Πρότυπα που παρέχονται από την ΕΑΤ

  • Οι κατευθυντήριες γραμμές της ΕΑΤ σχετικά με τον ελάχιστο κατάλογο ποιοτικών και ποσοτικών δεικτών των σχεδίων ανάκαμψης (EBA-GL-2015-02) είναι πολύ δεσμευτικές (7 τράπεζες) σε ορισμένους τομείς, μην αφήνοντας περιθώρια στις οντότητες να προβληματιστούν για τη δική τους ερμηνεία (π.χ. ο κατάλογος των υποχρεωτικών δεικτών). Επιπλέον, οι οντότητες συμφώνησαν ότι πρέπει να τους επιτρέπεται να επιλέγουν τους δείκτες που είναι οι πλέον κατάλληλοι για το συγκεκριμένο επιχειρηματικό τους μοντέλο (12 τράπεζες), καθώς αυτό θα επιτρέψει αποτελεσματικότερη ευθυγράμμιση με τις υφιστάμενες ανάγκες πληροφόρησης και τα πλαίσια διαχείρισης κινδύνων. Επίσης, οι οντότητες συμφώνησαν ότι οι εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές θα έπρεπε να περιλαμβάνουν τεχνικούς ορισμούς (6 τράπεζες) ανά δείκτη ανάκαμψης και να εμβαθύνουν περισσότερο όσον αφορά την παραβίαση των δεικτών ανάκαμψης. Επιπλέον, οι οντότητες εξέφρασαν την άποψη ότι η αλληλεπίδραση μεταξύ μητρικής εταιρείας και θυγατρικών πρέπει να αντιμετωπίζεται καλύτερα και ότι πρέπει να γίνεται διάκριση μεταξύ των υποχρεωτικών δεικτών για τις μητρικές και τις θυγατρικές (2 τράπεζες)
  • Τα τελικά σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων της EAΤ σχετικά με το περιεχόμενο των σχεδίων ανάκαμψης (EBA/RTS/2014/11) δεν παρέχουν σαφή καθοδήγηση σχετικά με το περιεχόμενο του «ολοκληρωμένου» σχεδίου ανάκαμψης του ομίλου όσον αφορά τον τρόπο ενσωμάτωσης των επιμέρους σημαντικών οντοτήτων (θυγατρικών) (3 τράπεζες). Επιπλέον, οι οντότητες σχολίασαν ότι οι τράπεζες πρέπει να προσθέτουν μεγάλες ποσότητες πληροφοριών (βάσει των οδηγιών της ΕΑΤ και των σχολίων της ΕΚΤ), οι οποίες έχουν περιορισμένη χρήση σε περιόδους κρίσης και συνήθως εξετάζονται σε άλλα έγγραφα που χρησιμοποιούνται από κοινού με την ΕΚΤ (8 τράπεζες). Επίσης, οι οντότητες ανέφεραν ότι πρέπει να γίνεται σαφής διάκριση μεταξύ του περιεχομένου που αφορά τα σχέδια ανάκαμψης και του περιεχομένου που σχετίζεται με τον σχεδιασμό της εξυγίανσης και ότι τμήματα του περιεχομένου των σχεδίων ανάκαμψης είναι άσχετα όσον αφορά τις ενέργειες ανάκαμψης, έχουν όμως μεγάλη σημασία για τον σχεδιασμό της εξυγίανσης (4 τράπεζες).
  • Το σχέδιο ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων της ΕΑΤ σχετικά με το φάσμα των σεναρίων που θα χρησιμοποιηθούν στα σχέδια ανάκαμψης (EBA/GL/2014/06) δεν καθορίζει με σαφήνεια τη μεθοδολογία των «αντίστροφων» ασκήσεων προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων (9 τράπεζες). Επιπλέον, οι οντότητες σχολίασαν ότι θα ήταν πολύ χρήσιμο να εξηγηθεί περαιτέρω η διάκριση μεταξύ ταχέως εξελισσόμενων και βραδέως εξελισσόμενων συμβάντων (4 τράπεζες) και ότι θα ήταν χρήσιμη περαιτέρω σαφήνεια σχετικά με τη σοβαρότητα και το χρονοδιάγραμμα των σεναρίων (3 τράπεζες)
  • Τα τελικά σχέδια ΡΤΠ της EAΤ σχετικά με την αξιολόγηση των απαιτήσεων των σχεδίων ανάκαμψης (EBA/RTS/2014/12) είναι υπερβολικά γενικά (7 τράπεζες) και θα μπορούσαν να ενισχυθούν με την παροχή πρόσθετης καθοδήγησης. Επιπλέον, οι οντότητες σχολίασαν ότι θα ήταν πολύ χρήσιμο να διευκρινιστεί περαιτέρω η ενσωμάτωση των θυγατρικών στο Σχέδιο Ανάκαμψης του Ομίλου (3 τράπεζες), θα μπορούσαν δε να περιληφθούν περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο οι εποπτικές αρχές θα πρέπει να εφαρμόζουν την αναλογικότητα λαμβάνοντας υπόψη το μέγεθος και το επιχειρηματικό μοντέλο (2 τράπεζες)
  • Σε γενικές γραμμές, η καθοδήγηση της ΕΑΤ περιγράφεται πολύ υψηλού επιπέδου, θα πρέπει δε να είναι στοχευμένη, να παρέχει κατευθύνσεις και να είναι ουσιαστική (9 τράπεζες). Κάποιες οντότητες σχολίασαν ότι η βαθμονόμηση των δεικτών ανάκτησης πρέπει να εξηγηθεί διεξοδικότερα (5 τράπεζες)

2. Συνολική καθοδήγηση που παρέχεται από την ΕΑΤ ή σε αλληλεπίδραση με την ΕΚΤ (π.χ. ΜΕΟ)

  • Οι απαντήσεις ή οι κατευθυντήριες γραμμές της ΕΚΤ πριν από την υποβολή του σχεδίου ανάκαμψης πρέπει να επικεντρώνονται περισσότερο στην ποιότητα του σχεδίου ανάκαμψης και να μην καθοδηγούνται από την εναρμόνιση και τη συγκρισιμότητα των σχεδίων ανάκαμψης (3 τράπεζες). Επιπλέον, ορισμένες οντότητες σχολίασαν ότι δεν έχουν λάβει ακόμη τις επιστολές ανατροφοδότησης μετά την υποβολή του σχεδίου ανάκαμψης και ότι έχουν καθυστερήσει (3 τράπεζες)
  • όσον αφορά τη δομή και τις δραστηριότητες του ιδρύματος, θα πρέπει να παρέχονται λεπτομερέστερες κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τον τρόπο προσδιορισμού/χαρτογράφησης των βασικών επιχειρηματικών τομέων και των κρίσιμων λειτουργιών, καθώς και της εσωτερικής και εξωτερικής διασυνδεσιμότητας (10 τράπεζες). Επιπλέον, οι οντότητες σχολίασαν ότι η καθοδήγηση πρέπει να ευθυγραμμίζεται με τις απαιτήσεις των αρχών εξυγίανσης (8 τράπεζες). Επίσης, οι οντότητες σχολίασαν ότι η αλληλεπίδραση με τη ΜΕΟ θα πρέπει να εστιάζει περισσότερο στη λήψη βοήθειας ή απαντήσεων σε τεχνικά θέματα και ότι τα μέλη της ΜΕΟ και τα άλλα μέλη των εποπτικών ομάδων θα πρέπει να αλληλεπιδρούν περισσότερο ώστε να αποφεύγεται η αλληλεπικάλυψη των προσπαθειών λόγω του γεγονότος ότι συχνά οι απαιτούμενες πληροφορίες έχουν ήδη παρασχεθεί βάσει άλλων κανονιστικών εκθέσεων (4 τράπεζες)
  • όσον αφορά τη διακυβέρνηση, θα ήταν χρήσιμο να παρέχονται περισσότερες λεπτομέρειες στην καθοδήγηση όσον αφορά τη διακυβέρνηση που πρέπει να περιγραφεί, τις διασυνδέσεις με τις θυγατρικές και τις διαδικασίες κλιμάκωσης (5 τράπεζες).
  • όσον αφορά τους δείκτες του σχεδίου ανάκαμψης, θα πρέπει να παρέχονται σαφέστερες οδηγίες για τη βαθμονόμηση των δεικτών (8 τράπεζες). Επιπλέον, οι οντότητες σχολίασαν ότι πρέπει να διαθέτουν μεγαλύτερη ευελιξία στην αξιολόγηση της επιλογής των δεικτών ανάκαμψης από ένα ίδρυμα (5 τράπεζες).
  • όσον αφορά τις επιλογές ανάκαμψης, πρέπει να παρέχονται περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με τα κριτήρια αξιολόγησης της αξιοπιστίας και της σκοπιμότητας των επιλογών ανάκτησης (11 τράπεζες)
  • όσον αφορά τα σενάρια, το συνολικό επίπεδο των απαιτούμενων λεπτομερειών δεν είναι πάντοτε σαφές (4 τράπεζες). Επιπλέον, η πτυχή του χρονοδιαγράμματος πρέπει να είναι σαφέστερη (2 τράπεζες) και τα σενάρια/οι προσεγγίσεις «αντίστροφων» ασκήσεων προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων δεν εξηγούνται αρκετά λεπτομερώς (5 τράπεζες)

3. Σαφήνεια των επιστολών ανατροφοδότησης

  • όσον αφορά το κατά πόσον οι επιστολές ανατροφοδότησης ανταποκρίνονται στις ανάγκες σαφήνειας των σημείων που τίθενται, θα πρέπει να γίνεται σαφής διάκριση μεταξύ του σχεδιασμού ανάκαμψης και εξυγίανσης (2 τράπεζες), καλό θα ήταν να παρέχονται περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με τις συστάσεις για την εφαρμογή των αναμενόμενων βελτιώσεων (10 τράπεζες), καθώς και να υπάρχει μεγαλύτερη ευελιξία στην ανάλυση και μεγαλύτερη προθυμία κατανόησης της προοπτικής των τραπεζών όσον αφορά τους δείκτες ανάκαμψης και τα επίπεδα των εναυσμάτων (2 τράπεζες). Επίσης, αρκετές τράπεζες ανέφεραν ότι δεν έλαβαν ακόμη τις επιστολές ανατροφοδότησης (7 τράπεζες)
  • όσον αφορά τη διαθεσιμότητα των μελών της ΕΚΤ για την αποσαφήνιση των πορισμάτων, θα πρέπει να υπάρχει καλύτερος συντονισμός της επικοινωνίας μεταξύ όλων των μερών που συμμετέχουν στον σχεδιασμό της ανάκαμψης (6 τράπεζες). Επίσης, ορισμένες τράπεζες ανέφεραν ότι ο χρόνος που διατίθεται για την εφαρμογή των συστάσεων είναι συχνά πολύ μικρός (3 τράπεζες)

4. Συζήτηση με την ΕΚΤ θεμάτων που εγείρονται στις επιστολές ανατροφοδότησης

  • όσον αφορά τα σχόλια της ΕΚΤ πριν από την εκ νέου υποβολή του σχεδίου ανάκαμψης, οι οντότητες σχολίασαν ότι τα χρονοδιαγράμματα/οι προθεσμίες για την εφαρμογή των αλλαγών στα σχέδια ανάκαμψης των μεγάλων διασυνοριακών ομίλων πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τις διαφορές στα χρονοδιαγράμματα της κατά τόπους διοίκησης/εποπτική αρχής, τα οποία ενδέχεται να μην είναι συμβατά με τις απαιτήσεις της εποπτείας. Απαιτείται μεγαλύτερη ευελιξία σε αυτόν τον τομέα, ενθαρρύνεται δε ο διάλογος / οι ανταλλαγές μεταξύ των εποπτικών αρχών. Επίσης, οι οντότητες σχολίασαν ότι υπήρχε μάλλον μονόδρομη επικοινωνία και δεν υπήρχε δυνατότητα σχολιασμού των παρατηρήσεων της ΕΚΤ (3 τράπεζες)
  • όσον αφορά την αντιμετώπιση/εφαρμογή θεμάτων ή μέτρων που αναφέρονται στην ανατροφοδότηση, οι οντότητες σχολίασαν ότι πρέπει να δίδεται επαρκής χρόνος για τις παρατηρήσεις των τραπεζών, καθώς και επαρκής χρόνο για την εφαρμογή της τελικής εποπτικής αξιολόγησης (3 τράπεζες). Επιπλέον, οι οντότητες σχολίασαν ότι η ΕΚΤ ελέγχει σχολαστικά όλα τα στοιχεία των κατευθυντήριων γραμμών της ΕΑΤ χωρίς πλήρη σύνδεση με το τι αφορά μια τράπεζα ή όχι, γεγονός το οποίο οδηγεί στη συμπερίληψη επιπρόσθετων πληροφοριών στο σχέδιο ανάκαμψης οι οποίες έχουν περιορισμένη χρησιμότητα για το ίδρυμα σε περίοδο κρίσης (5 τράπεζες)

5. Ενημέρωση των σχεδίων ανάκαμψης

  • όσον αφορά το θέμα της περιόδου των 2+1 μηνών για την υποβολή αναθεωρημένου σχεδίου ανάκαμψης (όταν η αξιολόγηση του σχεδίου ανάκαμψης προσδιορίσει ουσιώδεις ανεπάρκειες ή κωλύματα), οι οντότητες ανέφεραν ότι η περίοδος θα πρέπει να είναι ευέλικτη ανάλογα με τις προσδιορισθείσες ουσιώδεις ανεπάρκειες ή τα κωλύματα και, εάν προσδιορίζονται σημαντικά προβλήματα, το χρονικό πλαίσιο είναι πολύ μικρό (18 τράπεζες)
  • όσον αφορά τις πληροφορίες που απαιτούνται από την ΕΚΤ για την αξιολόγησή της σχετικά με το αναθεωρημένο σχέδιο ανάκαμψης, οι οντότητες σχολίασαν ότι ορισμένες φορές οι πληροφορίες είναι ήδη διαθέσιμες, φαίνεται όμως ότι δεν ανταλλάσσονται αποτελεσματικά με όλες τις εμπλεκόμενες εποπτικές αρχές (4 τράπεζες)

6. Συνολική αξιολόγηση του σχεδιασμού της ανάκαμψης

  • να είναι περισσότερο συγκεκριμένος όσον αφορά τις βελτιώσεις των βασικών στοιχείων και λιγότερο τυπικός ως προς τις κατευθυντήριες γραμμές, κάτι που μπορεί να μειώσει την αποτελεσματικότητα στην πράξη (7 τράπεζες)
  • θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν περαιτέρω οι συνεργίες μεταξύ των πληροφοριών που απαιτούνται για τον σχεδιασμό της ανάκαμψης (ΕΕΜ) και όσων ζητούνται για τον προγραμματισμό της εξυγίανσης (ΕΣΕ). Κάτι τέτοιο θα συνέβαλε σημαντικά στη συνάφεια των σχετικών πληροφοριών/δεδομένων (αποφεύγοντας επίσης περιττές αλληλοεπικαλύψεις) και θα ήταν επωφελές τόσο για τις εποπτικές αρχές όσο και για τις τράπεζες (1 τράπεζα)
  • η εστίαση στην πλήρη εναρμόνιση όλων των (ευρωπαϊκών) σχεδίων ανάκαμψης φαίνεται να αγνοεί τις διαφορές μεταξύ των τραπεζών. Οι παρατηρήσεις και τα σχόλια δεν προσθέτουν πάντοτε στην επιχειρησιακή χρησιμότητα του σχεδίου ανάκαμψης και στην ετοιμότητα της τράπεζας για τη φάση ανάκαμψης. Αντιθέτως, φαίνεται να ασχολούνται με θέματα συγκρισιμότητας των σχεδίων ανάκαμψης μεταξύ τραπεζών ενώ, κατά τη γνώμη μας, αυτό δεν θα πρέπει να είναι ο τελικός στόχος του σχεδιασμού ανάκαμψης (1 τράπεζα)
  • το σχέδιο ανάκαμψης πρέπει να είναι στρατηγικό έγγραφο στην ιδιοκτησία του διοικητικού οργάνου της τράπεζας. Όμως, με τις απαιτήσεις το σχέδιο ανάκαμψης μετατράπηκε σε επιβαρυμένο έγγραφο (με εκατοντάδες/χιλιάδες σελίδες), δυσανάγνωστο και δυσνόητο (1 τράπεζα).

Απαντήσεις της ΕΚΤ

Σύνοψη

Τι διαπιστώσαμε

Σημείο IV

Η ΕΚΤ αναγνωρίζει ότι η διαδικασία οριστικοποίησης των ρυθμίσεων έχει διαρκέσει περισσότερο από ό,τι αναμενόταν λόγω του πολύπλοκου χαρακτήρα των διαπραγματεύσεων οι οποίες αφορούν σημαντικό αριθμό διαφορετικών αρχών. Σημειώνεται όμως σταθερή πρόοδος και αναμένεται ότι οι γραπτές ρυθμίσεις για τα εποπτικά σώματα θα οριστικοποιηθούν προσεχώς.

Σημείο V

Η ΕΚΤ παρέσχε στο ΕΕΣ έγγραφα και πληροφορίες προκειμένου αυτό να μπορέσει να αξιολογήσει την αποτελεσματικότητα της διαχείρισης της ΕΚΤ όσον αφορά τη θέσπιση διαδικασιών διαχείρισης κρίσεων για την άσκηση των εποπτικών καθηκόντων της, σύμφωνα με την εντολή του ΕΕΣ όπως ορίζεται στο άρθρο 27.2 του πρωτοκόλλου για το καταστατικό του ΕΣΚΤ και της ΕΚΤ (εφεξής «καταστατικό του ΕΣΚΤ») και στο άρθρο 20 παράγραφος 7 του κανονισμού ΕΕΜ. Εν προκειμένω, η ΕΚΤ διαφωνεί με τη δήλωση του ΕΕΣ ότι αυτό δεν μπορεί να εξαγάγει συμπεράσματα ως προς την αποτελεσματικότητα της διαχείρισης της εν λόγω διαδικασίας επειδή η ΕΚΤ δεν παρέσχε αποδεικτικά στοιχεία. Η ΕΚΤ, σύμφωνα με τις υποχρεώσεις της όπως ορίζονται στο καταστατικό του ΕΣΚΤ και στον κανονισμό ΕΕΜ, συνεργάστηκε πλήρως με το ΕΕΣ για να διευκολύνει τον έλεγχο και αφιέρωσε αρκετό χρόνο και πόρους προκειμένου να παράσχει στην ομάδα ελέγχου σημαντικό αριθμό εγγράφων και επεξηγήσεων. Ορισμένα έγγραφα για επιμέρους σημαντικά ιδρύματα δεν ήταν δυνατόν να παρασχεθούν ολόκληρα ή παρασχέθηκαν χωρίς να περιέχουν εμπιστευτικά στοιχεία· όμως, όλα τα έγγραφα ήταν σύμφωνα με την εντολή του Συνεδρίου.

Σημείο VI

Όσον αφορά τις παρατηρήσεις του ΕΕΣ ότι δεν παρασχέθηκαν πλήρη αποδεικτικά στοιχεία, η ΕΚΤ επαναλαμβάνει τις απόψεις που εξέφρασε στα σχόλιά της στο προηγούμενο σημείο. Όσον αφορά τα υπόλοιπα στοιχεία του παρόντος σημείου:

  1. Η ΕΚΤ συμμορφώνεται με τις κατευθυντήριες γραμμές της ΕΑΤ σχετικά με την έγκαιρη παρέμβαση. Η επικαιροποίηση των επιχειρησιακών κατευθύνσεων σχετικά με τις αξιολογήσεις έγκαιρης παρέμβασης και η υποβολή τους στις μεικτές εποπτικές ομάδες (ΜΕΟ) διενεργούνται σε ετήσια βάση. Κατά τη διαδικασία ελέγχου δεν λήφθηκαν υπόψη οι πιο πρόσφατες κατευθύνσεις, που καταρτίστηκαν τον Σεπτέμβριο του 2017, οι οποίες απαντούν στους προβληματισμούς του ΕΕΣ (π.χ. με την περιγραφή δεικτών και αντικειμενικών κριτηρίων).
  2. Όλες οι εξουσίες εποπτείας και έγκαιρης παρέμβασης εξετάζονται σε όλες τις καταστάσεις κρίσης. Η ΕΚΤ δεν περιορίζει την πιθανή χρήση των εξουσιών της σε συγκεκριμένα σενάρια.

Η ΕΚΤ συμμορφώνεται με τις κατευθυντήριες γραμμές της ΕΑΤ σχετικά με τις αξιολογήσεις FOLTF. Η ΕΚΤ έχει καταρτίσει (i) επιχειρησιακές κατευθύνσεις προς τις ΜΕΟ σχετικά με τις αξιολογήσεις FOLTF και (ii) πρόσθετες εσωτερικές κατευθύνσεις προκειμένου να προσδιορίζεται κατά πόσο η οντότητα τελεί υπό πτώχευση ή ενδέχεται να πτωχεύσει (δυνάμει του άρθρου 18 του κανονισμού για τον Ενιαίο Μηχανισμό Εξυγίανσης). Αυτές οι κατευθύνσεις αποτέλεσαν μέρος των εγγράφων τεκμηρίωσης που ελέγχθηκαν από το ΕΕΣ.

Πρόσβαση σε αποδεικτικά στοιχεία

Σημείο VII

Η ΕΚΤ παρέσχε στο ΕΕΣ όλα τα έγγραφα που αυτό ζήτησε σχετικά με τις διαδικασίες και τις πολιτικές. Σε ό,τι αφορά τις πληροφορίες για επιμέρους τράπεζες, το ΕΕΣ ζήτησε πλήρεις κύκλους του σχεδιασμού της ανάκαμψης για οκτώ τράπεζες και πλήρη εποπτικά αρχεία για πέντε τράπεζες σε διαφορετικές φάσεις κρίσης. Εν προκειμένω, η ΕΚΤ παρέσχε στο ΕΕΣ τα εξής:

  • ανωνυμοποιημένα αποσπάσματα από εννέα σχέδια ανάκαμψης (οι τράπεζες επιλέχθηκαν τυχαία) και τρεις επιστολές παρατηρήσεων για σχέδια ανάκαμψης·
  • τρία ανωνυμοποιημένα αρχεία με αποσπάσματα από εργαλεία αξιολόγησης σχεδίων ανάκαμψης, επιστολές παρατηρήσεων και κοινές αποφάσεις τα οποία είχαν σχέση με τις ενότητες σχετικά με τους δείκτες, τα σενάρια και τις επιλογές (για διαφορετικές τράπεζες)·
  • τρία αρχεία για σημαντικές τράπεζες τα οποία περιείχαν έγγραφα για τράπεζες σε διαφορετικές φάσεις κρίσης (οι τράπεζες επιλέχθηκαν τυχαία), από τα οποία είχαν απαλειφθεί στοιχεία που αφορούσαν την ταυτότητα των τραπεζών·
  • το χρονοδιάγραμμα κρίσης σε μορφή Excel ενός ανωνυμοποιημένου σημαντικού ιδρύματος.

Η εντολή που έχει ανατεθεί στην ΕΚΤ όσον αφορά τα σχέδια ανάκαμψης περιορίζεται μόνο στην αξιολόγησή τους (και, επομένως, δεν περιλαμβάνει την κατάρτιση τέτοιων σχεδίων) και η εντολή ελέγχου που έχει ανατεθεί στο ΕΕΣ περιορίστηκε στην αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας της διαχείρισης της διαδικασίας αξιολόγησης. Θεωρούμε επομένως ότι το ΕΕΣ ήταν σε θέση να κρίνει την αποτελεσματικότητα αυτής της διαδικασίας μέσω της πρόσβασης που διέθετε αφενός στο πλήρες φάσμα εργαλείων αξιολόγησης και οριζόντιων κατευθύνσεων στη διάθεση των ΜΕΟ και αφετέρου στις αξιολογήσεις των τριών σχεδίων ανάκαμψης.

Όσον αναφορά τις επιμέρους περιπτώσεις κρίσης, η ΕΚΤ θεωρεί ότι το ΕΕΣ έλαβε επαρκείς πληροφορίες προκειμένου να μπορεί να αξιολογήσει την αποτελεσματικότητα της διαχείρισης τραπεζικών κρίσεων από την ΕΚΤ. Το ΕΕΣ είχε πρόσβαση σε σειρά εγγράφων από τον ανωνυμοποιημένο εποπτικό φάκελο (αξιολογήσεις έγκαιρης παρέμβασης, υπομνήματα προς το Εποπτικό Συμβούλιο, εσωτερικά υπομνήματα με αναλύσεις κ.λπ.). Παράλληλα, το ΕΕΣ απέκτησε επίσης πρόσβαση σε σχετικά έγγραφα τεκμηρίωσης που παράγονται από τις οριζόντιες υπηρεσιακές μονάδες της ΕΚΤ.

Τι συνιστούμε

Σημείο IX

Ο επίσημος συντονισμός στο πλαίσιο των εποπτικών σωμάτων θα βελτιωθεί σημαντικά όταν ολοκληρωθούν οι γραπτές ρυθμίσεις συντονισμού και συνεργασίας (Written Coordination and Cooperation Arrangements – WCCA). Στην πράξη, ο εν λόγω συντονισμός βελτιώνεται με την ολοκλήρωση κάθε ετήσιου εποπτικού κύκλου από τα εποπτικά σώματα, τα οποία είναι πλήρως λειτουργικά.

Η παροχή περαιτέρω κατευθύνσεων σχετικά με τους δείκτες των σχεδίων ανάκαμψης αποτελεί προτεραιότητα του Τμήματος Διαχείρισης Κρίσεων της ΕΚΤ. Για τον κύκλο του 2017, οι υφιστάμενες κατευθύνσεις της ΕΑΤ έχουν συμπληρωθεί από μια διεξοδική σύγκριση δεικτών μεταξύ ομοειδών ιδρυμάτων (peer benchmarking), η οποία επιτρέπει στις ΜΕΟ να αξιολογούν καλύτερα την επάρκεια των δεικτών των επιμέρους τραπεζών. Αυτοί οι συγκριτικοί δείκτες μεταξύ ομοειδών ιδρυμάτων θα εξακολουθήσουν να επικαιροποιούνται σε ετήσια βάση.

Σημείο XI
  1. Όλα τα ζητήματα προσδιορίζονται ποσοτικά πριν από την εξέταση μέτρων για την αντιμετώπιση κρίσεων, όπως επιβεβαιώνεται από τα έγγραφα τεκμηρίωσης που παρασχέθηκαν στο ΕΕΣ στη διάρκεια του ελέγχου (αξιολογήσεις έγκαιρης παρέμβασης, υπομνήματα προς το Εποπτικό Συμβούλιο, εσωτερικές αναλύσεις, κ.λπ.).
  2. Η ΕΚΤ παρακολουθεί συστηματικά την ποιότητα στοιχείων ενεργητικού των τραπεζών τόσο μέσω μη επιτόπιων δραστηριοτήτων (π.χ. μέσω των δραστηριοτήτων παρακολούθησης από τις ΜΕΟ και των συνεχιζόμενων εργασιών της ομάδας δράσης για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, η οποία συγκροτήθηκε τον Ιούλιο του 2015) όσο και μέσω επιτόπιων δραστηριοτήτων με τη διεξαγωγή ειδικών επιθεωρήσεων για πιστωτικούς κινδύνους (το 2016 διενεργήθηκαν πάνω από 60 τέτοιες επιθεωρήσεις).
  3. Η ΕΚΤ συμμορφώνεται με τις κατευθυντήριες γραμμές της ΕΑΤ σχετικά με τις αξιολογήσεις FOLTF. Η ΕΚΤ έχει καταρτίσει επίσης (i) επιχειρησιακές κατευθύνσεις προς τις ΜΕΟ σχετικά με τις αξιολογήσεις FOLTF και (ii) πρόσθετες εσωτερικές κατευθύνσεις προκειμένου να προσδιορίζεται κατά πόσο μια οντότητα τελεί υπό πτώχευση ή ενδέχεται να πτωχεύσει (δυνάμει του άρθρου 18 του κανονισμού για τον Ενιαίο Μηχανισμό Εξυγίανσης). Οι σχετικές κατευθύνσεις περιλήφθηκαν στα έγγραφα που ελέγχθηκαν από το ΕΕΣ.

Μεθοδολογία και τρόποι προσέγγισης του ελέγχου

Σημείο 14

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι 509 έγγραφα (συνολικά 5.800 σελίδες περίπου) παρασχέθηκαν στο ΕΕΣ στο πλαίσιο του παρόντος ελέγχου. Συνολικά διοργανώθηκαν 38 συσκέψεις μεταξύ της ομάδας ελέγχου του ΕΕΣ και των υπαλλήλων της ΕΚΤ.

Σημείο 16

Παρασχέθηκαν όλα τα έγγραφα που ζητήθηκαν σχετικά με τις πολιτικές και τις διαδικασίες. Σε ό,τι αφορά περιπτώσεις επιμέρους τραπεζών, παρασχέθηκαν στο ΕΕΣ έγγραφα που του επέτρεψαν να ελέγξει την εφαρμογή των διαδικασιών, χωρίς την ταυτοποίηση επιμέρους τραπεζών. Η απάλειψη στοιχείων από τα έγγραφα ήταν πολύ περιορισμένη σε έκταση, λαμβανομένων υπόψη των αυστηρών κανόνων εμπιστευτικότητας του ΕΕΣ, και απέβλεπε μόνο στην απόκρυψη της ταυτότητας των τραπεζών, η οποία δεν ήταν απαραίτητη για τους σκοπούς του ελέγχου.

Παρατηρήσεις

Οργανωτική δομή, προσλήψεις και κατανομή προσωπικού στις δραστηριότητες διαχείρισης κρίσεων

Σημείο 25

Η τελευταία φράση αυτού του σημείου υποδηλώνει ότι η ΕΚΤ δεν διαθέτει διαδικασία επανεκτίμησης των αναγκών σε προσωπικό ή ανακατανομής του προσωπικού σε περίπτωση κρίσης. Ωστόσο, όταν εκδηλώνεται κάποια κρίση, η ΜΕΟ υποστηρίζεται από το Τμήμα Διαχείρισης Κρίσεων και από άλλους πόρους της Γενικής Διεύθυνσης Μικροπροληπτικής Εποπτείας IV. Επιπλέον, η ΕΚΤ είναι της άποψης ότι δεν χρειάζονται ειδικές διαδικασίες, καθώς τα διευθυντικά στελέχη έχουν ήδη τη δυνατότητα να μετακινούν πόρους μεταξύ των υπηρεσιακών μονάδων, εφόσον χρειαστεί.

Συνεργασία και συντονισμός όσον αφορά τη διαχείριση κρίσεων

Σημείο 29

Οι κατευθύνσεις προς τις ΜΕΟ σχετικά με τις ρυθμίσεις για τα εποπτικά σώματα είναι διαθέσιμες στο Σύστημα Διαχείρισης Πληροφοριών (Information Management System - IMAS). Αυτές οι εσωτερικές κατευθύνσεις είναι διεξοδικές και περιλαμβάνουν αναφορές στο νομικό πλαίσιο και σε έγγραφα της ΕΑΤ, οδηγίες και υποδείγματα για τη χαρτογράφηση ομίλων, υποδείγματα (με ενσωματωμένα παραδείγματα) για τις WCCA, επιχειρησιακά βήματα και εσωτερικές διαδικασίες για την έγκριση των WCCA, καθώς και υποδείγματα για το πρόγραμμα εποπτικής εξέτασης των εποπτικών σωμάτων.

Το υπόδειγμα WCCA καλύπτει το ελάχιστο σύνολο πληροφοριών που πρέπει να ανταλλάσσεται σε μια κατάσταση κρίσης, με αναφορά στις ελάχιστες νομικές απαιτήσεις (βλέπε τα άρθρα 17 παράγραφος 3 και το άρθρο 19 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 2016/98 της Επιτροπής, καθώς και το άρθρο 13 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 2016/99 της Επιτροπής). Kανένα μέλος του εποπτικού σώματος δεν έχει ζητήσει τη συμπερίληψη πληροφοριών πέραν αυτών των νομικών απαιτήσεων.

Σημείο 30

Μέχρι το τέλος Οκτωβρίου του 2017, είχαν συναφθεί 12 WCCA, δύο βρίσκονταν σε διαδικασία έγκρισης, 14 σε φάση εσωτερικής αναθεώρησης και δύο σε φάση διαπραγμάτευσης.

Δεν διενεργήθηκε ιεράρχηση κινδύνων για τη σύναψη των WCCA, καθώς σύμφωνα με τη νομοθεσία επιπέδου 2 όλα τα εποπτικά σώματα πρέπει να διαθέτουν WCCA, χωρίς τη δυνατότητα εφαρμογής προσέγγισης βάσει κινδύνων. Ο βασικός παράγοντας που επηρεάζει την οριστικοποίηση των εν λόγω ρυθμίσεων ήταν ο πολύπλοκος χαρακτήρας των δομών των διάφορων εποπτικών σωμάτων, οι οποίες αφορούν αρχές προερχόμενες από πολλές δικαιοδοσίες, καθώς και η ανάγκη συνδυασμού ποικίλων διαφορετικών απαιτήσεων σε ένα ενιαίο κοινό έγγραφο.

Τέλος, αν και ορισμένες WCCA δεν έχουν ακόμα ολοκληρωθεί, οι απαιτήσεις που διέπουν τη συνεργασία μεταξύ των αρχών των διαφόρων κρατών μελών της ΕΕ ορίζονται στη σχετική νομοθεσία και επομένως η εφαρμογή τους δεν εξαρτάται σε σημαντικό βαθμό από την ύπαρξη των WCCA. Συνεπώς, ο κίνδυνος μείωσης της ικανότητας της ΕΚΤ να ανταποκριθεί σε μια κρίση εγκαίρως και αποτελεσματικά λόγω της μη ύπαρξης WCCA είναι μάλλον περιορισμένος.

Σημείο 31

Η διαχείριση των καθηκόντων που έχουν ανατεθεί στις ΜΕΟ σχετικά με τα εποπτικά σώματα σε κατάσταση κρίσης περιγράφεται λεπτομερώς στον κατ' εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 2016/98 και στον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 2016/99· αυτοί είναι διαθέσιμοι στο IMAS για την εύκολη πρόσβαση των ΜΕΟ. Επιπλέον, οι επιχειρησιακές κατευθύνσεις για τη λειτουργία των εποπτικών σωμάτων παρέχονται στην ενότητα 3.12 του εγχειριδίου εποπτείας. Συνεπώς, η ΕΚΤ δεν συμφωνεί με αυτό το εύρημα.

Σημείο 32

Η ΕΚΤ εργάζεται επί του παρόντος για τη θέσπιση εποπτικού πλαισίου για τους χρηματοοικονομικούς ομίλους ετερογενών δραστηριοτήτων (Financial Conglomerates - FICO), το οποίο αναμένουμε να θέσουμε σε εφαρμογή, μόλις εγκριθεί, τον επόμενο εποπτικό κύκλο. Οι ΜΕΟ αξιοποιούν επί του παρόντος τις πρακτικές για τους FICO τις οποίες χρησιμοποιούσαν οι εθνικές εποπτικές αρχές πριν από τη θέσπιση του ΕΕΜ.

Σημείο 33

Το υπόδειγμα WCCA καλύπτει το ελάχιστο σύνολο πληροφοριών που πρέπει να ανταλλάσσεται σε κατάσταση κρίσης, με αναφορά στις ελάχιστες νομικές απαιτήσεις (βλέπε τα άρθρα 17 παράγραφος 3 και άρθρο 19 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 2016/98 της Επιτροπής, καθώς και το άρθρο 13 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 2016/99 της Επιτροπής). Kανένα μέλος του εποπτικού σώματος δεν έχει ζητήσει τη συμπερίληψη πληροφοριών πέραν αυτών των νομικών απαιτήσεων. Όπως υποδεικνύεται, το τμήμα του υποδείγματος που αφορά την αλληλεπίδραση μεταξύ των εποπτικών σωμάτων και των σωμάτων εξυγίανσης είναι ελλιπές επειδή τα σώματα εξυγίανσης συγκροτήθηκαν μόλις πρόσφατα. Επί του παρόντος διενεργούνται εργασίες για αυτό το ζήτημα, οι οποίες βασίζονται στην εμπειρία που αποκομίστηκε από προηγούμενους κύκλους εποπτικών σωμάτων μετά τη θέσπιση του Ενιαίου Συμβουλίου Εξυγίανσης (ΕΣΕ).

Η αλληλεπίδραση με το ΕΣΕ και άλλους ενδιαφερόμενους χρήζει βελτίωσης

Σημείο 37

Το επίπεδο των πληροφοριών που ανταλλάσσεται με το ΕΣΕ σε καταστάσεις μη κρίσης έχει συμφωνηθεί με το ΕΣΕ και βασίζεται σε μια αρχική αξιολόγηση των αναγκών η οποία διενεργήθηκε κατά τη στιγμή της ολοκλήρωσης του τρέχοντος μνημονίου συνεννόησης (δηλ. στο τέλος του 2015). Σύμφωνα με το εν λόγω μνημόνιο, η ΕΚΤ παρέχει στο ΕΣΕ όλες τις πληροφορίες που αυτό χρειάζεται για τον σχεδιασμό της εξυγίανσης. Περισσότερες πληροφορίες ανταλλάσσονται σε καταστάσεις κρίσεις, κατά τις οποίες το ΕΣΕ λαμβάνει πρόσθετες πληροφορίες είτε αυτομάτως μέσω του IMAS είτε μέσω της ανάρτησης πληροφοριών στο Darwin.

Σημείο 38

Σε κατάσταση κρίσης, η ΕΚΤ καθιστά αυτομάτως διαθέσιμο στο ΕΣΕ ένα εκτεταμένο σύνολο σχετικών πληροφοριών, ενεργοποιώντας στο IMAS μια «σημαία ενισχυμένων πληροφοριών» (enhanced information flag). Αυτό δεν συμβαίνει μόνο σε περιπτώσεις κατά τις οποίες μια τράπεζα υπόκειται στην εφαρμογή μέτρου έγκαιρης παρέμβασης, αλλά και σε όλες τις περιπτώσεις κατά τις οποίες σημειώνεται επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης, κάτι που θα μπορούσε να οδηγήσει σε παραβίαση ή πιθανή παραβίαση των εποπτικών απαιτήσεων.

Εάν χρειάζονται περισσότερες πληροφορίες, το ΕΣΕ απευθύνει σχετικό αίτημα. Τέτοια αιτήματα αντιμετωπίζονται ως αιτήματα υψηλής προτεραιότητας και οι πληροφορίες αναρτώνται στο Darwin αμέσως μόλις συγκεντρωθούν.

Επιπλέον, το ΕΣΕ προσκαλείται να συμμετέχει σε όλες τις συνεδριάσεις του Εποπτικού Συμβουλίου που αφορούν τράπεζες σε κατάσταση κρίσης, ούτως ώστε αυτό να λαμβάνει αυτομάτως το ίδιο επίπεδο πληροφοριών όπως τα μέλη του Εποπτικού Συμβουλίου.

Σημείο 39

Βλέπε τα σχόλια της ΕΚΤ παραπάνω. Δεδομένου ότι η ΕΚΤ έχει συμφωνήσει με το ΕΣΕ σχετικά με (i) το σύνολο των πληροφοριών που πρέπει να ανταλλάσσεται για τους σκοπούς του σχεδιασμού της εξυγίανσης, (ii) τις διαδικασίες για μια πιο εντατική ανταλλαγή πληροφοριών σε καταστάσεις κρίσης και (iii) τους αποτελεσματικούς διαύλους (Darwin και IMAS) μέσω των οποίων γίνεται η επικοινωνία, η ΕΚΤ δεν συμφωνεί ότι η αποτελεσματικότητα της ανταλλαγής πληροφοριών επηρεάζεται δυσμενώς.

Σκοπός της εν εξελίξει αναθεώρησης του μνημονίου συνεννόησης είναι να ληφθεί υπόψη η εμπειρία που αποκτήθηκε τα τελευταία δύο έτη και να αυξηθεί περαιτέρω η ποσότητα των πληροφοριών που ανταλλάσσεται αυτομάτως με το ΕΣΕ.

Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου (ΕΣΣΚ)

Σημείο 40

Η Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ διαθέτει τη δική της εσωτερική διαδικασία που διέπει την παρακολούθηση και την εσωτερική διανομή όλων των σχετικών εγγράφων που καταρτίζει το ΕΣΣΚ και υποβάλλονται για τις συνεδριάσεις και τις έγγραφες διαβουλεύσεις του Γενικού Συμβουλίου, της Διοικούσας Επιτροπής και της Συμβουλευτικής Τεχνικής Επιτροπής του ΕΣΣΚ. Αυτό δεν καλύπτει μόνο τα σχέδια και τις τελικές εκδόσεις των προειδοποιήσεων/συστάσεων αλλά και άλλα έγγραφα που αφορούν την αναγνώριση συστημικών κινδύνων για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Σχετικές κατευθύνσεις προς τις ΜΕΟ παρέχονται στο εγχειρίδιο εποπτείας στο πλαίσιο της διαδικασίας εποπτικού ελέγχου και αξιολόγησης (ΔΕΕΑ). Άρα, οι συστημικοί κίνδυνοι για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα λαμβάνονται υπόψη στη διαδικασία εποπτικού ελέγχου και στη διαχείριση κρίσεων της ΕΚΤ.

Συνεργασία με αρμόδιες αρχές

Σημείο 41

Η ΕΚΤ θα ήθελε να επισημάνει ότι έχει υπογράψει μνημόνια συνεννόησης όχι μόνο με την Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών, αλλά και με ορισμένες εθνικές αρχές της αγοράς κρατών μελών της ΕΕ, καθώς και με αρχές τρίτων χωρών και αρχές της ΕΕ. Έχει επίσης συνάψει μνημόνιο συνεννόησης με το ΕΣΕ.

Σημείο 42

Επί του παρόντος διενεργούνται διαπραγματεύσεις με όλες τις αρχές τις οποίες η ΕΚΤ έχει αναγνωρίσει ως αρχές που έχουν προτεραιότητα στο πλαίσιο της πρώτης δέσμης διαπραγματεύσεων. Επιπλέον, «σημαντικές εποπτικές αρχές» βρίσκονται στην κορυφή της λίστας προτεραιοτήτων, γεγονός το οποίο δείχνει ότι οι προτεραιότητες και οι ενέργειες της ΕΚΤ είναι ευθυγραμμισμένες.

Σχεδιασμός της ανάκαμψης

Η χρήση εθνικών εμπειρογνωμόνων συνεπάγεται πιθανές συγκρούσεις διακυβέρνησης

Σημείο 50

Το εγχειρίδιο εποπτείας επιτρέπει στους εθνικούς εμπειρογνώμονες των οριζόντιων υπηρεσιών να συμμετέχουν σε συζητήσεις που αφορούν την αξιολόγηση των σχεδίων ανάκαμψης. Επομένως, τέτοιες αξιολογήσεις δεν ανατίθενται ποτέ μόνο σε κάποιον υπάλληλο της εθνικής αρμόδιας αρχής (ΕΑΑ) που δεν είναι μέλος της αντίστοιχης ΜΕΟ. Αντιθέτως, ο υπάλληλος αυτός θα συνεργάζεται με τα μέλη της ΜΕΟ και το Τμήμα Διαχείρισης Κρίσεων. Αυτό ισχύει επίσης και για άλλους τομείς, καθώς η χρήση εθνικών εμπειρογνωμόνων δεν περιορίζεται μόνο στις αξιολογήσεις σχεδίων ανάκαμψης.

Σημείο 53

Ο νομοθέτης έχει αναθέσει στην ΕΑΤ το καθήκον να αναπτύσσει κατευθυντήριες γραμμές που προσδιορίζουν το κατώτατο όριο των ποιοτικών και ποσοτικών δεικτών (βλέπε το άρθρο 9 παράγραφος 2 της οδηγίας για την ανάκαμψη και την εξυγίανση των τραπεζών). Η παροχή περαιτέρω κατευθύνσεων για τους δείκτες των σχεδίων ανάκαμψης είναι μία από τις προτεραιότητες του Τμήματος Διαχείρισης Κρίσεων. Στο πλαίσιο του κύκλου αξιολόγησης του 2017, ο οποίος ξεκίνησε τον Σεπτέμβριο του 2017, οι κατευθύνσεις που παρέχονται στις ΜΕΟ έχουν συμπληρωθεί από μια διεξοδική σύγκριση δεικτών μεταξύ ομοειδών ιδρυμάτων (peer benchmarking), η οποία επιτρέπει στις ΜΕΟ να αξιολογούν καλύτερα την επάρκεια των δεικτών των επιμέρους τραπεζών. Αυτοί οι συγκριτικοί δείκτες μεταξύ ομοειδών ιδρυμάτων θα εξακολουθήσουν να επικαιροποιούνται σε ετήσια βάση.

Σημείο 54

Βλέπε τα σχόλια της ΕΚΤ σχετικά με το σημείο 53. Δεδομένου ότι διενεργήθηκε πρόσθετη ανάλυση μεταξύ ομοτίμων για τον κύκλο του 2017 (τα αποτελέσματά της υποβλήθηκαν σε όλες τις ΜΕΟ τον Οκτώβριο του 2017), η ΕΚΤ θεωρεί ότι η ανάλυση μεταξύ ομοτίμων έχει ήδη διενεργηθεί και χρησιμοποιείται ήδη από τις ΜΕΟ για την αξιολόγηση σχεδίων ανάκαμψης.

Σημείο 59

Όλες οι εποπτικές αρχές, συμπεριλαμβανομένων των εμπειρογνωμόνων των ΕΑΑ, έχουν πρόσβαση σε εποπτικές πληροφορίες μέσω του IMAS. Η χρήση του IMAS και των βασικών στατιστικών στοιχείων ως πηγές αναφοράς αποτελεί μέρος της τυπικής εποπτικής κατάρτισης, επομένως η συνάφεια αυτού του ευρήματος δεν είναι σαφής.

Σημείο 60

Η σχέση μεταξύ της αξιολόγησης των σχεδίων ανάκαμψης και των συνεχιζόμενων εποπτικών δραστηριοτήτων περιγράφεται στο εγχειρίδιο εποπτείας.

Σημείο 61

Οι αξιολογήσεις των σχεδίων ανάκαμψης έχουν ως αποτέλεσμα την κατάρτιση διάφορων τυποποιημένων εγγράφων, τα οποία περιέχουν όλες τις σχετικές πληροφορίες για τη χρήση των σχεδίων ανάκαμψης σε καταστάσεις κρίσης. Η συμπερίληψη της σύνοψης των σχεδίων ανάκαμψης στις συσκέψεις για την αντιμετώπιση κρίσεων είναι μια χρήσιμη πρόταση, η οποία έχει ήδη ληφθεί υπόψη.

Σημείο 65

Η ΕΚΤ επαναλαμβάνει τις απόψεις που εξέφρασε στα σχόλιά της σχετικά με το σημείο 16.

Σημείο 66

Βλέπε τα σχόλια της ΕΚΤ σχετικά με το σημείο VII.

Αναγνώριση κρίσεων

Σημείο 69

Πέραν αυτών των δύο βασικών εγγράφων, η ΕΚΤ καθιστά διαθέσιμες άλλες κατευθύνσεις:

  1. Όσον αφορά την έγκαιρη παρέμβαση, ένα σύνολο πρόσθετων εγγράφων (συμπεριλαμβανομένων των λεπτομερών επιχειρησιακών κατευθύνσεων) διατίθεται στις ΜΕΟ για κάθε έναν από τους κύκλους αξιολόγησης στο πλαίσιο της ΔΕΕΑ. Αυτά τα έγγραφα αφορούν μεταξύ άλλων κατευθύνσεις για ζητήματα όπως τα όρια ενεργοποίησης, τις σχέσεις μεταξύ της αξιολόγησης έγκαιρης παρέμβασης και των διαδικασιών ΔΕΕΑ, τα κριτήρια αξιολόγησης, τα διαθέσιμα μέτρα, την αλληλεπίδραση με το ΕΣΕ και τη συνέπεια με άλλες αξιολογήσεις. Αυτές οι κατευθύνσεις διατέθηκαν στις ΜΕΟ τον Σεπτέμβριο του 2015, του 2016 και του 2017, λειτουργώντας συμπληρωματικά προς τις κατευθυντήριες γραμμές της ΕΑΤ σχετικά με την έγκαιρη παρέμβαση.
  2. Όσον αφορά τις αξιολογήσεις FOLTF, στις ΜΕΟ παρέχεται άλλη μια δέσμη κατευθύνσεων, στις οποίες περιλαμβάνεται, μεταξύ άλλων, υπόμνημα που έχει εγκριθεί από το Εποπτικό Συμβούλιο όσον αφορά την εφαρμογή εντός της ΕΚΤ των κατευθυντήριων γραμμών της ΕΑΤ σχετικά με τις αξιολογήσεις FOLTF, καθώς και ένα χρονοδιάγραμμα και διαδικαστικά βήματα για τις αξιολογήσεις FOLTF που καλύπτουν διαφορετικά σενάρια (π.χ. ταχεία ή βραδεία κρίση).
Σημείο 70

Οι νομικές εξουσίες της ΕΚΤ και οι προϋποθέσεις που διέπουν τη χρήση των μέτρων έγκαιρης παρέμβασης ορίζονται στη νομοθεσία (στην οδηγία για την ανάκαμψη και την εξυγίανση των τραπεζών και στις διατάξεις με τις οποίες μεταφέρεται στο εθνικό δίκαιο) και επαναλαμβάνονται, χάριν ευκολίας, στις επιχειρησιακές κατευθύνσεις που παρέχονται στις ΜΕΟ για τον κύκλο αξιολόγησης στο πλαίσιο της ΔΕΕΑ του 2017. Τα αντικειμενικά στοιχεία βάσει των οποίων διαμορφώνεται η εποπτική κρίση σχετικά με την έγκαιρη παρέμβαση περιγράφονται λεπτομερώς στις σχετικές κατευθυντήριες γραμμές της ΕΑΤ. Εάν τεθούν σε λειτουργία ένα ή περισσότερα όρια ενεργοποίησης, η εποπτική αρχή πρέπει να αξιολογήσει την ανάγκη για έγκαιρη παρέμβαση. Πρόκειται για μια διαδικασία που εφαρμόζεται τακτικά εντός της ΕΚΤ. Επιπλέον, οι κατευθυντήριες γραμμές της ΕΑΤ παρέχουν έναν συγκεκριμένο κατάλογο σημαντικών γεγονότων τα οποία ενεργοποιούν την αξιολόγηση έγκαιρης παρέμβασης (με παραδείγματα).

Σημείο 71

Όλα τα σχόλια του ΕΕΣ έχουν ήδη απαντηθεί στις κατευθύνσεις που παρασχέθηκαν τον Σεπτέμβριο του 2017 στο πλαίσιο των αξιολογήσεων έγκαιρης παρέμβασης του 2017. Για παράδειγμα, αυτές οι κατευθύνσεις (i) καταδεικνύουν ειδικά σχετικές απαιτήσεις (όσον αφορά το κεφάλαιο, τη ρευστότητα και τη διακυβέρνηση) και (ii) παρέχουν υπόδειγμα για την καταγραφή και την περιγραφή των παραβιάσεων ή των πιθανών παραβιάσεων. Συνεπώς, το εύρημα του σημείου 71 δεν ισχύει όσον αφορά τις υφιστάμενες κατευθύνσεις.

Σημείο 72

Βλέπε τα σχόλια της ΕΚΤ παραπάνω, τα οποία δείχνουν ότι στους υπαλλήλους της ΕΚΤ παρέχονται πρόσθετες επιχειρησιακές κατευθύνσεις.

Σημείο 77

Οι κατευθυντήριες γραμμές της ΕΑΤ περιλαμβάνουν τρία είδη ορίων ενεργοποίησης για τη διενέργεια αξιολόγησης έγκαιρης παρέμβασης (ένα βασίζεται στη συνολική βαθμολογία ΔΕΕΑ, ένα στις ουσιώδεις μεταβολές ή ανωμαλίες και ένα στα σημαντικά γεγονότα). Η ΕΚΤ χρησιμοποιεί και τα τρία είδη ορίων ενεργοποίησης και διενεργεί ετησίως αξιολογήσεις έγκαιρης παρέμβασης για όλες τις τράπεζες που είτε (i) έχουν βαθμολογία ΔΕΕΑ «3» σε συνδυασμό με υπο-βαθμολογία «4» είτε (ii) έχουν βαθμολογία ΔΕΕΑ «4». Στο πλαίσιο της ΔΕΕΑ η ΕΚΤ έχει καταρτίσει επιχειρησιακές κατευθύνσεις προς τις ΜΕΟ σχετικά με τις αξιολογήσεις έγκαιρης παρέμβασης, τις οποίες επικαιροποιεί σε ετήσια βάση.

Σημείο 78

Όπως εξηγείται στα σχόλια σχετικά με το σημείο 77 παραπάνω, η ΕΚΤ αξιοποιεί πλήρως και τα τρία όρια ενεργοποίησης, τα οποία περιγράφονται στις κατευθυντήριες γραμμές της ΕΑΤ. Το μοναδικό συστηματικό όριο ενεργοποίησης που οδηγεί στη διενέργεια ετήσιας αξιολόγησης είναι η βαθμολογία ΔΕΕΑ, καθώς αυτή επικαιροποιείται (τουλάχιστον) ετησίως. Ουσιώδεις μεταβολές και άλλα σημαντικά γεγονότα λαμβάνονται υπόψη εάν και όταν εκδηλωθούν, δηλ. κατά περίπτωση.

Σημείο 79

Σε ό,τι αφορά την τελευταία φράση, η ΕΚΤ σημειώνει ότι η Ενότητα 3.2 των κατευθυντήριων γραμμών της ΕΑΤ αναφέρεται στους δείκτες που παρακολουθούνται στο πλαίσιο της ΔΕΕΑ. Η ΕΚΤ παρακολουθεί έναν εκτεταμένο κατάλογο δεικτών στο πλαίσιο της ΔΕΕΑ και αυτή η παρακολούθηση λαμβάνεται υπόψη στις αξιολογήσεις έγκαιρης παρέμβασης.

Σημείο 80

Κατανοούμε τη σημασία θέσπισης διαδικασίας για την παρακολούθηση με κεντρικό τρόπο όλων των παραβιάσεων εποπτικών απαιτήσεων. Επί του παρόντος διενεργούνται εργασίες για αυτό το ζήτημα. Όσον αφορά τις παραβιάσεις των ορίων ενεργοποίησης των σχεδίων ανάκαμψης, δεδομένου ότι, εκτός από τα κατώτατα όρια, το σχέδιο κάθε ιδρύματος περιλαμβάνει διαφορετικούς δείκτες ανάκαμψης με διαφορετικά κατώτατα όρια, η παρακολούθησή τους δεν μπορεί να γίνει εύκολα με κεντρικό τρόπο. Ωστόσο, σύμφωνα με την οδηγία για την ανάκαμψη και την εξυγίανση των τραπεζών απαιτείται από τα ιδρύματα να κοινοποιούν - χωρίς καθυστέρηση - τυχόν απόφαση για την ανάληψη δράσης η οποία αναφέρεται στο σχέδιο ανάκαμψης ή τυχόν απόφαση για τη μη ανάληψη τέτοιας δράσης. Η μη συμμόρφωση με αυτές τις απαιτήσεις κοινοποίησης μπορεί να επιφέρει κυρώσεις.

Σημείο 81

Τακτική έκθεση στην οποία παρουσιάζονται λεπτομερώς οι παραβιάσεις διανέμεται εσωτερικά στα ανώτερα διευθυντικά στελέχη και στις σχετικές οριζόντιες υπηρεσιακές μονάδες, συμπεριλαμβανομένου του Τμήματος Διαχείρισης Κρίσεων. Η διαδικασία αναφοράς των πληροφοριών προς τα πάνω (κλιμάκωσης) και δρομολόγησης μέτρων αντιμετώπισης κρίσεων σε περίπτωση ουσιώδους επιδείνωσης περιλαμβάνεται στο σχέδιο έκτακτης ανάγκης (ΣΕΑ).

Διενεργείται επί του παρόντος βελτίωση του IMAS, η οποία θα έχει ως αποτέλεσμα την ενεργοποίηση αυτόματων ειδοποιήσεων σε περίπτωση παραβιάσεων ή πιθανών παραβιάσεων των κανονιστικών απαιτήσεων.

Σημείο 82

Βλέπε τα σχόλια της ΕΚΤ σχετικά με το σημείο 81, τα οποία αναφέρονται στην εν εξελίξει βελτίωση του IMAS.

Υπάρχει συγκεκριμένη διαδικασία (που ορίζεται στο ΣΕΑ) η οποία διέπει τη συμμετοχή από πλευράς ΜΕΟ εσωτερικών ενδιαφερόμενων μερών για την αντιμετώπιση της ουσιώδους επιδείνωσης της οικονομικής κατάστασης μιας τράπεζας. Αυτή η διαδικασία προβλέπει τη διενέργεια αξιολόγησης FOLTF, εφόσον χρειαστεί.

Σημείο 83

Μόνο σε μία περίπτωση η καθυστερημένη υποβολή αναφοράς από μια τράπεζα θεωρήθηκε «άσκοπη». Στην περίπτωση αυτής της τράπεζας, η ΜΕΟ είχε ήδη διαπιστώσει ότι ο μηχανισμός κλιμάκωσης εντός του σχεδίου ανάκαμψης ήταν ανεπαρκής και είχε ζητήσει τη βελτίωσή του. Σε άλλες περιπτώσεις, οι διαφορές μεταξύ της ημερομηνίας παραβίασης και της ημερομηνίας υποβολής αναφοράς οφείλονταν, για παράδειγμα, σε χρονικές υστερήσεις ως προς την υποβολή στοιχείων (καθώς ορισμένα εποπτικά στοιχεία είναι διαθέσιμα μόνο με χρονική υστέρηση).

Σημείο 84
  1. Η ΕΚΤ εξετάζει πάντοτε τη λήψη περαιτέρω μέτρων σε περιπτώσεις πιθανών παραβιάσεων των απαιτήσεων περί κεφαλαίου ή ρευστότητας.
  2. Οι παραβιάσεις των κατώτατων ορίων των δεικτών ανάκαμψης δεν οδηγούν σε κάποιο είδος αυτόματης εποπτικής δράσης. Σε περίπτωση παραβίασης, η οδηγία για την ανάκαμψη και την εξυγίανση των τραπεζών παρέχει ευελιξία στα διευθυντικά στελέχη μιας τράπεζας να αποφασίσουν κατά πόσο θα ενεργοποιήσουν ή όχι μέτρα ανάκαμψης, παρόλο που πρέπει πάντοτε να ενημερώνουν την εποπτική αρχή
Σημείο 85

Υιοθετείται συστηματική προσέγγιση προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι συστημικοί κίνδυνοι και οι πιθανές μικροπροληπτικές επιπτώσεις των μακροοικονομικών εξελίξεων λαμβάνονται υπόψη στα διάφορα στάδια της εποπτικής διαδικασίας της ΕΚΤ:

  • Το Τμήμα Ανάλυσης Κινδύνων της ΕΚΤ υποβάλλει ανά τακτά διαστήματα αναφορά για κινδύνους και τάσεις σε μακροοικονομικό επίπεδο που μπορεί να επηρεάσουν το χρηματοπιστωτικό σύστημα και τον τραπεζικό κλάδο. Η ανάλυση αυτή αντλεί στοιχεία από διάφορες πηγές, οι οποίες περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων το σκέλος των αρμοδιοτήτων κεντρικής τράπεζας της ΕΚΤ, την παρακολούθηση κινδύνων από την ΕΑΤ και τις διερευνήσεις από το ίδιο το τμήμα.
  • Το Εποπτικό Συμβούλιο εντοπίζει αναδυόμενους κινδύνους και ορίζει τις εποπτικές προσδοκίες για κάθε έτος, πριν από την έναρξη του κύκλου εποπτικού σχεδιασμού για τις ΜΕΟ.
  • Οι ΜΕΟ λαμβάνουν υπόψη αυτές τις προτεραιότητες και καταρτίζουν το εποπτικό επιχειρησιακό σχέδιο για κάθε έτος, λαμβάνοντας υπόψη τις επιδράσεις στα ιδρύματά τους.
  • Όλες οι σχετικές πληροφορίες που αφορούν αυτούς τους κινδύνους και προτεραιότητες θεωρούνται μέρος της ΔΕΕΑ και του συστήματος αξιολόγησης κινδύνου (ΣΑΚ).

Όσον αφορά τους συστημικούς κινδύνους που εντοπίζονται από το ΕΣΣΚ, αυτή η ανάλυση λαμβάνεται υπόψη στο πλαίσιο της ΔΕΕΑ. Οι σχετικές διαδικασίες τεκμηριώνονται στο εγχειρίδιο εποπτείας.

Σημείο 86

Η αναγνώριση των καταστάσεων κρίσης δεν διενεργείται «αυτομάτως» από κάποιο σύστημα. Η ΕΚΤ έχει θεσπίσει σύστημα διπλής παρακολούθησης, τόσο από το Τμήμα Διαχείρισης Κινδύνων όσο και από τις ΜΕΟ που παρακολουθούν τις εξελίξεις, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι καμία κρίση δεν θα περάσει απαρατήρητη. Οι διαδικασίες αναφοράς των πληροφοριών στα διευθυντικά στελέχη ορίζονται στο ΣΕΑ και στη σχετική ενότητα του εγχειριδίου εποπτείας. Το Εποπτικό Συμβούλιο ενημερώνεται τακτικά, στο πλαίσιο των συνεδριάσεών του, για την κατάσταση των τραπεζών που υπόκεινται σε στενή παρακολούθηση.

Σημείο 88

Βλέπε τα σχόλια της ΕΚΤ σχετικά με τα σημεία V, VII, 14 και 16.

Σημείο 89

Η ΕΚΤ διενεργεί τακτικά αξιολογήσεις έγκαιρης παρέμβασης ως μέρος του κύκλου της ΔΕΕΑ για όλες τις σχετικές τράπεζες, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές της ΕΑΤ. Η ΕΚΤ διενεργεί επίσης αξιολογήσεις έγκαιρης παρέμβασης σε όλες τις περιπτώσεις κατά τις οποίες σημειώνεται (πιθανή) παραβίαση των απαιτήσεων περί κεφαλαίου ή ρευστότητας. Όλοι οι φάκελοι που ελέγχθηκαν από το ΕΕΣ αφορούσαν τράπεζες με βαθμολογία ΔΕΕΑ «3» ή «4» και σε όλες αυτές τις περιπτώσεις διενεργήθηκαν αξιολογήσεις έγκαιρης παρέμβασης.

Σημείο 91

Όλα τα σχετικά διαθέσιμα εποπτικά ευρήματα (πορίσματα εποπτικού διαλόγου, εν εξελίξει μέτρα που λαμβάνονται από την τράπεζα, ευρήματα επιτόπιας επιθεώρησης, ζητήματα σχετικά με τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, αποτελέσματα ασκήσεων προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων, επιλογές σχεδίων ανάκαμψης, ζητήματα χρηματοδότησης, κ.λπ.) λήφθηκαν υπόψη για τις αξιολογήσεις έγκαιρης παρέμβασης στις εν λόγω περιπτώσεις.

Αντιμετώπιση κρίσεων

Σημείο 95

Σε ό,τι αφορά τα στοιχεία σε επίπεδο θυγατρικών, θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι ΜΕΟ έχουν την επιλογή να ζητήσουν από τις τράπεζές τους να παράσχουν πρόσθετα στοιχεία σε επίπεδο θυγατρικών· μάλιστα, ορισμένα στοιχεία αυτού του είδους περιλήφθηκαν στο υπόδειγμα για τους ομίλους.

Σημείο 96

Το ΕΕΣ αναφέρεται στην ανάγκη θέσπισης διαδικασίας σύμφωνα με την οποία οι τράπεζες θα πρέπει να εφαρμόζουν συγκεκριμένη πολιτική προβλέψεων. Όπως και με όλες τις άλλες εξουσίες της ΕΚΤ που κατοχυρώνονται στον κανονισμό ΕΕΜ, δεν είναι αναγκαία η θέσπιση συγκεκριμένης διαδικασίας για τον σκοπό αυτό. Ισχύει η γενική διαδικασία της ΕΚΤ για τη λήψη αποφάσεων (π.χ. έγκριση από το Εποπτικό Συμβούλιο, διαδικασία μη διατύπωσης αντίρρησης ενώπιον του Διοικητικού Συμβουλίου, κ.λπ.).

Σημείο 97

Η ΕΚΤ συμμορφώνεται με τις κατευθυντήριες γραμμές της ΕΑΤ σχετικά με την έγκαιρη παρέμβαση (η παράγραφος 11 των εν λόγω κατευθυντήριων γραμμών προβλέπει ότι, όταν αποδοθεί σε μια τράπεζα βαθμολογία ΔΕΕΑ «4», η ΕΚΤ θα πρέπει να εξετάσει τη λήψη του μέτρου έγκαιρης παρέμβασης που αφορά τη συγκέντρωση πληροφοριών για τους σκοπούς της αποτίμησης περιουσιακών στοιχείων (βλέπε το άρθρο 27 παράγραφος 1 στοιχείο η) της οδηγίας για την ανάκαμψη και την εξυγίανση των τραπεζών). Όπως αναφέρεται παραπάνω, η ΕΚΤ διενεργεί πάντοτε αξιολόγηση έγκαιρης παρέμβασης όταν σε μια τράπεζα αποδίδεται βαθμολογία ΔΕΕΑ «4». Αυτές οι αξιολογήσεις λαμβάνουν υπόψη (i) κατά πόσο πληρούνται οι προϋποθέσεις για την έγκαιρη παρέμβαση και (ii) αν ναι, ποια είναι τα πιο κατάλληλα μέτρα (λαμβανομένων υπόψη όλων των μέτρων στο πλαίσιο της οδηγίας για την ανάκαμψη και την εξυγίανσης των τραπεζών). Συνεπώς, αυτό το εύρημα δεν είναι σχετικό, καθώς η ΕΚΤ διαθέτει ήδη διαδικασία τέτοιου είδους.

Σημείο 99

Το Εποπτικό Συμβούλιο της ΕΚΤ ενημερώνεται για τα πορίσματα των επιτόπιων επιθεωρήσεων στο πλαίσιο των επικαιροποιήσεων για επιμέρους τράπεζες. Για τράπεζες με υψηλές βαθμολογίες ΔΕΕΑ, απαιτείται από τις ΜΕΟ να ενημερώνουν περιοδικά το Εποπτικό Συμβούλιο, ούτως ώστε τα διευθυντικά στελέχη να είναι πάντοτε ενήμερα για τα σχετικά πορίσματα.

Σημείο 102

Η ΕΚΤ έχει ξεκινήσει συζήτηση σχετικά με αλλαγές στο πλαίσιο έγκαιρης παρέμβασης (βλέπε επίσης τη γνώμη CON/2017/47 της ΕΚΤ).

Σημείο 103

Όσον αφορά τον καθορισμό μέτρων έγκαιρης παρέμβασης για διαφορετικά σενάρια, διατηρούμε αμφιβολίες για το κατά πόσον είναι σκόπιμο να καταρτιστεί κατάλογος μέτρων για κάθε πιθανό σενάριο, καθώς οι κρίσεις εκδηλώνονται με διαφορετικούς τρόπους. Για παράδειγμα, μια κρίση κεφαλαίου μπορεί να εξελιχθεί σε κρίση ρευστότητας και μια βραδεία κρίση μπορεί να επιταχυνθεί, καθιστώντας αναγκαία τη λήψη μέτρων περισσότερο επείγοντος χαρακτήρα, κ.λπ. Συνεπώς, όλα τα μέτρα εποπτείας και έγκαιρης παρέμβασης πρέπει να θεωρείται ότι είναι ανά πάσα στιγμή διαθέσιμα.

Σημείο 105

Η παρακολούθηση των μέτρων εποπτείας γίνεται από τις ΜΕΟ. Τα μέτρα έγκαιρης παρέμβασης είναι παρόμοια με τα κανονικά μέτρα εποπτείας ως προς τη διαδικασία λήψης αποφάσεων και παρακολούθησης, με πρόσθετο στοιχείο την αλληλεπίδραση με το ΕΣΕ στο πλαίσιο του μνημονίου συνεννόησης. Ωστόσο, θα πρέπει να επισημανθεί ότι η ενεργοποίηση μέτρων έγκαιρης παρέμβασης γίνεται στο πλαίσιο έντονου βαθμού εποπτικής παρακολούθησης (όπως ορίζεται στο εγχειρίδιο εποπτείας). Κατ' επέκταση, είναι πιο έντονη και η παρακολούθηση της εφαρμογής τους.

Σημείο 108

Οι πρόσθετες κατευθύνσεις της ΕΚΤ σχετικά με τις αξιολογήσεις FOLTF θα πρέπει να εξεταστούν σε συνδυασμό με τις κατευθυντήριες γραμμές της ΕΑΤ, προς τις οποίες συμμορφώνεται η ΕΚΤ. Τα αντικειμενικά στοιχεία για τις αξιολογήσεις FOLTF διευκρινίζονται λεπτομερώς στις κατευθυντήριες γραμμές της ΕΑΤ. Οι πρόσθετες κατευθύνσεις της ΕΚΤ καλύπτουν μόνο το άρθρο 18 παράγραφος 4 στοιχείο α) του κανονισμού για τον Ενιαίο Μηχανισμό Εξυγίανσης όπου κρίθηκε απαραίτητο να διευκρινιστεί η πολιτική σχετικά με τις απαιτήσεις για τη διατήρηση της άδειας λειτουργίας και να συμπεριληφθούν λεπτομερέστερες επιχειρησιακές κατευθύνσεις για τις ΜΕΟ.

Σημείο 109

Βλέπε τα σχόλια της ΕΚΤ σχετικά με το σημείο 108 παραπάνω. Οι λεπτομερείς επιχειρησιακές κατευθύνσεις που παρέχει η ΕΚΤ λειτουργούν συμπληρωματικά προς τις κατευθυντήριες γραμμές της ΕΑΤ.

Σημείο 110

Κατόπιν σύστασης που διατύπωσε το ΕΕΣ στο πλαίσιο του πρώτου ελέγχου του ΕΕΜ, η ΕΚΤ θέσπισε πρόγραμμα κατάρτισης υπό τον συντονισμό του Τμήματος Διασφάλισης Ποιότητας Εποπτικού Έργου. Αυτό περιλαμβάνει διαδικασία ετήσιου απολογισμού κατά την οποία οι ομάδες αναφέρουν τις ανάγκες τους όσον αφορά την κατάρτιση. Στη συνέχεια διοργανώνονται σεμινάρια με σκοπό την κάλυψη αυτών των αναγκών. Η έγκαιρη παρέμβαση καλύπτεται από τα τακτικά επιμορφωτικά σεμινάρια διαχείρισης κρίσεων τα οποία παρέχουν οι εμπειρογνώμονες του Τμήματος Διαχείρισης Κρίσεων.

Σημείο 111

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι το 2017 η ΕΚΤ χρησιμοποίησε πλήρως το ΣΕΑ σε τρεις περιπτώσεις. Από το γεγονός αυτό αποκομίστηκαν διδάγματα τα οποία επί του παρόντος ενσωματώνονται στο πλαίσιο διαχείρισης κρίσεων.

Σημείο 112

Η ΕΚΤ παρέσχε σειρά σχετικών αποδεικτικών στοιχείων και πληροφοριών για τους σκοπούς του ελέγχου, όπως:

  • όλες τις διαθέσιμες πληροφορίες σχετικά με τις διαδικασίες και την πολιτική έγκαιρης παρέμβασης,
  • δείγμα εγγράφων για τρεις τράπεζες σε καταστάσεις κρίσης συν μια ακόμη περίπτωση με λεπτομερές χρονοδιάγραμμα, τα οποία συμπλήρωσε με διευκρινιστική παρουσίαση μέσω τηλεδιάσκεψης.
  • Διοργάνωσε επίσης αρκετές συσκέψεις και τηλεδιασκέψεις με συντονιστές και μέλη των ΜΕΟ, καθώς και με διευθυντικά στελέχη και εμπειρογνώμονες του Τμήματος Διαχείρισης Κρίσεων.

Η ΕΚΤ ακολουθεί τις κατευθυντήριες γραμμές της σχετικά με την έγκαιρη παρέμβαση όταν διενεργεί αξιολογήσεις έγκαιρης παρέμβασης.

Σημείο 113

Εάν μια αξιολόγηση έγκαιρης παρέμβασης δεν οδηγήσει σε πρόταση για λήψη μέτρου, δεν υπάρχει ανάγκη για συζήτηση της νομικής αρχής. Ωστόσο, όταν προτείνονται μέτρα έγκαιρης παρέμβασης, συντάσσεται απόφαση στην οποία περιγράφεται η νομική βάση και το σκεπτικό.

Σημείο 118

Βλέπε τα σχόλια της ΕΚΤ σχετικά με τα σημεία 105 και 112.

Σημείο 119

Βλέπε τα σχόλια της ΕΚΤ σχετικά με το σημείο 112.

Συμπεράσματα και συστάσεις

Σημείο 120 β)

Αυτό θα πρέπει να συγκριθεί με τα θετικά σχόλια σε άλλα σημεία της έκθεσης, π.χ. όσον αφορά τη θέσπιση πλαισίου διαδικασιών διαχείρισης κρίσεων (σημείο ΙΙΙ), την οργανωτική δομή διαχείρισης κρίσεων (σημείο 20), τη θέσπιση διαδικασίας απόκτησης αναλυτικών πληροφοριών για τη ρευστότητα σε καταστάσεις κρίσης (σημείο 94) και τη σύναψη μνημονίου συνεννόησης που διέπει την αλληλεπίδραση με το ΕΣΕ (σημείο 36).

Όσον αφορά τις αξιολογήσεις έγκαιρης παρέμβασης και FOLTF, τα πορίσματα του ΕΕΣ επικεντρώνονται στην έλλειψη πρόσθετων επιχειρησιακών κατευθύνσεων. Ωστόσο, όπως η ΕΚΤ εξηγεί στα σχόλιά της σχετικά με τα σημεία 69-72, 97 και 108: (i) υπάρχουν πράγματι πρόσθετες κατευθύνσεις της ΕΚΤ και (ii) αυτές οι πρόσθετες κατευθύνσεις πρέπει να εξεταστούν σε συνδυασμό με τις κατευθυντήριες γραμμές της ΕΑΤ σχετικά με τις αξιολογήσεις έγκαιρης παρέμβασης και FOLTF, προς τις οποίες συμμορφώνεται η ΕΚΤ.

Συνεργασία και συντονισμός όσον αφορά τη διαχείριση κρίσεων

Σημείο 123

Βλέπε τα σχόλια της ΕΚΤ σχετικά με τα σημεία 37 και 38. Η ανταλλαγή πληροφοριών με το ΕΣΕ αυξάνεται αυτομάτως όταν μια τράπεζα αντιμετωπίζει δυσχέρειες. Επιπλέον πληροφορίες, πέρα από όσες συνεπάγεται η αυτόματη αύξηση, παρέχονται στο ΕΣΕ κατόπιν αιτήματος. Τα σχετικά αιτήματα αντιμετωπίζονται ως επείγοντος χαρακτήρα.

Σύσταση αριθ. 1

Η ΕΚΤ συμφωνεί με αυτήν τη σύσταση.

  1. Όσον αφορά τις WCCA, οι εργασίες για την ολοκλήρωσή τους βρίσκονται σε καλό δρόμο. Θα συνεχίσουμε τις προσπάθειες μας να ολοκληρώσουμε όλες τις εκκρεμείς WCCA. Σημαντική πρόοδος αναμένεται να επιτευχθεί προσεχώς, καθώς οι διαδικασίες και οι διαπραγματεύσεις με τα διάφορα ενδιαφερόμενα μέρη έχουν προχωρήσει ικανοποιητικά τους τελευταίους μήνες.

    Όσον αφορά το μνημόνιο συνεννόησης με το ΕΣΕ, οι εργασίες αναθεώρησής του βρίσκονται υπό εξέλιξη.

  2. Όσον αφορά τους FICO, έχουν ξεκινήσει οι σχετικές εργασίες. Το πρώτο σχέδιο του εσωτερικού πλαισίου για τη συμπληρωματική εποπτεία των FICO θα μπορούσε να ολοκληρωθεί εντός του τρέχοντος έτους. Οι υπόλοιπες εργασίες θα πραγματοποιηθούν το 2018.

Σχεδιασμός της ανάκαμψης

Σύσταση αριθ. 2

Η ΕΚΤ συμφωνεί με αυτήν τη σύσταση.

  1. Όσον αφορά τη βαθμονόμηση των δεικτών ανάκαμψης, η ΕΑΤ έχει ήδη εκδώσει κατευθυντήριες γραμμές για το θέμα αυτό και περαιτέρω εργασίες πραγματοποιούνται στο πλαίσιο της αναθεώρησης της ενότητας του ενιαίου εγχειριδίου εποπτείας σχετικά με τις αξιολογήσεις σχεδίων ανάκαμψης. Κατά τον κύκλο αξιολόγησης του 2017 οι ΜΕΟ μπόρεσαν να βασιστούν σε αναλύσεις μεταξύ ομοτίμων από εμπειρογνώμονες του Τμήματος Διαχείρισης Κρίσεων προκειμένου να αξιολογήσουν τη βαθμονόμηση των δεικτών ανάκαμψης.
  2. Το εν λόγω τμήμα έχει ήδη παράσχει στις ΜΕΟ υπόδειγμα συνοπτικών εκθέσεων προς τις ΜΕΟ στο πλαίσιο του κύκλου αξιολόγησης του 2017 (ο οποίος ξεκίνησε στο τέλος Σεπτεμβρίου 2017). Η έκθεση αυτή συμπληρώνει τα υφιστάμενα συνοπτικά έγγραφα – επιστολή παρατηρήσεων, υπόδειγμα αξιολόγησης και το κοινό υπόδειγμα απόφασης/ΕΑΤ (για τις τράπεζες που υπόκεινται στην εποπτεία εποπτικού σώματος) και θα χρησιμοποιηθεί στη διαδικασία αξιολόγησης. Οι ΜΕΟ καλούνται να χρησιμοποιήσουν το υπόδειγμα για την κατάρτιση των συνοπτικών εκθέσεων για τον κύκλο αξιολόγησης του 2017.

Αναγνώριση κρίσεων

Σημείο 125

Βλέπε τα σχόλια της ΕΚΤ σχετικά με τα αντίστοιχα σημεία (69-79 και 89-91).

Σύσταση αριθ. 3

Η ΕΚΤ συμφωνεί με αυτήν τη σύσταση.

  1. Η ΕΚΤ συμφωνεί με την πρόταση του ΕΕΣ να αναπτύξει περαιτέρω τις κατευθύνσεις της σχετικά με τις αξιολογήσεις έγκαιρης παρέμβασης, συνδέοντάς τις με το ΣΕΑ και ορίζοντας σαφείς προϋποθέσεις για τη μετάβαση μεταξύ των διαφόρων σταδίων του σχεδίου αυτού. Παράλληλα, η ΕΚΤ επικεντρώνει τις προσπάθειές της στις αλλαγές του νομικού πλαισίου σχετικά με την έγκαιρη παρέμβαση, σε συνεργασία με το ΕΣΕ και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
  2. Η ΕΚΤ συμφωνεί με τη σύσταση του ΕΕΣ να προωθήσει τη χρήση των αξιολογήσεων έγκαιρης παρέμβασης αμέσως μόλις διαπιστώνεται ουσιώδης επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης μιας τράπεζας. Αυτό αποτελεί ήδη καθιερωμένη πρακτική.
  3. Η ΕΚΤ συμφωνεί με τη σύσταση του ΕΕΣ να δώσει έμφαση στη διασφάλιση της ποιότητας στο πλαίσιο της εφαρμογής των εσωτερικών κατευθύνσεων.
Σημείο 126

Βλέπε τα σχόλια της ΕΚΤ σχετικά με τα αντίστοιχα σημεία (80-86).

Σύσταση αριθ. 4

Η ΕΚΤ συμφωνεί με αυτήν τη σύσταση.

Από τη δημιουργία του ΕΕΜ, η ΕΚΤ επιδιώκει να εισαγάγει ολοκληρωμένα πληροφοριακά συστήματα που να στηρίζουν τη διαδικασία εποπτείας. Το 2017 ξεκίνησαν έργα με σκοπό την ενσωμάτωση αναφορών παραβάσεων και πληροφοριών σχετικών με κρίσεις στο IMAS.

Αντιμετώπιση κρίσεων

Σημείο 127

Βλέπε τα σχόλια της ΕΚΤ σχετικά με τα αντίστοιχα σημεία (96-99).

Σύσταση αριθ. 5

Η ΕΚΤ συμφωνεί με αυτήν τη σύσταση.

  1. Η ΕΚΤ θεωρεί ότι η υφιστάμενη διαδικασία ήδη διασφαλίζει την ποσοτικοποίηση όλων των συναφών πορισμάτων εποπτείας.
  2. Η ΕΚΤ έχει ήδη θεσπίσει διαδικασία με την οποία διασφαλίζει ότι μπορεί να αποκτήσει πρόσθετες πληροφορίες όσον αφορά την ποιότητα των στοιχείων ενεργητικού ιδρυμάτων των οποίων η οικονομική κατάσταση έχει επιδεινωθεί σημαντικά.
  3. Η ΕΚΤ θα καταρτίσει τακτική ενοποιημένη έκθεση προόδου η οποία θα καλύπτει όλες τις τράπεζες με αναγνωρισμένα προβλήματα ποιότητας του ενεργητικού. Αυτές οι πληροφορίες παρέχονται ήδη στα ανώτερα διευθυντικά στελέχη των επιμέρους τραπεζών.
Σημείο 128

Βλέπε τα σχόλια της ΕΚΤ σχετικά με τα αντίστοιχα σημεία (101-104).

Σύσταση αριθ. 6

Η ΕΚΤ συμφωνεί με τη σύσταση (α) αλλά δεν δέχεται τη σύσταση (β).

  1. Η ΕΚΤ βρίσκεται ήδη σε επαφή με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή προκειμένου να διασαφηνίσει τα ζητήματα που αφορούν την έγκαιρη παρέμβαση.
  2. Η ΕΚΤ δεν κρίνει ότι είναι σκόπιμο να αναπτύξει πλήρη σενάρια και πιθανή σειρά επακόλουθων μέτρων, εφόσον οι καταστάσεις κρίσης εκδηλώνονται με διαφορετικούς τρόπους και διαφορετικοί συνδυασμοί μέτρων ενδέχεται να είναι αναγκαίοι ανάλογα με τον ιδιαίτερο χαρακτήρα κάθε κρίσης.
Σημείο 129

Βλέπε τα σχόλια της ΕΚΤ σχετικά με τα αντίστοιχα σημεία (107-109).

Σύσταση αριθ. 7

Η ΕΚΤ δεν δέχεται αυτήν τη σύσταση, καθώς έχει ήδη αναπτύξει κατευθύνσεις σχετικά με τις αξιολογήσεις FOLTF συμπληρώνοντας τις σχετικές κατευθυντήριες γραμμές της ΕΑΤ. Τα αντικειμενικά στοιχεία που αναφέρονται στη σύσταση περιγράφονται πλήρως στις κατευθυντήριες γραμμές της ΕΑΤ προς τις οποίες συμμορφώνεται η ΕΚΤ.

Σημείο 130

Βλέπε τα σχόλια της ΕΚΤ σχετικά με τα σημεία V, VI, VII, 14, 15 και 16.

Σύσταση αριθ. 8

Η ΕΚΤ δεν αποδέχεται αυτήν τη σύσταση. Η ΕΚΤ παρέσχε στο ΕΕΣ έγγραφα και πληροφορίες προκειμένου αυτό να μπορέσει να αξιολογήσει την αποτελεσματικότητα της διαχείρισης της ΕΚΤ όσον αφορά τη θέσπιση διαδικασιών διαχείρισης κρίσεων για την άσκηση των εποπτικών καθηκόντων της, σύμφωνα με την εντολή του Συνεδρίου όπως ορίζεται στο άρθρο 27.2 του καταστατικού του ΕΣΚΤ και στο άρθρο 20 παράγραφος 7 του κανονισμού του ΕΕΜ.

Η ΕΚΤ θα συνεχίσει να συνεργάζεται πλήρως με το ΕΕΣ προκειμένου να του δίνει τη δυνατότητα να εκπληρώνει την εντολή του, όπως ορίζεται στο Καταστατικό του ΕΣΚΤ και στον κανονισμό ΕΕΜ.

Συντομογραφίες

ΓΔ «Στατιστική»: Γενική διεύθυνση «Στατιστική»

ΔΕΕΑ: Διαδικασία εποπτικού ελέγχου και αξιολόγησης

ΔΣ: Διοικητικό συμβούλιο

ΕΑΑ: Εθνική αρμόδια αρχή

ΕΑΤ: Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών

ΕΕ: Ευρωπαϊκή Ένωση

ΕΕΜ: Ενιαίος Εποπτικός Μηχανισμός

ΕΕΣ: Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο

ΕΚΤ: Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα

ΕΜΕ: Ενιαίος Μηχανισμός Εξυγίανσης

ΕΣ: Εποπτικό συμβούλιο

ΕΣΕ: Ενιαίο Συμβούλιο Εξυγίανσης

ΕΣΚΤ: Ευρωπαϊκό Σύστημα Κεντρικών Τραπεζών

ΕΣΣΚ: Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου

ΕΤΕΒ: Επιτροπή Τραπεζικής Εποπτείας της Βασιλείας

Κανονισμός ΕΕΜ: Κανονισμός για τον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό

ΛΣΙ: Λιγότερο σημαντικό ίδρυμα

ΜΔΠ: Μέγιστο διανεμητέο ποσό

ΜΕΔ: Μη εξυπηρετούμενα δάνεια

ΜΕΟ: Μεικτές εποπτικές ομάδες

ΜΣ: Μνημόνιο συνεννόησης

Οδηγία BRR: Η οδηγία για την ανάκαμψη και την εξυγίανση των τραπεζών (Bank Recovery and Resolution Directive)

ΣΑΚ: Σύστημα αξιολόγησης κινδύνου

ΣΔΕΑ: Σχέδιο δράσης έκτακτης ανάγκης

ΣΙ: Σημαντικό ίδρυμα

ΣΛΕΕ: Συνθήκη για τη λειτουργία της ΕΕ

ΣΧΣ: Συμβούλιο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας

ΤΔΚ: Τμήμα διαχείρισης κρίσεων

CMT: Υψηλού επιπέδου ομάδα διαχείρισης κρίσεων

ESMA: Ευρωπαϊκή Αρχή Kινητών Aξιών και Aγορών

FICO: Χρηματοπιστωτικοί όμιλοι ετερογενών δραστηριοτήτων (Financial Conglomerates)

FOLTF: (Χρηματοπιστωτικό ίδρυμα) που τελεί σε κατάσταση αφερεγγυότητας ή επαπειλούμενης φερεγγυότητας (Failing or likely to fail)

G-SIB: Παγκοσμίως συστημικά σημαντικές τράπεζες (Global - Systemically Important Banks)

G-SIFI: Παγκοσμίως συστημικά σημαντικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα (Global Systemically Important Financial Institutions)

ICAAP: Εσωτερική διαδικασία αξιολόγησης της κεφαλαιακής επάρκειας (Internal Capital Adequacy Assessment Process)

ILAAP: Εσωτερική διαδικασία αξιολόγησης της επάρκειας ρευστότητας (Internal Liquidity Adequacy Assessment Process)

IMAS: Σύστημα διαχείρισης πληροφοριών (Information Management System)

IS-CMT: Ομάδα διαχείρισης κρίσεων για συγκεκριμένο ίδρυμα (Institution Specific Crisis Management Team)

OKA: Οδηγία σχετικά με τις κεφαλαιακές απαιτήσεις

WCCA: Γραπτές ρυθμίσεις συντονισμού και συνεργασίας (Written Coordination and Cooperation Arrangements)

Γλωσσάριο

Διαδικασία εποπτικού ελέγχου και αξιολόγησης (ΔΕΕΑ): Διενεργείται στους κόλπους των ΜΕΟ για τράπεζες υπό την άμεση εποπτεία της ΕΚΤ, ώστε να διασφαλίζεται ότι τα εποπτευόμενα ιδρύματα έχουν θεσπίσει κατάλληλες ρυθμίσεις, στρατηγικές, διαδικασίες και μηχανισμούς, ότι διατηρούν επαρκή κεφάλαια και ρευστότητα σύμφωνα με τους σχετικούς κανόνες, και ότι προβλέπουν ορθή διαχείριση και κάλυψη των κινδύνων στους οποίους εκτίθενται ή ενδέχεται να εκτεθούν. Η ΔΕΕΑ καταλήγει στην απονομή συγκεκριμένης βαθμολογίας για κάθε τράπεζα.

Δίκτυο διαχείρισης κρίσεων: Δίκτυο των υπηρεσιών διαχείρισης κρίσεων στους κόλπους των εθνικών αρμόδιων αρχών.

Εθνική αρμόδια αρχή (ΕΑΑ): Εθνική αρχή επιφορτισμένη με την τραπεζική εποπτεία. Μπορεί να είναι εθνική κεντρική τράπεζα ή οντότητα επιφορτισμένη ειδικά με την τραπεζική εποπτεία ή ένα μοντέλο δύο επιπέδων. Ο όρος καλύπτει τα διάφορα είδη φορέων που ασκούν τραπεζική εποπτεία στην Ευρώπη.

Ενιαίο Συμβούλιο Εξυγίανσης (ΕΣΕ): Στο πλαίσιο ενός νέου μηχανισμού εξυγίανσης των τραπεζών για τη ζώνη του ευρώ, σημαντικές αρμοδιότητες μεταφέρθηκαν στο Ενιαίο Συμβούλιο Εξυγίανσης (ΕΣΕ). Στόχος του ΕΣΕ είναι να διασφαλίζει την εύρυθμη εξυγίανση των τραπεζών που τελούν σε κατάσταση αφερεγγυότητας με τον ελάχιστο αντίκτυπο στην πραγματική οικονομία και τα δημόσια οικονομικά. Το ΕΣΕ θεσπίζει ενιαίους κανόνες και διαδικασίες για τις σημαντικές τράπεζες υπό την εποπτεία της ΕΚΤ που τελούν σε κατάσταση αφερεγγυότητας και για άλλους διασυνοριακούς ομίλους. Αίρει τα εμπόδια που μπορεί να υπάρχουν για την εξυγίανση, όπως είναι η εσωτερική οργάνωση και λειτουργία των τραπεζών, η διασυνοριακή αναγνώριση των μέτρων εξυγίανσης.

Ενιαίος Εποπτικός Μηχανισμός (ΕΕΜ): Το σύστημα τραπεζικής εποπτείας στη ζώνη του ευρώ, το οποίο περιλαμβάνει την ΕΚΤ και τις εθνικές εποπτικές αρχές των συμμετεχουσών χωρών. Βασικοί σκοποί του είναι:

  • η διαφύλαξη της ασφάλειας και της ευρωστίας του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος
  • η ενίσχυση της χρηματοπιστωτικής ολοκλήρωσης και σταθερότητας
  • η διασφάλιση συνεπούς εποπτείας.

Ο ΕΕΜ είναι ένας από τους δύο πυλώνες της τραπεζικής ένωσης της ΕΕ. Ο δεύτερος είναι ο Ενιαίος Μηχανισμός Εξυγίανσης.

Ενιαίος Μηχανισμός Εξυγίανσης (ΕΜΕ): Ένας από τους πυλώνες της τραπεζικής ένωσης, παράλληλα με τον ΕΕΜ. Συγκροτήθηκε με στόχο τη συγκέντρωση σε κεντρικό επίπεδο των βασικών ικανοτήτων και πόρων που απαιτούνται για τη διαχείριση της τυχόν περιέλευσης πιστωτικών ιδρυμάτων στα συμμετέχοντα κράτη μέλη σε κατάσταση αφερεγγυότητας.

Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου (ΕΣΣΚ): Είναι επιφορτισμένο με την εποπτεία των κινδύνων στο χρηματοπιστωτικό σύστημα εντός της ΕΕ συνολικά (μακροπροληπτική επίβλεψη).

Κανονισμός για τον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό (Κανονισμός ΕΕΜ): Κανονισμός για τον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό (Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 του Συμβουλίου, της 15ης Οκτωβρίου 2013, για την ανάθεση ειδικών καθηκόντων στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σχετικά με τις πολιτικές που αφορούν την προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων) (ΕΕ L 287 της 29.10.2013, σ. 63).

Μέγιστο διανεμητέο ποσό: Το μέγιστο ποσό που μπορεί επιτρέπεται να καταβάλλει μια τράπεζα, παραδείγματος χάριν ως επιμίσθια ή μερίσματα.

Μεικτές εποπτικές ομάδες (ΜΕΟ): Η καθημερινή εποπτεία σημαντικών ιδρυμάτων εντός του ΕΕΜ διεξάγεται από μεικτές εποπτικές ομάδες (ΜΕΟ). Οι ΜΕΟ απαρτίζονται από υπαλλήλους της ΕΚΤ αλλά και των ΕΑΑ των χωρών στις οποίες είναι εγκατεστημένα τα πιστωτικά ιδρύματα, οι θυγατρικές τραπεζών ή τα σημαντικά διασυνοριακά υποκαταστήματα συγκεκριμένου τραπεζικού ομίλου. ΜΕΟ συγκροτείται για κάθε σημαντικό ίδρυμα.

Οδηγία για την ανάκαμψη και την εξυγίανση των τραπεζών (οδηγία BRR): Οδηγία για την ανάκαμψη και την εξυγίανση πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων (Banking Recovery and Resolution Directive) - Οδηγία 2014/59/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για τη θέσπιση πλαισίου για την ανάκαμψη και την εξυγίανση πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων και για την τροποποίηση της οδηγίας 82/891/ΕΟΚ του Συμβουλίου, και των οδηγιών 2001/24/ΕΚ, 2002/47/ΕΚ, 2004/25/ΕΚ, 2005/56/ΕΚ, 2007/36/ΕΚ, 2011/35/ΕΕ, 2012/30/ΕΕ και 2013/36/ΕΕ, καθώς και των κανονισμών (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 και (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 190).

Οδηγία σχετικά με τις κεφαλαιακές απαιτήσεις (ΟΚΑ): Οδηγία για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις (οδηγία 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με την πρόσβαση στη δραστηριότητα πιστωτικών ιδρυμάτων και την προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων, για την τροποποίηση της οδηγίας 2002/87/ΕΚ και για την κατάργηση των οδηγιών 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ (ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 338).

Ομάδα διαχείρισης κρίσεων: Οι αρχές του κράτους μέλους καταγωγής και των βασικών κρατών υποδοχής όλων των G-SIFI πρέπει να διαθέτουν ομάδες διαχείρισης κρίσεων με στόχο την ενίσχυση της ετοιμότητας και τη διευκόλυνση της διαχείρισης και αντιμετώπισης μιας διασυνοριακής χρηματοπιστωτικής κρίσης που ενδεχομένως επηρεάσει την επιχείρηση. Στις ομάδες διαχείρισης κρίσεων πρέπει να περιλαμβάνονται οι εποπτικές αρχές, οι κεντρικές τράπεζες, οι αρχές εξυγίανσης, τα υπουργεία οικονομικών και οι δημόσιες αρχές που είναι αρμόδιες για τα συστήματα εγγυήσεων των εννόμων τάξεων όπου εδρεύουν ή φιλοξενούνται οντότητες του ομίλου ουσιώδους σημασίας για την εξυγίανσή του. Οι εν λόγω ομάδες διαχείρισης κρίσεων πρέπει να συνεργάζονται στενά με τις αρχές άλλων εννόμων τάξεων, όπου οι επιχειρήσεις έχουν συστημική παρουσία.

Παγκοσμίως συστημικά σημαντικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα (G-SIFI): Τον Νοέμβριο του 2011, το Συμβούλιο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΣΧΣ) δημοσίευσε ολοκληρωμένο σύνολο μέτρων πολιτικής για την αντιμετώπιση των συστημικών και ηθικών κινδύνων που συνδέονται με τις συστημικά σημαντικές τράπεζες. Στη δημοσίευση αυτή, το ΣΧΣ προσδιόρισε ως παγκοσμίως συστημικά σημαντικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα (G-SIFI) μια αρχική ομάδα μεγάλων τραπεζών, εφαρμόζοντας μεθοδολογία που ανέπτυξε η Επιτροπή Τραπεζικής Εποπτείας της Βασιλείας (ΕΤΕΒ).

Που τελεί σε κατάσταση αφερεγγυότητας ή επαπειλούμενης φερεγγυότητας (FOLTF): Αξιολόγηση εκ μέρους της εποπτικής αρχής ή της αρχής εξυγίανσης του κατά πόσον μια τράπεζα παραβιάζει ή είναι πιθανό στο εγγύς μέλλον να παραβιάσει τις απαιτήσεις για τη διατήρηση της άδειας λειτουργίας της, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει στην κίνηση διαδικασιών αφερεγγυότητας ή εξυγίανσης. Η αιτιολογία μιας τέτοιας διαπίστωσης μπορεί να είναι, ενδεικτικά, ότι η τράπεζα έχει υποστεί ή είναι πιθανόν να υποστεί ζημίες οι οποίες θα εξαντλήσουν τα ίδια κεφάλαιά της, ότι τα περιουσιακά της στοιχεία υπολείπονται ή είναι πιθανό στο εγγύς μέλλον να υπολειφθούν των υποχρεώσεών της, ή ότι δεν είναι σε θέση ή είναι πιθανό στο εγγύς μέλλον να μην είναι σε θέση να εξοφλήσει τις απαιτητές υποχρεώσεις της.

Παραπομπές

1 Ως ΕΕΜ αναφέρεται το σύστημα τραπεζικής εποπτείας στην ΕΕ. Ο ΕΕΜ περιλαμβάνει την ΕΚΤ και τις εθνικές εποπτικές αρχές των συμμετεχουσών χωρών. Κύριοι στόχοι του είναι η ενίσχυση της σταθερότητας του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος και της χρηματοπιστωτικής ολοκλήρωσης και σταθερότητας και η διασφάλιση συνεπούς εποπτείας.

2 BCBS Core Principles for Effective Banking Supervision (2012), σ. 4.

3 Βλέπε κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 του Συμβουλίου, της 15ης Οκτωβρίου 2013, για την ανάθεση ειδικών καθηκόντων στην ΕΚΤ σχετικά με τις πολιτικές που αφορούν την προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων.

4 ΔΕΕΑ είναι το ακρωνύμιο της «διαδικασίας εποπτικού ελέγχου και αξιολόγησης». Βασικός σκοπός της ΔΕΕΑ είναι να διασφαλίζεται ότι τα ιδρύματα έχουν θεσπίσει τις αναγκαίες ρυθμίσεις (συμπεριλαμβανομένων στρατηγικών, διαδικασιών και μηχανισμών) και διαθέτουν επαρκή κεφάλαια και ρευστότητα, ώστε να εξασφαλίσουν την ορθή διαχείριση και την κάλυψη των κινδύνων τους.

5 Η εντολή μας για τον έλεγχο της αποτελεσματικότητας της διαχείρισης της ΕΚΤ επιβεβαιώνεται ρητά από το άρθρο 27, παράγραφος 2, του πρωτοκόλλου (αριθ. 4) για το καταστατικό του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και της ΕΚΤ, καθώς και από το άρθρο 20, παράγραφος 7, του κανονισμού για τον ΕΕΜ.

6 Οδηγία 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με την πρόσβαση στη δραστηριότητα πιστωτικών ιδρυμάτων και την προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων, για την τροποποίηση της οδηγίας 2002/87/ΕΚ και για την κατάργηση των οδηγιών 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ.

7 Βλέπε σημεία 126 έως 137 της ειδικής έκθεσης αριθ. 29/2016: «Ενιαίος εποπτικός μηχανισμός - Καλό ξεκίνημα, αλλά απαιτούνται περαιτέρω βελτιώσεις» http://www.eca.europa.eu/el/Pages/DocItem.aspx?did=39744).

8 Ειδική έκθεση αριθ. 29/2016.

9 Π.χ. OKA IV.

10 Άρθρο 115 της OKA IV και άρθρο 5 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 2016/98 της 16ης Οκτωβρίου 2015.

11 Βλέπε οδηγία 2002/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη συμπληρωματική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων, ασφαλιστικών επιχειρήσεων και επιχειρήσεων επενδύσεων χρηματοπιστωτικού ομίλου ετερογενών δραστηριοτήτων (ΕΕ L 35 της 11.2.2003, σ. 1). Σκοπός της οδηγίας είναι η θέσπιση κοινών προτύπων για την προληπτική εποπτεία των χρηματοπιστωτικών ομίλων ετερογενών δραστηριοτήτων.

12 Το άρθρο 4, παράγραφος 1, στοιχείο η), του κανονισμού ΕΕΜ ορίζει ότι η ΕΚΤ πρέπει να συμμετέχει στη συμπληρωματική εποπτεία ενός χρηματοπιστωτικού ομίλου ετερογενών δραστηριοτήτων όσον αφορά τα πιστωτικά ιδρύματα τα οποία περιλαμβάνει, και να αναλαμβάνει τα καθήκοντα συντονιστή σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στη νομοθεσία της ΕΕ.

13 Το άρθρο 18, παράγραφος 2, του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού αριθ. 2016/98 της Επιτροπής προβλέπει ότι η αρχή ενοποιημένης εποπτείας οφείλει να εξηγεί τα μέτρα και τις δράσεις (που έχουν ληφθεί ή σχεδιάζεται να ληφθούν) στα μέλη του σώματος. Το υπόδειγμα WCCA αναφέρεται μόνο στην προσπάθεια των αρχών να μοιράζονται γρήγορα το ελάχιστο σύνολο πληροφοριών που αναφέρονται στο άρθρο 114 της ΟΚΑ IV. Η διατύπωση αυτή είναι λιγότερο σαφής από την απαίτηση του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού της Επιτροπής.

14 Άρθρο 6, παράγραφος 4, της οδηγίας BRR.

15 Άρθρο 6, παράγραφος 2, της οδηγίας BRR.

16 Οι ΜΕΟ πρέπει να επιτρέπουν σε εθνικούς εμπειρογνώμονες από υπηρεσιακές μονάδες σε οριζόντιο επίπεδο να συμμετέχουν στις συζητήσεις σχετικά με την αξιολόγηση των σχεδίων ανάκαμψης.

17 Κατευθυντήριες γραμμές της ΕΑΤ σχετικά με τους δείκτες των σχεδίων ανάκαμψης – EBA-GL-2015-02.

18 Στόχος τους είναι να βοηθούν τις εποπτικές αρχές που διενεργούν αξιολογήσεις να εντοπίζουν τα βασικά στοιχεία τα οποία τα ιδρύματα πρέπει να λάβουν υπόψη κατά τον σχεδιασμό των σχεδίων ανάκαμψής τους. Βλέπε τη συγκριτική έκθεση της EAΤ σχετικά με τις ρυθμίσεις και τους δείκτες διακυβέρνησης στον τομέα του σχεδιασμού της ανάκαμψης, σ. 4.

19 Το εγχειρίδιο εποπτείας αναφέρει σχετικά ότι τα αποτελέσματα της αξιολόγησης πρέπει να ενσωματώνονται στη ΔΕΕΑ. Τυχόν διαπιστώσεις και ελλείψεις που εντοπίζονται κατά την αξιολόγηση των σχεδίων ανάκαμψης θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά την αξιολόγηση της εσωτερικής διακυβέρνησης και των δικλίδων ελέγχου σε επίπεδο ιδρύματος. Ωστόσο, αυτή η καθοδήγηση παραμένει αρκετά αόριστη, όπως επιβεβαιώθηκε στο πλαίσιο των συνεντεύξεων που πραγματοποιήσαμε με τις ΜΕΟ.

20 Η IS-CMT ενεργεί ως κεντρικός εσωτερικός συντονιστικός φορέας του ΕΕΜ όσον αφορά τις εποπτικές ενέργειες που απαιτούνται για την άμβλυνση μιας κατάστασης κρίσης. Είναι επίσης ο κεντρικός κόμβος για την ανταλλαγή πληροφοριών και τον συντονισμό της εποπτικής αντίδρασης της ΕΚΤ.

21 Αυτή η απουσία διάκρισης εντοπίστηκε ιδίως σε ό,τι αφορά την αναγνώριση και τη λεπτομερή χαρτογράφηση των νομικών οντοτήτων, των κρίσιμων λειτουργιών και των επιχειρηματικών τομέων, στοιχεία τα οποία θεωρήθηκαν ελάχιστα χρήσιμα στο πλαίσιο του σχεδιασμού της ανάκαμψης.

22 Μία τράπεζα δεν είχε λάβει εγκαίρως επιστολή ανατροφοδότησης μετά τον πρώτο γύρο υποβολών. Οι έξι άλλες παρατηρήσεις αφορούσαν τον δεύτερο γύρο.

23 Η διαδρομή του ελέγχου αποτελεί σύστημα ανίχνευσης των λεπτομερών πράξεων ή πληροφοριών που συνδέονται με συγκεκριμένο στοιχείο των δαπανών. Πρόκειται για καταγραφή των μεταβολών που έχουν επέλθει σε συγκεκριμένη βάση δεδομένων ή φάκελο.

24 Το ΣΑΚ αξιολογεί τα επίπεδα και τις μεθόδους ελέγχου του κινδύνου των πιστωτικών ιδρυμάτων.

25 Κατευθυντήριες οδηγίες της ΕΑΤ σχετικά με τα στοιχεία ενεργοποίησης των μέτρων έγκαιρης παρέμβασης σύμφωνα με το άρθρο 27, παράγραφος 4, της οδηγίας 2014/59/ΕΕ, EBA/GL/2015/03, 29 Ιουλίου 2015.

26 Αναφέρεται μόνον η συνολική βαθμολογία ΔΕΕΑ, όχι όμως και οι συνιστώσες του ΣΑΚ που αποτελούν μέρος του μέσου αναγνώρισης κρίσεων της ΕΚΤ, σύμφωνα με τις εσωτερικές της διαδικασίες.

27 Σε ορισμένες περιπτώσεις, η καθυστέρηση υπερέβαινε τους 6 μήνες.

28 Οι σχετική κατευθυντήρια οδηγία αναφέρει ότι, ενώ η απόφαση του κατά πόσον ένα ίδρυμα τελεί σε κατάσταση αφερεγγυότητας ή επαπειλούμενης φερεγγυότητας εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια της αρμόδιας αρχής, οι κατευθυντήριες οδηγίες παρέχουν πολλά στοιχεία βάσει των οποίων πρέπει να διαμορφώνεται η σχετική κρίση. Ο εντοπισμός ενός και μόνο αντικειμενικού στοιχείου αναφερόμενου στις κατευθυντήριες οδηγίες όσον αφορά ένα συγκεκριμένο ίδρυμα δεν πρέπει ούτε να οδηγεί αυτοδικαίως σε απόφαση ότι αυτό το ίδρυμα τελεί σε κατάσταση αφερεγγυότητας ή επαπειλούμενης φερεγγυότητας ούτε να ενεργοποιεί αυτομάτως μέτρα εξυγίανσης. Αντιθέτως, σε κάθε περίπτωση, οι αρμόδιες αρχές οφείλουν να αποφασίζουν αν το ίδρυμα τελεί σε κατάσταση αφερεγγυότητας ή επαπειλούμενης φερεγγυότητας βάσει διεξοδικής αξιολόγησης τόσο των ποιοτικών όσο και των ποσοτικών αντικειμενικών στοιχείων, λαμβανομένων υπόψη όλων των λοιπών περιστάσεων και πληροφοριών που το αφορούν. Επιπλέον, το σύνολο των αντικειμενικών στοιχείων που περιέχονται στις κατευθυντήριες οδηγίες δεν είναι εξαντλητικό και δεν απαγορεύει στις αρμόδιες αρχές να λαμβάνουν υπόψη και άλλα στοιχεία που σηματοδοτούν ότι ένα ίδρυμα τελεί σε κατάσταση αφερεγγυότητας ή επαπειλούμενης φερεγγυότητας.

Στάδιο Ημερομηνία
Έγκριση του υπομνήματος σχεδιασμού του ελέγχου / Έναρξη του ελέγχου 28.2.2017
Επίσημη διαβίβαση του σχεδίου έκθεσης στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα 3.11.2017
Έγκριση της οριστικής έκθεσης μετά τη διαδικασία εκατέρωθεν ακρόασης 12.12.2017
Παραλαβή των επίσημων απαντήσεων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας σε όλες τις γλώσσες 14.12.2017

Κλιμάκιο ελέγχου

Οι ειδικές εκθέσεις του ΕΕΣ παρουσιάζουν τα αποτελέσματα των ελέγχων επιδόσεων και των ελέγχων συμμόρφωσης που αυτό διενεργεί επί συγκεκριμένων τομέων του προϋπολογισμού ή επί συγκεκριμένων διαχειριστικών θεμάτων. Το ΕΕΣ επιλέγει και σχεδιάζει τα εν λόγω ελεγκτικά έργα κατά τρόπον ώστε αυτά να αποφέρουν τον μέγιστο αντίκτυπο, λαμβανομένων υπόψη των κινδύνων για τις επιδόσεις ή για τη συμμόρφωση, του επιπέδου των σχετικών εσόδων ή δαπανών, των επικείμενων εξελίξεων και του πολιτικού και δημόσιου συμφέροντος.

H εν προκειμένω έκθεση καταρτίστηκε από το Τμήμα Ελέγχου IV, του οποίου προεδρεύει ο Baudilio Tomé Muguruza, Μέλος του ΕΕΣ, και το οποίο εστιάζει στους τομείς της ρύθμισης των αγορών και της ανταγωνιστικής οικονομίας. Επικεφαλής του ελέγχου ήταν o Kevin Cardiff, Μέλος του Συνεδρίου, συνεπικουρούμενος στην κατάρτιση της έκθεσης από τους Gediminas Mačys, προϊστάμενο του ιδιαίτερου γραφείου του, και Shane Enright, σύμβουλο στο ιδιαίτερο γραφείο του, Tony Murphy, διευθυντή, Ζαχαρία Κόλια, διευθυντή, και Mirko Gottmann, υπεύθυνο έργου. Στο κλιμάκιο ελέγχου συμμετείχαν οι Παρασκευή Δεμουρτζίδου, Jörg Genner, Violeta Radu και Γιώργος Τσίκκος.

Από αριστερά: Παρασκευή Δεμουρτζίδου, Shane Enright, Jörg Genner, Mirko Gottmann, Kevin Cardiff, Γιώργος Τσίκκος, Ζαχαρίας Κόλιας, Violeta Radu, Gediminas Mačys.

Επικοινωνία

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΕΛΕΓΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ
12, rue Alcide De Gasperi
1615 Luxembourg
ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ

Τηλ:. +352 4398-1
Πληροφορίες: eca.europa.eu/el/Pages/ContactForm.aspx
Ιστότοπος: eca.europa.eu
Twitter: @EUAuditorsECA

Περισσότερες πληροφορίες για την Ευρωπαϊκή Ένωση παρέχονται από το διαδίκτυο (http://europa.eu).

Λουξεμβούργο: Υπηρεσία Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, 2018

PDF ISBN 978-92-872-9079-3 ISSN 1977-5660 doi:10.2865/546735 QJ-AB-17-027-EL-N
HTML ISBN 978-92-872-9116-5 ISSN 1977-5660 doi:10.2865/44451 QJ-AB-17-027-EL-Q

© Ευρωπαϊκή Ένωση, 2018

Επιτρέπεται η αναπαραγωγή με αναφορά της πηγής. Για οποιαδήποτε χρήση ή αναπαραγωγή φωτογραφιών ή άλλου υλικού που δεν αποτελεί πνευματική ιδιοκτησία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πρέπει να ζητηθεί άδεια απευθείας από τους δικαιούχους των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας.

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΕ

Αυτοπροσώπως
Σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση υπάρχουν εκατοντάδες κέντρα πληροφόρησης Europe Direct. Μπορείτε να βρείτε τη διεύθυνση του πλησιέστερου σε σας κέντρου στον δικτυακό τόπο https://europa.eu/european-union/contact_el

Τηλεφωνικά ή μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου
Η Europe Direct είναι μια υπηρεσία που απαντά στις ερωτήσεις σας για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Μπορείτε να επικοινωνήσετε με αυτήν την υπηρεσία:

  • καλώντας ατελώς τον αριθμό 00 800 6 7 8 9 10 11 (ορισμένα δίκτυα τηλεφωνίας ενδέχεται να χρεώνουν τις κλήσεις αυτές),
  • καλώντας τον αριθμό +32 22999696 ή
  • μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου από τον δικτυακό τόπο https://europa.eu/european-union/contact_el

ΕΥΡΕΣΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΕ

Στο διαδίκτυο
Πληροφορίες για την Ευρωπαϊκή Ένωση σε όλες τις επίσημες γλώσσες της ΕΕ είναι διαθέσιμες στον δικτυακό τόπο Europa: http://europa.eu

Στις εκδόσεις της ΕΕ
Μπορείτε να τηλεφορτώσετε ή να παραγγείλετε δωρεάν και επί πληρωμή εκδόσεις της ΕΕ από το βιβλιοπωλείο της ΕΕ στην ακόλουθη διεύθυνση: http://publications.europa.eu/eubookshop. Μπορείτε να ζητήσετε πολλαπλά αντίγραφα δωρεάν εκδόσεων επικοινωνώντας με την υπηρεσία Europe Direct ή με το τοπικό σας κέντρο πληροφόρησης (βλ. https://europa.eu/european-union/contact_el).

Στη νομοθεσία της ΕΕ και σε σχετικά έγγραφα
Για πρόσβαση σε νομικές πληροφορίες της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένου του συνόλου της ενωσιακής νομοθεσίας από το 1951 σε όλες τις επίσημες γλώσσες, μεταβείτε στον δικτυακό τόπο EUR-Lex, στην ακόλουθη διεύθυνση: http://eur-lex.europa.eu

Στα δημόσια δεδομένα από την ΕΕ
Η Πύλη Δημόσιων Δεδομένων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (http://data.europa.eu/euodp) παρέχει πρόσβαση σε σύνολα δεδομένων από την ΕΕ. Τα δεδομένα μπορούν να τηλεφορτωθούν και να επαναχρησιμοποιηθούν δωρεάν, τόσο για εμπορικούς όσο και για μη εμπορικούς σκοπούς.